Στη δημοσιότητα έδωσε το υπουργείο Οικονομικών το Πολυνομοσχέδιο με τίτλο «Μέτρα στήριξης και ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, οργανωτικά θέματα Υπουργείου Οικονομικών και άλλες διατάξεις», που αναμένεται να ψηφιστεί μέχρι τις 8 Αυγούστου, ούτως ώστε να μην δημιουργηθεί πρόβλημα με την εκταμίευση της επόμενης δόσης -ύψους ενός εκατομμυρίου ευρώ- από την τρόικα.
Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του σχεδίου νόμου, στο μέρος Α’ περιλαμβάνονται διατάξεις του υπουργείου Οικονομικών που αφορούν τον εξορθολογισμό λειτουργίας της Φορολογικής Διοίκησης και τη μείωση του διοικητικού κόστους για τον φορολογούμενο, οργανωτικά θέματα, ρυθμίσεις για την εξόφληση ληξιπροθέσμων υποχρεώσεων φορέων του δημοσίου τομέα, διατάξεις για τον εκσυγχρονισμό της νομοθεσίας που διέπει την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς όπως και θέματα που άπτονται ειδικότερες λειτουργίες της καθώς και διατάξεις για την χάραξη του αιγιαλού και άλλες διατάξεις για την προστασία της δημόσιας περιουσίας. Στο Β’ μέρος περιλαμβάνονται διατάξεις του υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, με τις οποίες εκσυγχρονίζεται το σύστημα δημοσίων συμβάσεων.
Το πολυνομοσχέδιο υπογράφεται από τους υπουργούς Οικονομικών, Εθνικής Άμυνας, Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, Διοικητικής Μεταρρύθμισης, Υγείας, Εργασίας, Αγροτικής Ανάπτυξης, Υποδομών Μεταφορών και Δικτύων, Περιβάλλοντος Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, Δικαιοσύνης, Δημόσιας Τάξης, Τουρισμού και Ναυτιλίας.
Αναλυτικότερα:
Το νομοσχέδιο προβλέπει την απενεργοποίηση του ΑΦΜ εάν υφίστανται αντικειμενικά στοιχεία από τα οποία προκύπτει ότι ο φορολογούμενος έχει παύσει να ασκεί οικονομική δραστηριότητα ή ότι διαπράττει φοροδιαφυγή ή άλλο αδίκημα και την κατάργηση της εκκαθαριστικής δήλωσης στο τέλος του έτους για επιχειρήσεις και ελεύθερους επαγγελματίες που υπάγονται στον ΦΠΑ. Παράλληλα, προβλέπει την ενίσχυση της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων με τη σύσταση 400 οργανικών θέσεων προκειμένου να καλυφθούν οι αυξημένες ανάγκες της και να λειτουργήσει ομαλά η Φορολογική Διοίκηση.
Επίσης, προβλέπει την ένταξη στο ΕΤΕΑ όλων των επικουρικών ταμείων – Ν.Π.Δ.Δ, συμπεριλαμβανομένου και του επικουρικού των ενστόλων, καθώς και την κατάργηση, από την 1/1/2015, σειράς κοινωνικών πόρων (φόρων υπέρ τρίτων) που δεν είχαν συμπεριληφθεί στη λίστα που ήδη έχει ψηφίσει η Βουλή, όπως επίσης και τον καθορισμό της διαδικασίας οριοθέτησης του αιγιαλού.
Όσον αφορά τις ληξιπρόθεσμες οφειλές, προβλέπεται επιχορήγηση φορέων του κλάδου υγείας (νοσηλευτικά ιδρύματα, νομικά πρόσωπα) και πρόνοιας (οργανισμοί κοινωνικής ασφάλισης- ΟΚΑ) αλλά και λοιπών φορέων της γενικής κυβέρνησης που δεν επιχορηγούνται σήμερα από τον κρατικό προϋπολογισμό, με σκοπό να λάβουν επιχορηγήσεις για την άμεση αποπληρωμή ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεών τους σε ιδιώτες που δημιουργήθηκαν τα έτη 2012 και 2013.
Προβλέπει ακόμη τον εκσυγχρονισμό του συστήματος δημοσίων συμβάσεων ενσωματώνοντας το σύγχρονο ευρωπαϊκό πλαίσιο απλοποιώντας και επιταχύνοντας τις διαδικασίες με όρους διαφάνειας και τη μείωση των διοικητικών βαρών σε 11 τομείς της οικονομίας με αποτέλεσμα την ελάφρυνση των πολιτών και την ενίσχυση των κλάδων.
Στις διατάξεις προβλέπεται η συγκρότηση Κεντρικής Επιτροπής Ελέγχου των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης των υπόχρεων προσώπων (βουλευτών, υπουργών κ.ά.), η οποία αποτελείται πλέον από δύο αντιπροέδρους της Βουλής, δύο ανώτατους δικαστικούς λειτουργούς και έναν υποδιοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, πρόσωπα δηλαδή εγνωσμένου κύρους και ανεξαρτησίας. Επίσης, θεσπίζεται η υποβολή δήλωσης οικονομικών συμφερόντων και η ηλεκτρονική υποβολή των δηλώσεων ώστε να καταστεί αποτελεσματικός ο έλεγχος.
