Ανακοίνωση της ΕΣΕΕ για τη φορολόγηση των μικρομεσαίων σε Ελλάδα και Ευρώπη
Με αφορμή τα σενάρια που κυκλοφορούν ευρέως τις τελευταίες ημέρες σχετικά με τις αλλαγές που προδιαγράφονται στο ισχύον φορολογικό σύστημα για τις επιχειρήσεις, η ΕΣΕΕ προσδιόρισε επακριβώς το σύνολο των νέων επιπλέον φορολογικών επιβαρύνσεων που συνεπάγονται τα νέα μέτρα για τους ασκούντες εμπορική δραστηριότητα.
Οι φημολογούμενες αλλαγές στο φορολογικό, σίγουρα δεν αποτελούν φορολογικές μεταρρυθμίσεις, αφού αναμένεται να αυξήσουν τη φοροδιαφυγή και να εξαναγκάσουν μία στις τρείς μικρομεσαίες επιχειρήσεις να βάλουν λουκέτο.
Μάλιστα, όλα τα παραπάνω καταγράφονται, όταν στην Ελλάδα ήδη όλες οι κατηγορίες φόρων είναι πολύ υψηλότερες από ότι οι αντίστοιχοι Μ.Ο. της Ευρώπης. Πιο συγκεκριμένα, στην Ελλάδα ο φόρος προσωπικού εισοδήματος είναι 49% ενώ στην ΕΕ 43,2, ο φόρος επί των εταιρικών κερδών 30% ενώ στην ΕΕ 26,1% και ο ΦΠΑ 23% τη στιγμή που στην ΕΕ ανέρχεται στο 20%. Ιδιαίτερα για το χώρο των επιχειρήσεων, πρόσφατο παράδειγμα αύξησης φορολογίας στο πλαίσιο των νέων μέτρων λιτότητας αποτελεί η Πορτογαλία, η οποία αυξάνει την φορολογία των επιχειρήσεων από το χαμηλό 9,5% μόνο στο 11,8%, όταν στην Ελλάδα οι “διαρροές” αυξάνουν το 20% της φορολογίας των προσωπικών επιχειρήσεων στα επίπεδα του 35%. Στο πλαίσιο αυτό, το ελληνικό εμπόριο υποστηρίζει σταθερά και από καιρό ότι η διατήρηση αξιοπρεπών μισθών είναι πολύ πιο αποτελεσματική λύση ιδιαίτερα εν μέσω κρίσης από την λανθασμένη επιλογή των υψηλών φόρων. Οι αξιοπρεπείς μισθοί συμβάλλουν πολλαπλασιαστικά στην ανάκαμψη της αγοράς αλλά και στην ενίσχυση των δημοσίων εσόδων. Η πάταξη της φοροδιαφυγής των ελευθέρων επαγγελματιών δεν θα επιτευχθεί με την εξωπραγματική αύξηση των φορολογικών συντελεστών, αλλά με την εφαρμογή ενός νέου, απλού, δίκαιου και έντιμου φορολογικού συστήματος στη μετά ΚΒΣ εποχή.
Ειδικότερα, με την ανάλυση τριών χαρακτηριστικών περιπτώσεων που ακολουθούν και που είναι απολύτως συνυφασμένες με την ελληνική πραγματικότητα προκύπτει ότι ειδικά για την περίπτωση του αυτοαπασχολούμενου η επιβάρυνση μεταξύ 2011 και 2012 ξεπερνάει το 80%. Φαίνεται ότι οι νέες αλλαγές στο φορολογικό σύστημα θα έχουν κυρίως φοροεισπρακτικό χαρακτήρα και όχι μόνο δεν θα συντελέσουν στη βελτίωση της υπάρχουσας κατάστασης αλλά αντίθετα θα εντείνουν την υφεσιακή πορεία στην οποία έχει εισέλθει η οικονομία μας. Πιο συγκεκριμένα:
Με βάση τα στοιχεία του πίνακα, η επιβάρυνση του επιτηδευματία για το έτος 2012 είναι αυξημένη κατά 82,5% (+ 6.197 ευρώ), σε σύγκριση με το 2011 εξαιτίας των προωθούμενων φορολογικών μεταρρυθμίσεων, οι οποίες προβλέπουν πως οι ελεύθεροι επαγγελματίες και οι ασκούντες επιχειρηματική δραστηριότητα ως ατομικές επιχειρήσεις θα αντιμετωπίζονται πλέον ως νομικά πρόσωπα, γεγονός που σημαίνει πως τα καθαρά εισοδήματα των παραπάνω επαγγελματικών ομάδων θα φορολογούνται με συντελεστή 35% από το πρώτο ευρώ καθώς το αφορολόγητο των 5.000 ευρώ αλλά και η προσαύξησή του (αφορολόγητου) για κάθε παιδί, θα αποτελέσουν παρελθόν. Εκτός των άλλων προβλέπεται αύξηση του συντελεστή προκαταβολής φόρου για το επόμενο οικονομικό έτος, από το 55% σε 60%.
