Ο Ελληνοτουρκικός Πόλεμος του 1897 ή, διαφορετικά, ο πόλεμος των τριάντα ημερών ή και Μαύρο ’97 ή Ατυχής πόλεμος, αποτελεί την πρώτη μετά την επανάσταση του 1821 δυναμική αναμέτρηση της μικρής και ανέτοιμης τότε Ελλάδας με τη μεγάλη ακόμα Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Ο πόλεμος αυτός, αν μπορεί να χαρακτηριστεί έτσι, με δεδομένο ότι δεν δόθηκε ποτέ διαταγή επίθεσης στο στρατόπεδο των Ελλήνων, “ακήρυχτος” όπως τον χαρακτήρισε η τότε ελληνική κυβέρνηση και η αντιπολίτευση, στην ουσία “οθωμανική εισβολή” κατέληξε σε ήττα της Ελλάδας και στην υποβολή της σε διεθνή οικονομικό έλεγχο ύστερα από απαίτηση της Γερμανίας.
Φωτ. Εθελοντές αναχωρούν από την Αθήνα για το μέτωπο
Παρά τη διακοίνωση των Μεγάλων Δυνάμεων ότι όποιος και αν θα είναι ο νικητής της επαπειλούμενης σύρραξης δεν θα του αναγνωριζόταν “κανένα εδαφικό όφελος” τελικά ο πόλεμος άρχισε στις 6 Απριλίου / 18 Απριλίου (ν.ημερολ) 1897 και έληξε με την παρέμβαση των Μεγάλων Δυνάμεων, στις 7 Μαΐου / 19 Μαΐου (ν.ημερολ) “ανακωχή”, αφού οι Τούρκοι είχαν καταλάβει τη Θεσσαλία. Η ειρήνη υπογράφηκε στις 6 Σεπτεμβρίου / 18 Σεπτεμβρίου (ν. ημερολ.), σε προσωρινή συνθήκη μετά από πεντάμηνες διαπραγματεύσεις των Μεγάλων Δυνάμεων με το Οθωμανικό κράτος (την Υψηλή Πύλη). Η τελική συνθήκη υπογράφηκε στις 22 Νοεμβρίου / 4 Δεκεμβρίου (ν.ημερολ) 1897 όπου και ακολούθησε η εκκένωση της Θεσσαλίας από τους Τούρκους και δέκα μήνες μετά η αυτονόμηση της Κρήτης με Ύπατο Αρμοστή τον Πρίγκιπα Γεώργιο (Ελλάδας και Δανίας)[1].
Τα γεγονότα του πολέμου
Το 1897 η ελληνοοθωμανική μεθόριος στη Θεσσαλία βρισκόταν στις ΝΑ προσβάσεις του Ολύμπου και στις νότιες προσβάσεις των Χασίων σχηματίζοντας ένα Υ με τη βάση του μεταξύ των χωριών Γκρίζανος και Ζάρκος, όπως αυτή είχε προσδιοριστεί από την Επιτροπή Καθορισμού Ελληνοοθωμανικών Συνόρων (Θεσσαλίας – Ηπείρου), επί σχεδίων που είχε εκπονήσει ο Άγγλος ταγματάρχης Τζον Άρνταγκ, που υπογράφηκε στις 20 Ιουνίου του 1882 και ολοκληρώθηκε περί το τέλος του ίδιου έτους, στις 5 Νοεμβρίου του 1882. Ο ποταμός Πηνειός αποτελούσε για τον Τούρκο Διοικητή προγεφύρωμα για την εκδίωξη των Ελλήνων. Η ελληνική διοίκηση πιστή μέχρι τότε στα γαλλικά πρότυπα πολεμικής τακτικής είχε εμπιστευθεί στον Γάλλο στρατηγό Βοσσέρ της γαλλικής αποστολής την οργάνωση της άμυνας στα υπερκείμενα του Πηνειού περάσματα Μελούνας (Β. του Τυρνάβου) και Ρεβένι (Ν. του Τυρνάβου), αμφότερα δυτικά της Λάρισας. Στις 18 Φεβρουαρίου, τη μέρα της απόρριψης από την Ελλάδα της διακοίνωσης των Συμμάχων για την αυτονομία της Κρήτης, κηρύχθηκε επίσημα γενική επιστράτευση (που όμως είχε ξεκινήσει αθόρυβα τρεις μέρες πριν), με πολλές ατέλειες, κατά την οποία κλήθηκαν τελικά 10 κλάσεις εφέδρων. Η τουρκική επιστράτευση είχε ξεκινήσει και εκείνη νωρίτερα, ακανόνιστα όμως και πολύ πιο πρόχειρα, ενώ η έλλειψη οικονομικών μέσων επαύξανε την αταξία επιστράτευσης των Τούρκων[2].