Σύστημα δημοσίων συμβάσεων
Αλλάζει το σύστημα δημοσίων συμβάσεων με το δεύτερο μέρος του πολυνομοσχεδίου για τη δόση του 1 δισ. ευρώ που περιλαμβάνει διατάξεις του υπουργείου Ανάπτυξης. Σημειώνεται ότι, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΟΟΣΑ, τα τρία διοικητικά βάρη πληροφόρησης που προκαλούν οι αβελτηρίες του συστήματος δημοσίων συμβάσεων αντιστοιχούν σε οικονομική επιβάρυνση των επιχειρήσεων ύψους 393,13 εκατομμυρίων ευρώ.
Ο χώρος των δημοσίων συμβάσεων είναι διαχρονικά βεβαρημένος, όπως σημειώνεται στην αιτιολογική έκθεση, καθώς δε γίνεται διαφανής και αποτελεσματική διαχείριση των διατιθέμενων πόρων του κρατικού προϋπολογισμού και του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων, συμπεριλαμβανομένων των κονδυλίων των ευρωπαϊκών ταμείων, με συνέπεια να επιβαρύνονται τα ετήσια δημοσιονομικά ελλείμματα και το δημόσιο χρέος και να καθυστερεί ή να ακυρώνεται η υλοποίηση δημόσιων επενδύσεων που θα υπηρετήσουν την ανάπτυξη και την ενίσχυση της απασχόλησης.
Μία από τις μακροχρόνιες παθογένειες και ανωμαλίες που ενδημούν στο ελληνικό σύστημα δημοσίων συμβάσεων συνίσταται στην εκτεταμένη διάσπαση και πολυπλοκότητα του νομοθετικού και θεσμικού πλαισίου, το οποίο συγκροτείται από μία πληθώρα νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών ρυθμίσεων που ρυθμίζουν τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων, την ύπαρξη επικαλυπτόμενων λειτουργιών και αρμοδιοτήτων μεταξύ των δημόσιων φορέων, και τις χρονοβόρες διαδικασίες παροχής έννομης προστασίας. Ειδικότερα, εφαρμόζονται διαφορετικοί κανόνες ανάθεσης ανάλογα με την εκτιμώμενη αξία της σύμβασης (ήτοι εάν υπερβαίνουν τα κατώτατα όρια εφαρμογής των ευρωπαϊκών οδηγιών για τις δημόσιες συμβάσεις), ανάλογα με το είδος της υπό ανάθεση σύμβασης (προμήθειες, υπηρεσίες, έργα), ανάλογα με τον τομέα της αγοράς (τομείς υπηρεσιών κοινής ωφέλειας, υγείας, άμυνας, ασφάλειας, τεχνικών μελετών και συναφών υπηρεσιών) και ανάλογα με το είδος της αναθέτουσας αρχής (φορέας κεντρικής κυβέρνησης, οργανισμός τοπικής αυτοδιοίκησης, δημόσια επιχείρηση, Δ.Ε.ΚΟ., κοκ).
Ο κατακερματισμός αυτός του θεσμικού πλαισίου η πολυνομία και η διαφορετική νομική ερμηνεία και εφαρμογή των επιτείνει την ανασφάλεια δικαίου, αυξάνει τον αριθμό των υποβαλλόμενων διοικητικών και δικαστικών προσφυγών και δυσχεραίνει τη διενέργεια ταχέων, αποτελεσματικών και διαφανών διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων. Η ρύθμιση αποτελεί τη συγκέντρωση των προτάσεων της Ομάδας Δράσης για την Ελλάδα, τις παρατηρήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της μελέτης του ΟΟΣΑ καθώς και τις παρατηρήσεις και προτάσεις που υποβλήθηκαν από φορείς του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα στο πλαίσιο της δημόσιας διαβούλευσης επί της αρχικής εκδόσεως του σχεδίου νόμου από τα τέλη Δεκεμβρίου 2013 μέχρι και τα μέσα Μαρτίου 2014.
Οι βασικές αλλαγές που εισάγει η προτεινόμενη ρύθμιση νόμου
1. Ενοποίηση: Ρυθμίζονται με ενιαίο τρόπο οι διαδικασίες ανάθεσης όλων των μορφών δημοσίων συμβάσεων προμηθειών, υπηρεσιών και έργων, ανεξάρτητα από το είδος της αναθέτουσας αρχής ή αναθέτοντος φορέα (Κράτος, Ο.Τ.Α., δημόσιες επιχειρήσεις, Δ.Ε.Κ.Ο. κλπ.) και καταργούνται όλες οι αντίθετες προϊσχύουσες διατάξεις και όλα τα ειδικά καθεστώτα ανάθεσης που θεσπίσθηκαν κατά καιρούς μετά από αίτημα διάφορων φορέων του Δημόσιου Τομέα. Οι ειδικότερες και λεπτομερειακές ρυθμίσεις που είναι αναγκαίες για την εφαρμογή του νόμου προβλέπεται να ρυθμιστούν αποκλειστικά δυνάμει δευτερογενούς νομοθεσίας (προεδρικά διατάγματα, υπουργικές αποφάσεις) ή πρότυπα έγγραφα διαγωνισμών (τεύχη δημοπράτησης/συμβατικά τεύχη).