Παράδειγμα 2:
Ιδιοκτήτης Ατομικής επιχείρησης – Εργοδότης
• Μέσος ετήσιος τζίρος: 120.000 ευρώ
• Καθαρά προ φόρου κέρδη: 35.000 ευρώ
• Αριθμός απασχολουμένων: 1 άτομο, πωλήτρια – έγγαμη, με 3 χρόνια προϋπηρεσία • Ενοίκιο: 700 ευρώ/μήνα, 70 m2
• Έγγαμος με 1 παιδί και 20 χρόνια προϋπηρεσίας, ασφαλισμένος στον Ο.Α.Ε.Ε. Συνολικές επιβαρύνσεις 2011: 42.896,5 €
Με βάση τα στοιχεία του πίνακα, η επιβάρυνση του επιτηδευματία για το έτος 2012 είναι αυξημένη κατά 20,5% (+8.801,3 ευρώ), σε σύγκριση με το 2011 εξαιτίας των προωθούμενων φορολογικών μεταρρυθμίσεων, οι οποίες προβλέπουν πως οι ελεύθεροι επαγγελματίες και οι ασκούντες επιχειρηματική δραστηριότητα θα αντιμετωπίζονται πλέον ως νομικά πρόσωπα, γεγονός που σημαίνει πως τα καθαρά εισοδήματα των παραπάνω επαγγελματικών ομάδων θα φορολογούνται με συντελεστή 35% από το πρώτο ευρώ καθώς το αφορολόγητο των 5.000 ευρώ αλλά και η προσαύξησή του (αφορολόγητου) για κάθε παιδί, θα αποτελέσει παρελθόν. Εκτός των άλλων προβλέπεται αύξηση του συντελεστή προκαταβολής φόρου για το επόμενο οικονομικό έτος για τις ατομικές επιχειρήσεις, από το 55% σε 60%.
• Απασχόληση 3 μισθωτών: 2 πωλητές έγγαμοι με 10 χρόνιαπροϋπηρεσία ο 1ος και 2 ο 2ος καθώς επίσης και ένας υπάλληλοςγραφείου κάτω των 25 ετών, νεοεισελθόντας στην αγορά εργασίας.
• Ακίνητο 60 m2 – στο όνομα της επιχείρησης, σε περιοχή με τιμήζώνης 2.000 – 2.500 ανά τετραγωνικό μέτρο και παλαιότητας 18ετών και αντικειμενικής αξίας 340.000 ευρώ, για τον 1ο εταίρο.
Με βάση τα στοιχεία του πίνακα, η επιβάρυνση της ομόρρυθμής εταιρείας για το έτος 2012 είναι αυξημένη κατά 24,2% (+21.312,2 ευρώ), σε σύγκριση με το 2011εξαιτίας των προωθούμενων φορολογικών μεταρρυθμίσεων, οι οποίες προβλέπουν κατάργηση της επιχειρηματικής αμοιβής για του συγκεκριμένου τύπου επιχειρήσεις ενώ προβλέπεται επιβολή συντελεστή 30% στα καθαρά κέρδη της επιχείρησης, από το πρώτο ευρώ.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιοποιήθηκαν από την Eurostat στις 21 Μαΐου του τρέχοντος έτους, η Ελλάδα βρίσκεται μεταξύ των Κρατών – Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τις μεγαλύτερες αυξήσεις στους φορολογικούς συντελεστές που επιβάλλονται σε όλες τις πηγές εισοδήματος, χωρίς ωστόσο αυτή η ιδιαίτερα επαχθής φορολογική επιβάρυνση να έχει θετικές επιπτώσεις στα δημόσια έσοδα.
