Του ΠΟΛΥΜΕΡΗ ΒΟΓΛΗ, Επίκουρου καθηγητή Ιστορίας, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας
Πρόδρομος της θεωρίας των «δύο άκρων» μπορεί να θεωρηθεί η θεωρία του ολοκληρωτισμού, η οποία υποστήριξε ότι υπήρχαν δομικές ομοιότητες ανάμεσα στο καθεστώς του Στάλιν στη Σοβιετική Ενωση και τη ναζιστική Γερμανία…
Πρόδρομος της θεωρίας των «δύο άκρων» μπορεί να θεωρηθεί η θεωρία του ολοκληρωτισμού, η οποία υποστήριξε ότι υπήρχαν δομικές ομοιότητες ανάμεσα στο καθεστώς του Στάλιν στη Σοβιετική Ενωση και τη ναζιστική Γερμανία.
Η θεωρία των «δύο άκρων» εμφανίστηκε για πρώτη φορά μετά τις εκλογές του Μαΐου του 2012 και έκτοτε έχει γίνει κομμάτι της δημόσιας συζήτησης. Η επιχειρηματολογία όσων διακινούν την εν λόγω θεωρία θα μπορούσε να συνοψιστεί ως εξής: παρά τις προφανείς διαφορές τους, τόσο ο ΣΥΡΙΖΑ όσο και η Χρυσή Αυγή έχουν δομικές ομοιότητες, διότι και τα δύο κόμματα με τις ιδέες και τη δράση τους απειλούν τους δημοκρατικούς θεσμούς και αλληλοτροφοδοτούν μια πόλωση που θέτει σε κίνδυνο την πολιτική ομαλότητα.
Ουσιαστικά, η θεωρία των «δύο άκρων» επιδιώκει να εξομοιώσει τον ΣΥΡΙΖΑ με τη Χρυσή Αυγή, μέσα από μια λογική που είναι σαθρή και ανιστόρητη.
Η θεωρία των «δύο άκρων», όπως οι πάντες πλέον αναγνωρίζουν, είναι μια ελληνική «ευρεσιτεχνία» και δεν υπάρχει στην επιστημονική ή τη γενικότερη διεθνή συζήτηση ανάλογη.
Τουλάχιστον ατυχής μπορεί να χαρακτηριστεί και η προσπάθεια να θεμελιωθεί η θεωρία των «δύο άκρων» πάνω στην ιστορική αναλογία με τη Δημοκρατία της Βαϊμάρης. Η επίκληση της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης είναι μια κλασική περίπτωση αυτού που ονομάζεται πολιτική χρήση της Ιστορίας. Οι υποστηρικτές της θεωρίας των «δύο άκρων» διατείνονται ότι η άνοδος του ναζισμού ήταν αποτέλεσμα της πόλωσης στην πολιτική ζωή της Γερμανίας στη δεκαετία του 1930 μεταξύ κομμουνιστών και εθνικοσοσιαλιστών σε μια συγκυρία τρομερής οικονομικής κρίσης.
Πρόκειται για μια απλουστευτική ερμηνεία που διαστρεβλώνει την ιστορική πραγματικότητα. Αυτό που δεν αναφέρουν είναι ότι η όξυνση της οικονομικής κρίσης στη Γερμανία ήταν επακόλουθο των συγκεκριμένων πολιτικών που εφαρμόστηκαν, ότι το Κομμουνιστικό Κόμμα παρά την άνοδό του ποτέ δεν κλόνισε την πρωτοκαθεδρία του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος και, τέλος, και ίσως το πιο σημαντικό, ο αστικός πολιτικός κόσμος παρέδωσε την εξουσία στον Χίτλερ και τον όρισε καγκελάριο το 1933.