2. Καταπολέμηση φαινομένων διαφθοράς: Εισάγονται αυστηρές και αναλυτικές εγγυήσεις διαφάνειας αρχής γενομένης από την υποχρέωση των αναθετουσών αρχών να λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για την αποτελεσματική πρόληψη, τον εντοπισμό και την επανόρθωση συγκρούσεων συμφερόντων που προκύπτουν κατά τη διεξαγωγή διαδικασιών ανάθεσης δημοσίων συμβάσεων, ούτως ώστε να αποφεύγονται τυχόν στρεβλώσεις του ανταγωνισμού και να διασφαλίζεται η ίση μεταχείριση όλων των οικονομικών φορέων (άρθρο 45). Επιπλέον, ο ανάδοχος δεσμεύεται από τη ρήτρα ακεραιότητας, η οποία προβλέπει ότι η σύμβαση καταγγέλλεται υποχρεωτικά εφόσον διαπιστωθεί ότι ο ανάδοχος, πριν ή κατά τη διαδικασία ανάθεσης, αλλά και κατά το στάδιο της εκτέλεσης της σύμβασης, υπέπεσε σε παράνομες συμπεριφορές (άρθρο 46).
3. Προγραμματισμός: Εισάγεται ρητή και καθολική υποχρέωση των αναθετουσών αρχών / αναθετόντων φορέων για τον προγραμματισμό των δημοσίων συμβάσεων που προτίθενται να συνάψουν (άρθρο 148). Η ρύθμιση αυτή είναι εξαιρετικής σημασίας, καθώς θα πρέπει να λαμβάνεται μέριμνα από τις αναθέτουσες αρχές/φορείς εκ των προτέρων και έγκαιρα, ώστε να προγραμματίζουν τις ανάγκες τους για σύναψη δημοσίων συμβάσεων και να προϋπολογίζουν τις εκτιμώμενες δαπάνες.
4. Προκαταρκτικές διαβουλεύσεις με την αγορά: Οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να διεξάγουν προκαταρκτικές διαβουλεύσεις με τους φορείς της αγοράς πριν από την έναρξη μιας διαδικασίας ανάθεσης, με σκοπό τον ακριβή καθορισμό των αναγκών τους, τον προσδιορισμό των τεχνικών προδιαγραφών και τη διαμόρφωση των όρων και προϋποθέσεων για την ανάθεση και την εκτέλεση της σύμβασης στα έγγραφα του διαγωνισμού (άρθρο 149). Επιπλέον, τίθεται το πλαίσιο για τη διεξαγωγή των διαβουλεύσεων κατά τρόπο δομημένο και διαφανή, ώστε να διασφαλίζεται η τήρηση των αρχών της διαφάνειας και της ίσης μεταχείρισης (άρθρο 150). Επιπλέον, ο διάλογος με τους φορείς της αγοράς μπορεί να αποβεί πολύ χρήσιμος, σε περιπτώσεις που οι αναθέτουσες αρχές δεν μπορούν να προσδιορίσουν τους τρόπους με τους οποίους μπορούν να ικανοποιήσουν τις ανάγκες τους ή να εκτιμήσουν ποιές τεχνικές λύσεις προσφέρονται.
5. Ηλεκτρονικές δημόσιες συμβάσεις: Οι διατάξεις της πρότασης (άρθρα 134 – 138) για την ίδρυση και τη λειτουργία του Εθνικού Συστήματος Δημόσιων Ηλεκτρονικών Συμβάσεων («Ε.Σ.Η.ΔΗ.Σ.») σε συνδυασμό με μια ενημερωμένη έκδοση της δευτερογενούς νομοθεσίας που προβλέπεται να τεθεί σε ισχύ, εισάγουν ένα σταθερό και αξιόπιστο θεσμικό πλαίσιο για την ηλεκτρονική διεξαγωγή των διαδικασιών ανάθεσης. Η λειτουργία του Ε.Σ.Η.ΔΗ.Σ. σε συνδυασμό με τη λειτουργία του Κεντρικού Ηλεκτρονικού Μητρώου Δημοσίων Συμβάσεων («Κ.Η.Μ.ΔΗ.Σ.») ως υποχρεωτικού τρόπου δημοσιότητας των δημοσίων συμβάσεων θα επιφέρει σημαντική απλοποίηση στη διεξαγωγή των διαδικασιών ανάθεσης, εξοικονόμηση χρόνου, μείωση του κόστους των διοικητικών συναλλαγών, ταχύτητα, διαφάνεια και περιορισμό της διαφθοράς. Εκτιμάται ότι θα επέλθει αύξηση της συμμετοχής, του ανταγωνισμού και θα υπάρχει καλύτερη σχέσης ποιότητας τιμής και δημιουργία νέων επιχειρηματικών ευκαιριών.