Ακολουθεί αναλυτική παρουσίαση των κυριότερων φορολογικών συντελεστών:
Φόροι στο Εισόδημα:
Ο ανώτατος φορολογικός συντελεστής επί του εισοδήματος των φυσικών προσώπων στην Ελλάδα είναι σημαντικά υψηλότερος από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης αλλά και της Ευρωπαϊκής Ένωσης καθώς έφτασε στο 49%, για το 2012, (συμπεριλαμβανομένου και του ανώτατου συντελεστή 4% της έκτακτης εισφοράς αλληλεγγύης) κατατάσσοντας τη χώρα μας στην όγδοη θέση μεταξύ των 27 της Ε.Ε, όπου ο μέσος όρος είναι 38,1% και της Ευρωζώνης 43,2%.Επιπροσθέτως ενώ από το 2000 έως το 2012 ο ανώτατος φορολογικός συντελεστής για τα φυσικά πρόσωπα αυξήθηκε κατά 4% στην Ελλάδα, τα έσοδα από τον Φ.Ε.Φ.Π. ως ποσοστό του Α.Ε.Π. μειώθηκαν από το 34.6% το 2000 στο 31% το 2012,καταδεικνύοντας όχι μόνο την ανεπάρκεια των φοροεισπρακτικών μηχανισμών να φέρουν εις πέρας το έργο το οποίο τους έχει ανατεθεί αλλά παράλληλα κάνει πλέονεμφανές πως το μίγμα πολιτικής που έχει υιοθετηθεί και προωθεί τη λύση της έντονης λιτότητας και της υπερφορολόγησης , ως τη μόνη διέξοδο από τη κρίση που μαστίζει τη χώρα, είναι πλήρως αποτυχημένη και αναποτελεσματική. Παράλληλα, θα πρέπει να επισημανθεί πως από τη μέρα που εισήλθε η χώρα στο Μηχανισμό Στήριξης (εδώ και δύο χρόνια), έχουν επινοηθεί και επιβληθεί φορολογικές επιβαρύνσεις και προσαυξήσεις επ’ αυτών, όπως: η Εισφορά αλληλεγγύης υπέρ ανέργων Ο.Α.Ε.Δ, η ειδική εισφορά αλληλεγγύης, το τέλος επιτηδεύματος κ.α., οι οποίες όπως είναι φυσικό είναι ιδιαιτέρως δύσκολο να υπολογιστούν στο ακέραιο και συνακολούθως να προβλεφθεί το επιπλέον βάρος που αυτές συνεπάγονται για τους φορολογουμένους. Το συμπέρασμα που συνάγεται από τις παραπάνω διαπιστώσεις είναι πως ο ανώτατος φορολογικός συντελεστής επί του εισοδήματος των φυσικών προσώπων στην Ελλάδα είναι σχεδόν βέβαιο πως υπερβαίνει το 50% και κυμαίνεται σε ένα επίπεδο μεταξύ 50% – 60%.