O στρατός εκστρατείας, στις 29 Μαρτίου, είχε την εξής δύναμη και διάταξη:
- Στρατός Θεσσαλίας
- 1η Μεραρχία(Σ.Δ Λάρισα – Στρατηγός Μακρής): 1η Ταξιαρχία (Λάρισα), 2η Ταξιαρχία (Τίρναβος – Μάτι), Απόσπασμα 3 Ταγμάτων Ευζώνων (Καλλιπεύκη – Ραψάνη), ένα Τάγμα Ευζώνων (Τίρναβος), Σύνταγμα Ιππικού (Λάρισα), Σύνταγμα Πυροβολικού (Λάρισα), Διλοχία Μηχανικού (Λάρισα).
- 2η Μεραρχία(Σ.Δ. Κάστρο – Συνταγματάρχης Μαυρομιχάλης): 3η Ταξιαρχία (Ζάρκο – Ρεβένι), 4η Ταξιαρχία (Κάστρο), Απόσπασμα 3 ταγμάτων Ευζώνων (Καλαμπάκα – Κονισκός), ένα Τάγμα Ευζώνων (Γριζάνο), Σύνταγμα Πυροβολικού (Κάστρο), Διλοχία Μηχανικού (Κάστρο)).
- Στρατός Ηπείρου
- 1η Ταξιαρχία(2 Συντάγματα Πεζικού), Τάγμα Ευζώνων, Ίλη Ιππικού, 6 Πυροβολαρχίες, 4 Λόχοι Μηχανικού).
- 2η Ταξιαρχία(2 Συντάγματα Πεζικού, 2 Τάγματα Ευζώνων, 2 Ίλες Ιππικού, 2 Πυροβολαρχίες, Λόχος Μηχανικού)[3].
Αρχηγός του στρατού Θεσσαλίας ορίσθηκε, με Διάταγμα που δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως στις 12/25 Μαρτίου ο Διάδοχος Κωνσταντίνος, που έφθασε στο στρατηγείο του και ανέλαβε στις 17/29 Μαρτίου από τον υποστράτηγο Μακρή και με αρχηγό του επιτελείου τον συνταγματάρχη πυροβολικού Κωνσταντίνο Σαπουτζάκη και υπασπιστή τον λοχαγό Χατζηπέτρο[4]. Γενικά, η δύναμη του Στρατού Θεσσαλίας ανερχόταν σε 40.000 άνδρες και 96 πυροβόλα. Η δύναμη του Στρατού Ηπείρου, συγκεντρωμένη γύρω από την Άρτα, υπό το Συνταγματάρχη Μάνο, ανερχόταν σε 16.000 άνδρες και 40 πυροβόλα. Η γενική αποστολή του Στρατού Θεσσαλίας ήταν η άμυνα (ακριβής άμυνα, όπως χαρακτηρίστηκε, δηλαδή παθητική και όχι ενεργητική άμυνα) επί των Θεσσαλικών συνόρων, ενώ του Στρατού Ηπείρου η εισβολή στο χώρο της Ηπείρου, για την κατάληψη της διεκδικούμενης περιοχής (περιοχή μεταξύ Αράχθου – Καλαμά ποταμών).
Δυνάμεις και Σχέδια Τούρκων [5]
Οι δυνάμεις των Τούρκων περιλάμβαναν 8 μεραρχίες Πεζικού και 1 μεραρχία Ιππικού. Από αυτές, 2 μεραρχίες Πεζικού διατέθηκαν στην Ήπειρο και όλες οι άλλες στα σύνορα της Θεσσαλίας. Σύνολο δυνάμεως, στα σύνορα Θεσσαλίας 65.000 άνδρες και 186 πυροβόλα και στην Ήπειρο άνδρες και 24 πυροβόλα. Αρχηγός του Στρατού Θεσσαλίας ήταν ο Ετέμ Πασάς, με σύμβουλο το Γερμανό Συνταγματάρχη Φον Γρούμσκωφ και έδρα του Στρατηγείου του την Ελασσόνα. Στην Ήπειρο ο Χιφζή Πασάς, με έδρα τα Ιωάννινα. Την 5η Απριλίου, η γενική διάταξη των Τούρκων είχε ως εξής:
- Θεσσαλία: 1η Μεραρχία στην περιοχή Δαμάσι – Ελευθεροχώρι, 2η – 3η – 4η και Μεραρχία Ιππικού στην ευρύτερη περιοχή Ελασσόνας, 5η Μεραρχία σε κίνηση από τη Δεσκάτη προς τη διάβαση Διάβας, 6η Μεραρχία στην περιοχή Καρυές.