Η θεωρία των «δύο άκρων» μπορεί να είναι ανιστόρητη αλλά έχει ιστορία. Η προσπάθεια εξομοίωσης του ΣΥΡΙΖΑ με τη Χρυσή Αυγή βρήκε γόνιμο έδαφος εξαιτίας των σημαντικών ιδεολογικών αλλαγών που έχουν συμβεί τις τελευταίες δεκαετίες. Πρόδρομος της θεωρίας των «δύο άκρων» μπορεί να θεωρηθεί η θεωρία του ολοκληρωτισμού, η οποία υποστήριξε ότι υπήρχαν δομικές ομοιότητες ανάμεσα στο καθεστώς του Στάλιν στη Σοβιετική Ενωση και τη ναζιστική Γερμανία. Η θεωρία του ολοκληρωτισμού ήρθε να αντικαταστήσει την αντιφασιστική ιδεολογία που είχε κυριαρχήσει στο πρώτο μισό της δεκαετίας του 1940 στη διάρκεια του κοινού αγώνα των Συμμάχων κατά του Αξονα. Η θεωρία του ολοκληρωτισμού, όπως αναπτύχθηκε κυρίως από τη Χάνα Αρεντ, ήρθε να επισφραγίσει σε ιδεολογικό επίπεδο τις αλλαγές που είχε προκαλέσει ο Ψυχρός Πόλεμος.
Οι εχθροί της φιλελεύθερης δημοκρατίας ήταν δύο: ο ναζισμός, που είχε ήδη ηττηθεί, και ο κομμουνισμός, ο οποίος έπρεπε να ηττηθεί γιατί επεκτεινόταν σε όλο τον κόσμο. Για τους θεωρητικούς του ολοκληρωτισμού, τόσο ο ναζισμός όσο και ο κομμουνισμός χαρακτηρίζονταν από τη στυγνή καταπίεση και τον απόλυτο έλεγχο της κοινωνίας από το κόμμα-κράτος. Η θεωρία του ολοκληρωτισμού, ενώ είχε απήχηση σε φιλελεύθερους και συντηρητικούς διανοούμενους στη δεκαετία του 1950, σταδιακά υποχώρησε κάτω από την επίδραση των ιδεολογικών και πολιτισμικών αλλαγών της δεκαετίας του 1960.
Η συσχέτιση και εξομοίωση του κομμουνισμού με τον ναζισμό αναβίωσε και μετατράπηκε σε ηγεμονική θεώρηση μετά το 1989. Η κατάρρευση των καθεστώτων της Ανατολικής Ευρώπης δεν σήμανε μόνο την απαξίωση του κομμουνισμού. Ο τερματισμός της διαίρεσης της Ευρώπης και η έναρξη της διαδικασίας ενοποίησης μέσα από τη διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ενωσης δημιούργησε την ανάγκη για την κατασκευή μιας νέας αφήγησης για το παρελθόν.
Η ένταξη πολλών πρώην κομμουνιστικών χωρών στην Ευρωπαϊκή Ενωση το 2004 δημιούργησε την ανάγκη να κατασκευαστεί μια νέα ταυτότητα που να μην περιορίζεται πλέον στη Δυτική Ευρώπη αλλά να συμπεριλαμβάνει και τη μετακομμουνιστική Ανατολική Ευρώπη. Η καταδίκη των δύο ολοκληρωτισμών δημιουργούσε μια κοινή ευρωπαϊκή ταυτότητα βασισμένη στην καταδίκη κοινών «τραγωδιών» του παρελθόντος.
Σε αυτήν τη λογική, το 2008 το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ανακήρυξε την 23η Αυγούστου (που παρέπεμπε στην υπογραφή του συμφώνου Ρίμπεντροπ-Μολότοφ) «ευρωπαϊκή ημέρα μνήμης για τα θύματα του σταλινισμού και του ναζισμού», με το σκεπτικό ότι ο σταλινισμός και ο ναζισμός διέπραξαν εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, ενώ στις 2 Απριλίου 2009 εκδόθηκε ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την «ευρωπαϊκή συνείδηση και τον ολοκληρωτισμό». Με αυτόν τον τρόπο κατασκευάστηκε μια νέα αφήγηση για το παρελθόν, κάτι που επαναφέρει το ζήτημα της πολιτικής χρήσης της ιστορίας.
Η συζήτηση για τις ομοιότητες και τις διαφορές μεταξύ σταλινισμού και ναζισμού είναι μακρά, και μέχρι τώρα η προσπάθεια εξομοίωσής τους έχει αποδειχτεί άγονη και αδόκιμη. Ωστόσο, η προσπάθεια εξομοίωσης του ΣΥΡΙΖΑ με τη Χρυσή Αυγή με τη θεωρία των «δύο άκρων», ειδικά μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα και την αποκάλυψη της εγκληματικής δράσης των νεοναζιστών, είναι επικίνδυνη για το μέλλον της δημοκρατίας.
efsyn.gr