Ο μύθος του τουρισμού: Γιατί ο τουρισμός δεν μπορεί να κάνει καμία χώρα πλούσια
Σε πολλές περιοχές της Νότιας Ευρώπης, ο τουρισμός παρουσιάζεται σαν «βαριά βιομηχανία», ένας ισχυρός κινητήρας οικονομικής ανάπτυξης. Όμως, όπως τόνισε πρόσφατα ο αναλυτής Μάρκο Γιούκιτς (Bismarck Analysis – Palladium), αυτή η αντίληψη είναι μια επικίνδυνη αυταπάτη. Το συμπέρασμά του είναι ξεκάθαρο: καμία χώρα στην ιστορία δεν έγινε πλούσια από τον τουρισμό και καμία δεν θα γίνει στο μέλλον!
Η εξάρτηση από τον τουρισμό
Τα στοιχεία δείχνουν μια βαθιά εξάρτηση. Το 2019, τα έσοδα από τον διεθνή τουρισμό αποτελούσαν πάνω από το μισό των εξαγωγών του Μαυροβουνίου και της Αλβανίας, αλλά και σημαντικό ποσοστό για την Κροατία, την Ελλάδα, την Πορτογαλία και την Ισπανία. Ο Γιούκιτς σημειώνει ότι ορισμένες χώρες εξαρτώνται περισσότερο από τον τουρισμό απ’ ό,τι το Ντουμπάι από το πετρέλαιο.
Ωστόσο, χώρες που στηρίζονται σχεδόν αποκλειστικά στον τουρισμό – όπως η Τζαμάικα, οι Μαλδίβες ή το Μπαλί – παραμένουν φτωχές. Ακόμα και φαινομενικές εξαιρέσεις, όπως το Μονακό ή η Ανδόρα, δεν οφείλουν τον πλούτο τους στον τουρισμό, αλλά σε ειδικά φορολογικά και χρηματοοικονομικά καθεστώτα και στον πολύ μικρό πληθυσμό τους.
Η αδύνατη περίπτωση της Κροατίας
Η Κροατία αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα. Για να φτάσει το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ελβετίας (100.000 δολάρια), θα έπρεπε να φιλοξενεί 1,93 δισεκατομμύρια διανυκτερεύσεις τουριστών τον χρόνο. Στην πραγματικότητα, το 2024 κατέγραψε μόλις 85 εκατομμύρια.
Ακόμα και για να φτάσει στο επίπεδο της Γερμανίας (56.000 δολάρια κατά κεφαλήν), θα χρειαζόταν να αυξήσει την τουριστική κίνηση πέντε φορές και οι τουρίστες να ξοδεύουν τα διπλάσια. Αυτό δεν είναι απλώς δύσκολο – είναι μαθηματικά και πρακτικά αδύνατο.
Γιατί ο τουρισμός δεν μπορεί να οδηγήσει σε πλούτο
- Χαμηλή παραγωγικότητα: Σε αντίθεση με τη βιομηχανία ή την τεχνολογία, οι βασικές υπηρεσίες του τουρισμού (σερβίρισμα ποτών, καθάρισμα δωματίων, ξεναγήσεις) δεν μπορούν να αυτοματοποιηθούν ουσιαστικά. Η παραγωγικότητά τους παραμένει σχεδόν ίδια εδώ και αιώνες.
- Κατανάλωση πόρων: Ο τουρισμός βασίζεται σε περιορισμένους φυσικούς και ανθρώπινους πόρους (παραλίες, πόλεις, εργατικό δυναμικό). Όσο αυξάνεται, τόσο πιέζει την κοινωνία, την κατοικία και το περιβάλλον.
- Ευαλωτότητα: Ο τουρισμός είναι εξαιρετικά εκτεθειμένος σε κρίσεις – πανδημίες, πολέμους, οικονομικές υφέσεις. Αντίθετα, η τεχνολογία ή η βιομηχανία μπορούν να καινοτομούν και να προσαρμόζονται, συνεχίζοντας να δημιουργούν αξία. Γι’ αυτό χώρες όπως η Ταϊβάν (ημιαγωγοί), η Δανία (φαρμακευτικά προϊόντα) και το Κατάρ (φυσικό αέριο) έχουν χτίσει τον πλούτο τους σε εξαγωγές υψηλής αξίας.
Ο Γιούκιτς υπογραμμίζει ότι το μοντέλο του τουρισμού δημιουργεί μια διχασμένη κοινωνία: μια μικρή ελίτ που κατέχει ακίνητα και μια μεγάλη μάζα εργατών χαμηλής ειδίκευσης. Ένα τέτοιο μοντέλο δεν επενδύει ούτε σε παραγωγικό κεφάλαιο ούτε σε ανθρώπινο δυναμικό.
«Το μέλλον μιας χώρας δεν μπορεί να είναι να δουλεύει κανείς ως σερβιτόρος ή ενοικιαστής δωματίων», γράφει χαρακτηριστικά.
Ο δρόμος προς τα εμπρός: Από τον τουρισμό στην παραγωγή
Η λύση, σύμφωνα με τον Γιούκιτς, δεν είναι να επενδυθούν περισσότερα στον τουρισμό, αλλά να δοθεί έμφαση:
- στην ενίσχυση της εγχώριας παραγωγής,
- στην υποστήριξη νέων επιχειρηματιών,
- στη μείωση της φορολογικής πίεσης στους νέους,
- και στα κίνητρα για να επιστρέψουν οι μορφωμένοι επαγγελματίες από το εξωτερικό.
Η επιστροφή στην παραγωγή και στην καινοτομία είναι ο μόνος δρόμος για να πάψουν οι χώρες του Νότου να είναι απλώς «τουριστικοί προορισμοί» και να γίνουν πραγματικοί οικονομικοί παίκτες.
Προσοχή! Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των πληροφοριών του παραπάνω άρθρου ή μέρους αυτών μόνο αν αναφέρεται ως πηγή το https://paidis.com/ και υπάρχει ενεργός σύνδεσμος.