- Ήπειρος: 1η Μεραρχία στην περιοχή Άνω Αράχθου, 2η Μεραρχία στην περιοχή Κάτω Αράχθου.[6]
Από πλευράς Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, φαινομενικά, την γενική αρχηγία ανέλαβε ο Ετέμ Πασάς συνεπικουρούμενος ουσιαστικά από τον Κόλμαρ φον ντερ Γκολτς όπου και οι δύο συμμετείχαν προηγουμένως σε επιχειρήσεις κατά των Αρμενίων στην ορεινή περιοχή του Ζεϊτούν στην Κιλικία. Μάλιστα στον φον ντερ Γκολτς είχε ανατεθεί αρχικά η γενική διοίκηση της εκστρατείας, πλην όμως οι απαράδεκτοι όροι που έθεσε μεταξύ των οποίων να μη του γίνει καμία παρέμβαση στην τακτική του παρ’ ουδενός ακόμα ούτε και να διατάσσεται από τον Σουλτάνο, ματαίωσαν την ανάληψη, τιθέμενος παρά τον Ετέμ Πασά. Όμως η τακτική που εφήρμοσε, (αυτή που δίδασκε στις γερμανικές στρατιωτικές σχολές και πανεπιστήμια), απέτυχε κυριολεκτικά, όπως συμπεραίνεται αβίαστα εκ του αποτελέσματος της έκβασης. Ο Κόλμαρ φον ντερ Γκολτς επιχείρησε την εισβολή και κάθοδο στον ελληνικό χώρο αναπτύσσοντας τριπλάσιες δυνάμεις των ελληνικών, τόσο σε πεζικό όσο και σε ιππικό και με διπλάσιο αριθμό πυροβόλων κατανεμημένες σε 6 μεραρχίες, φάλαγγες, με επιπρόσθετη μία μεραρχία ιππικού και μία εφεδρική δύναμη περίπου μισής μεραρχίας. Η διάρκεια της επιχείρησης ήταν ένας μήνας, ξεκίνησε στις 6 Απριλ / 18 Απριλίου (ν.ημερολ) 1897 και έληξε στις 7 Μαΐ / 19 Μαΐου (ν.η.) με συνομολόγηση ανακωχής, Στη διάρκεια αυτή οι καθοδηγούμενες υπό των Γερμανών επιτελών οθωμανικές μεραρχίες το μόνο που κατάφεραν ήταν να καταλάβουν μόνο τη Θεσσαλία προωθούμενες με μεγάλη βραδύτητα, ενώ χρειάστηκε αρκετές φορές να συμπτυχθούν, χωρίς όμως να καταφέρουν ποτέ κυκλοτερή κίνηση σε βάρος ελληνικών δυνάμεων. Το οθωμανικό πυροβολικό είχε μεγαλύτερο βεληνεκές του ελληνικού που θα μπορούσε συνεχώς να το προσβάλει χωρίς το ίδιο να διακινδυνεύει, αυτό όμως δεν συνέβη[7].
Τελικά εκ του αριθμού των νεκρών και τραυματιών εκατέρωθεν των πλευρών που σχεδόν ήταν ίσος, ενώ αναλογικά θα έπρεπε να ήταν τριπλάσιος ή και τετραπλάσιος των Ελλήνων, τουλάχιστον ως αριθμητική ισορροπία δράσης, αποκαλύπτεται ο θρίαμβος του ελληνικού στρατού που αν και ανεκπαίδευτος έναντι του οθωμανικού, με χωρίς σχεδόν διοικητική μέριμνα ανεφοδιασμών, κατάφερε με επιτυχείς τακτικές υποχώρησης και ανασυγκρότησης κυριολεκτικά να επιβραδύνει τις μεραρχίες του Ετέμ πασά. Βέβαια το ποια θα ήταν η έκβαση αν από την αρχή, ή κατά την διάρκεια των επιχειρήσεων δίδονταν στον ελληνικό στρατό διαταγές επίθεσης αποτελούν μέχρι σήμερα θεωρίες. Παρά ταύτα ο μεν Ετέμ Πασάς έλαβε από τον σουλτάνο τον τίτλο του Γαζή ο δε Γκολτς Πασάς του μουσίρη ή μεσίρη (= στρατάρχη). Τρεις μήνες αργότερα ο μουσίρης Γκολτς επέστρεψε στην Γερμανία όπου και παρέμεινε σε ενεργό υπηρεσία δια τα επόμενα δεκαπέντε χρόνια αναλαμβάνοντας διάφορες ανώτερες διοικήσεις, μέχρι το 1911 όπου και αποστρατεύθηκε κατέχοντας τον βαθμό του στρατάρχη[8].