Φόροι στα Εταιρικά Κέρδη:
Παρόλο που τα στοιχεία της Eurostat καταδεικνύουν μείωση της ανώτατης φορολογικής επιβάρυνσης των επιχειρήσεων από το 40% το 2000 σε 30% το 2012, το ισχύον εθνικό μας φορολογικό σύστημα έρχεται να διαψεύσει τους παραπάνω ισχυρισμούς καθώς ο συνολικός πραγματικός συντελεστής των Νομικών Προσώπων (Α.Ε. και Ε.Π.Ε.)υπολογίζεται στο 40% ενώ για τις Προσωπικές Εταιρείες ο συντελεστής που επιβάλλεται στο όνομα της εταιρείας είναι 20%, χωρίς όμως να λαμβάνεται υπόψη η επιχειρηματική αμοιβή, η οποία υπολογίζεται στο 50% των καθαρών κερδών της εταιρείας. Συνεπώς, ο ιδιοκτήτης Ο.Ε. και Ε.Ε. φορολογείται τόσο σαν εταιρεία όσο και σαν φυσικό πρόσωπο με την φορολογική του επιβάρυνση να διογκώνεται εξαιτίας της φοροεπιδρομής που επιβάλλεται από το Μνημόνιο, με μέτρα όπως το τέλος επιτηδεύματος, οι αυξημένες ασφαλιστικές εισφορές κ.α. Φ.Π.Α Μετά τις αλλεπάλληλες αυξήσεις των τελευταίων ετών, ο ανώτατος συντελεστής Φ.Π.Α. από το 18% το 2000 εκτινάχθηκε στο 23% το 2012κατατάσσοντας την Ελλάδα στην πέμπτη θέση σε επίπεδο χωρών της Ε.Ε.(27). Ο μέσος υψηλότερος συντελεστής Φ.Π.Α. στην Ε.Ε. διαμορφώνεται στο 21% και στην Ευρωζώνη στο 20%, τη στιγμή που παραδοσιακές δυνάμεις της Ευρωζώνης διαθέτουν συντελεστές αρκετά χαμηλότερους από τους δικούς μας (Γερμανία: 19%, Γαλλία19.6%) ενώ και οι λοιπές μεσογειακές χώρες που αντιμετωπίζουν πληθώραοικονομικών προβλημάτων διαθέτουν λιγότερο επιβαρυντικούς προς τους καταναλωτές συντελεστές (Ισπανία: 18% και Ιταλία 21%).
Φορολογικά έσοδα ως ποσοστό επί του Α.Ε.Π:
Όπως προαναφέρθηκε, η συγκεκριμένη κατηγορία αποτελεί στην ουσία την αχίλλειο πτέρνα της ελληνικής Οικονομίας καθώς αντιπροσωπεύει μόλις το 31% του Α.Ε.Π. της χώρας αλλάπαράλληλα αντί να παρατηρείται μία διαχρονική αύξηση του ποσοστού των φορολογικών εσόδων ως μέρος του παραγόμενου πλούτου, το συγκεκριμένο ποσοστό συρρικνώθηκε από το 34.6% το 2000 στο 31.0% το 2010 σε μια περίοδο μάλιστα που το ΑΕΠ μειώνεται. Την ίδια ώρα το μέσο ποσοστό συμμετοχής των φορολογικών εσόδων στο Α.Ε.Π., στα Κράτη – Μέλη της Ε.Ε. (27) είναι 38.4% ενώ στα Κράτη -Μέλη της Ευρωζώνης είναι 38.9%, καταδεικνύοντας τη δυσλειτουργία και τις αγκυλώσεις που χαρακτηρίζουν το εθνικό φορολογικό μας σύστημα και τους φοροεισπρακτικούς μηχανισμούς που διαθέτουμε.
Φορολογικά έσοδα από ακίνητη περιουσία:
Η συγκεκριμένη κατηγορία απέδωσε έσοδα ύψους περίπου 2 δις ευρώ για το έτος 2010 στο ελληνικό Δημόσιο, ποσό όμως το οποίο αναμένεται να καταγράψει σημαντική ανοδική τάση το 2012 καθώς η επιβολή του ειδικού τέλους ακινήτου, το οποίο εισπράχθηκε μέσω των λογαριασμών της Δ.Ε.Η. καθώς και το Ειδικό Τέλος Ακινήτων (Ε.Τ.ΑΚ.) που αφορά στη χρήση 2009 αλλά θα εισπραχθεί το 2012 αναμένεται να δώσει οικονομική ανάσα στα ταμεία του Κράτους. Σε σύγκριση με χώρες που έχουν εφαρμόσει μέτρα σκληρής λιτότητας όπως η Ισπανία(περίπου 22,5 δις) και η Ιταλία (29 δις), η χώρα μας υπολείπεται σε μεγάλο ποσοστό, χωρίς ωστόσο να παραγνωρίζουμε την τεράστια διαφορά που παρατηρείται στη φορολογική βάση εξαιτίας των πληθυσμιακών διαφοροποιήσεων ανάμεσα στις συγκεκριμένες χώρες ενώ η Ιρλανδία αποκομίζει και αυτή πόρους που κυμαίνονται στα ίδια επίπεδα με τους δικούς μας (περίπου 2,5 δις για το 2010)