Η περιοχή του Τυρνάβου επηρεάστηκε από την πρώτη κιόλας μέρα, καθώς οι πρώτες συγκρούσεις έλαβαν χώρα στη Μελούνα, στους πρόποδες της οποίας βρίσκεται ο Τύρναβος. Επικεφαλής της ελληνικής ταξιαρχίας, που είχε καταλάβει τη γραμμή Μπουγάζι- Λουσφάκι – Γκρίτζόβαλη – Μελούνα, ήταν ο ταξίαρχος Μαστραπάς και διοικητής των τουρκικών στρατευμάτων ο Εντέμ Πασάς.
H έφοδος (Γεώργιος Ροϊλός )
“Στις 6/18 Απριλίου το πρωί, και ενώ δεν είχε κηρυχθεί επίσημα από καμιά πλευρά ο πόλεμος, ο Ετέμ πασάς εισέβαλε στη Θεσσαλία με την 6η Μεραρχία δια των ορεινών διαβάσεων Καλλιπεύκης με τις 2η και 4η και τη Μεραρχία Ιππικού δια της Μελούνας και της 1ης διά του Δαμασίου. Την 3η Μεραρχία, την κράτησε ως εφεδρεία πίσω από τις 2η και 4η Μεραρχίες. Από την παραπάνω διάταξη επιθέσεως προέκυψε ότι τελικά ο Ετέμ εκδήλωσε την κύρια προσπάθεια του από το αριστερό και όχι πλευρικά από το Δαμάσιο πεδίο προς Ρεβένι-Αμυγδαλέα-Λάρισα, όπως προέβλεπε το τουρκικό σχέδιο. Η επίθεση έγινε στη μεθόριο από τις ακτές του Θερμαϊκού μέχρι τον Προφήτη Ηλία Τυρνάβου. “[9]
Χάρτης με την διάταξη των ελληνικών στρατευμάτων για την απόκρουση της τουρκικής εισβολής από το Δαμάσι. 6-8 Απριλίου 1897 (http://www.gounitsa.gr/pages/015_3_1881-1897.htm)
Κατά την πρώτη μέρα των επιχειρήσεων, οι ελληνικές δυνάμεις, παρά την πίεση του πολυπληθέστερου αντιπάλου τους, κατάφεραν να διατηρήσουν ακέραιες τις θέσεις τους και να καταλάβουν αρκετά τουρκικά φυλάκια. Στις 18 Απριλίου, τα τουρκικά τμήματα αφού ενισχύθηκαν κατάλληλα εκτόξευσαν την κύρια επίθεσή τους σε ολόκληρη την ελληνοτουρκική μεθόριο. Στο διαμέρισμα Ταφίλ – Βρύση, τα ελληνικά τμήματα, κατάφεραν να αποκρούσουν την τουρκική επίθεση και εκτελώντας αντεπίθεση να διεισδύσουν στην εχθρική τοποθεσία Αντίθετα, στο διαμέρισμα Μελούνα, τα ελληνικά στρατεύματα αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν και να συμπτυχθούν στη Λυγαριά. (Θέματα Στρατιωτικής Ιστορίας ,Ελληνοτουρκικός Πόλεμος, 1897).
Η υποχώρηση όμως μετατράπηκε σε φυγή, κάτω από το καταιγισμό των τουρκικών πυρών πυροβολικού, με αποτέλεσμα να συμπτυχθούν ανατολικότερα στο Μάτι. Στην συνέχεια τα τμήματα της περιοχής Ταφίλ Βρύση, διατάχθηκαν να συμπτυχτούν στο Μάτι, για να μην αποκοπούν μετά την υποχώρηση των τμημάτων της Μελούνας.
Νοτιότερα στο διαμέρισμα Βοτανοχωρίου, τα ελληνικά τμήματα αρχικά προέβαλλαν σθεναρή αντίσταση και κατάφεραν να αντιμετωπίσουν τις τουρκικές επιθέσεις. Από τις 15:00 όμως το μεσημέρι, άρχισαν να συμπτύσσονται προς Αυγαλάδες και την νύκτα υποχώρησαν στην θεσσαλική πεδιάδα. Στην περιοχή από το Δρεπάνι μέχρι το Μπουγάζι, οι ελληνικές δυνάμεις διατηρούσαν σταθερά τις θέσεις τους.
Ο διοικητής της 1ης Μεραρχίας, εκτιμώντας ότι κάθε απόπειρα για ανάκτηση των θέσεων στον τομέα της Μελούνας ήταν αδύνατη, αποφάσισε τη σύμπτυξη της μεραρχίας, στο προγεφύρωμα της Λάρισας. Παράλληλα διέταξε την 2η Ταξιαρχία να συμπτυχθεί μέσω Τυρναβου στην Λάρισα, επιβραδύνοντας τον εχθρό. Η ήττα των ελληνικών στρατευμάτων στη μάχη της Μελούνας άνοιξε τις πύλες για τη τουρκική εισχώρηση στο ελληνικό έδαφος[10]
Η ανάμειξη του άμαχου πληθυσμού με τα υποχωρούντα στρατεύματα επέφερε μεγάλη σύγχυση. Ο τουρκικός στρατός κατέλαβε τον Τύρναβο στις 20 Απριλίου 1897. Οι Τυρναβίτες ακολούθησαν τα υποχωρούντα στρατεύματα και από τη Λάρισα, τα Φάρσαλα, το Δομοκό, τη Λαμία έφθασαν στην Χαλκίδα, στη Λειβαδιά και στην Αθήνα όπου έμειναν για έναν περίπου χρόνο ως πρόσφυγες.
Tυρναβίτες στο δρόμο της προσφυγιάς (πηγη UNDERWOOD & UNDERWOOD 67, 1897)
Οι Τούρκοι στην προέλασή τους προέβησαν σε εμπρησμούς και λεηλασίες. Τότε κάηκε το ιστορικό μοναστήρι του Αγίου Αθανασίου και ο κώδικας του δήμου όπου φυλάσσονταν τα πρακτικά της παλιάς κοινότητας και πολλά έγγραφα (φιρμάνια) ιστορικής αξίας που αφορούσαν τη λειτουργία της μονής.
Χάρτης των συνόρων της περιοχής, πριν και μετά τον πόλεμο του 1897 (http://www.gounitsa.gr/pages/015_3_1881-1897.htm )
Το Μάιο 1897 οι Τούρκοι υποχώρησαν στη παλιά οριοθετική γραμμή της Μελούνας κι έτσι ο Τύρναβος ξαναβρήκε την ελευθερία του. Τότε, και μέσα σε λίγο χρονικό διάστημα, η πόλη άρχισε να συνέρχεται από την κακή όψη που παρουσίαζε κατά τα πρώτα χρόνια της προσάρτησής της.[11]
[1] http://www.hellenicaworld.com/Greece/History/gr/EllinotourkikosPolemos1897.html
[2]http://el.wikipedia.org/wiki
[3] Θέματα Στρατιωτικής Ιστορίας ,Ελληνοτουρκικός Πόλεμος, 1897, https://stratistoria.wordpress.com/periodos1800-1923/18970405-ellinotourkikos/
[4] Ελληνοτουρκικός_πόλεμος_του_1897,Βικιπαίδεια
[5] Θέματα Στρατιωτικής Ιστορίας ,Ελληνοτουρκικός Πόλεμος, 1897,
[6] Θέματα Στρατιωτικής Ιστορίας ,Ελληνοτουρκικός Πόλεμος, 1897, https://stratistoria.wordpress.com/periodos1800-1923/18970405-ellinotourkikos/
[7]http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9A%CF%8C%CE%BB%CE%BC%CE%B1%CF%81_%CE%A6%CF%81%CE%AC%CE%B9%CF%87%CE%B5%CF%81_%CF%86%CE%BF%CE%BD_%CE%BD%CF%84%CE%B5%CF%81_%CE%93%CE%BA%CE%BF%CE%BB%CF%84%CF%82
[8]http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9A%CF%8C%CE%BB%CE%BC%CE%B1%CF%81_%CE%A6%CF%81%CE%AC%CE%B9%CF%87%CE%B5%CF%81_%CF%86%CE%BF%CE%BD_%CE%BD%CF%84%CE%B5%CF%81_%CE%93%CE%BA%CE%BF%CE%BB%CF%84%CF%82
[9] http://www.gounitsa.gr/pages/015_3_1881-1897.htm
[10](https://stratistoria.wordpress.com/periodos1800-1923/18970405-ellinotourkikos/1897-melouna/)
[11] http://www.tirnavos.gr/o-dhmos-mas/deleria
*Η Πατσή Κωνσταντινιά είναι Διευθύντρια του ΓΕΛ Φαλάνης. Πτυχιούχος της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, κάτοχος Μεταπτυχιακού διπλώματος Master of Business Administration (MBA) του Staffordshire University