Από την Υποδιεύθυνση Ασφάλειας Βόλου της Διεύθυνσης Αστυνομίας Μαγνησίας, σε συνεργασία με το Γραφείο Συλλογής και Διαχείρισης Επιχειρησιακών Πληροφοριών της Γενικής Περιφερειακής Αστυνομικής Διεύθυνσης Θεσσαλίας, εξιχνιάσθηκε η δράση πολυμελούς εγκληματικής οργάνωσης, που διέπραττε κλοπές-διαρρήξεις οικιών, χρηματοκιβωτίων εταιρειών και κοινωφελών ιδρυμάτων,
καθώς και κλοπές πινακίδων κυκλοφορίας οχημάτων στην πόλη του Βόλου και την ευρύτερη περιοχή της Μαγνησίας.
Σχηματίσθηκε δικογραφία κακουργηματικού χαρακτήρα σε βάρος δεκατριών (13) μελών της οργάνωσης, ημεδαπών ηλικίας από 23 έως 62 ετών, και δέκα (10) τουλάχιστον αγνώστων συνεργών τους, για συγκρότηση και ένταξη, κατά περίπτωση, σε εγκληματική οργάνωση, με διαρκή δράση και ιεραρχία στη δομή της, με σκοπό τη διάπραξη του αδικήματος των διακεκριμένων κλοπών και της ληστείας, με την μορφή της ληστρικής κλοπής.
Πέντε μέλη της οργάνωσης, το ένα από τα οποία αρχηγικό στέλεχος, είναι προφυλακισμένα σε Σωφρονιστικά Καταστήματα της χώρας, ενώ εκδόθηκαν ισάριθμα εντάλματα σύλληψης σε βάρος των υπολοίπων οκτώ (8) ταυτοποιημένων μελών της.
Στο πλαίσιο της εμπεριστατωμένης έρευνας της Υποδιεύθυνσης Ασφάλειας Βόλου, καθώς και από τη συνδυαστική – διεξοδική ανάλυση και αξιοποίηση στοιχείων, διακριβώθηκε ότι δέκα από τους ημεδαπούς, μαζί με έξι από τους άγνωστους συνεργούς τους, από το Σεπτέμβριο του 2013 είχαν συγκροτήσει και συμμετείχαν σε δομημένη και με διαρκή δράση εγκληματική οργάνωση, με σκοπό τη διάπραξη κλοπών και διαρρήξεων, προκειμένου να αποκομίσουν μεγάλα χρηματικά ποσά και πληθώρα χρυσαφικών.
Τα υπόλοιπα μέλη διευκόλυναν και υποβοηθούσαν την εγκληματική οργάνωση στη διάπραξη των κακουργημάτων, παρέχοντας ουσιώδη υλικά μέσα και συγκεκριμένα οχήματα που χρησιμοποιούνταν για την προσέγγιση και τη διαφυγή των δραστών από τους τόπους τέλεσης των κλοπών.
Αρχηγικό ρόλο στην οργάνωση είχε ένας 60χρονος ημεδαπός, έγκλειστος σε σωφρονιστικό κατάστημα της χώρας, ενώ οι υπόλοιποι, είχαν διακριτούς ρόλους μεταξύ τους. Ανάλογα με τις ικανότητες του καθενός χρησιμοποιούνταν και στον κατάλληλο ρόλο, π.χ. ως οδηγός του οχήματος, ως «τσιλιαδόρος», ως «μπουκαδόρος» κ.α.
Ως προς τον τρόπο δράσης τους, τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης, με σύνθεση τουλάχιστον τριών ατόμων, προσέρχονταν από την ευρύτερη περιοχή της Θεσσαλονίκης στη Μαγνησία, με αυτοκίνητα μεγάλου κυβισμού και πεπειραμένους οδηγούς. Κατά την άφιξή τους στην περιοχή προέβαιναν σε αφαίρεση πινακίδων κυκλοφορίας από άλλα οχήματα, τις οποίες τοποθετούσαν στα οχήματά τους, προκειμένου να μην είναι εφικτή η ταυτοποίησή τους.
Χρησιμοποιούσαν συνήθως δύο οχήματα, το ένα για τον εντοπισμό των στόχων και των αστυνομικών δυνάμεων, καθώς και την αφαίρεση-τοποθέτηση των αφαιρεθέντων πινακίδων κυκλοφορίας και το άλλο για την επιβίβαση των δραστών των διαρρήξεων.
Όσον αφορά τους στόχους τους, επέλεγαν συνήθως οικίες που βρίσκονταν σε κοντινή απόσταση μεταξύ τους και σε σημείο που να διασφαλίζεται η εύκολη αποχώρησή τους, ενώ σπανιότερα, επέλεγαν ως στόχους εταιρίες ή κοινωφελή ιδρύματα, που διατηρούσαν χρηματοκιβώτια. Στα οικήματα εισέρχονταν αφού παραβίαζαν με μεγάλα αιχμηρά αντικείμενα τις κύριες εισόδους ή τις μπαλκονόπορτες και τα παράθυρα.
Ο χρόνος άφιξής τους στην περιοχή δράσης, ήταν λίγο πριν από την τέλεση των διαρρήξεων, ενώ ο χρόνος αποχώρησής τους ήταν αμέσως μετά από αυτές και προσδιορίζεται κυρίως κατά τις απογευματινές με βραδινές ώρες, ώστε να υπάρχει μειωμένη κίνηση οχημάτων και πεζών.
Τα μέλη της οργάνωσης αφαιρούσαν κυρίως χρήματα και χρυσαφικά και σε λιγότερες περιπτώσεις φορητούς ηλεκτρονικούς υπολογιστές, κινητά τηλέφωνα καθώς και ηλεκτρικά είδη.
Τέλος, για τη μεταξύ τους επικοινωνία για να αποφύγουν το εντοπισμό τους, χρησιμοποιούσαν αποκλειστικά κινητές τηλεφωνικές συνδέσεις με στοιχεία άλλων ατόμων ή και ανύπαρκτων, τις οποίες άλλαζαν ανά τακτά χρονικά διαστήματα.
Από τη μέχρι στιγμής αστυνομική έρευνα εξιχνιάσθηκαν μία ληστεία, με τη μορφή ληστρικής κλοπής και πενήντα επτά (57) κλοπές-διαρρήξεις και συγκεκριμένα τριάντα οκτώ (38) περιπτώσεις διαρρήξεων-κλοπών οικιών, οκτώ (8) κλοπές – διαρρήξεις χρηματοκιβωτίων εταιριών και κοινωφελών ιδρυμάτων και έντεκα (11) κλοπές πινακίδων κυκλοφορίας οχημάτων, που διεπράχθησαν από το Σεπτέμβριο του 2013 έως το Φεβρουάριο του 2014 στην πόλη του Βόλου και την ευρύτερη περιοχή της Μαγνησίας.
Η λεία των κλοπιμαίων που ήταν κυρίως χρήματα και χρυσαφικά, ανέρχεται στο χρηματικό ποσό των (350.000) ευρώ περίπου.
Η σχηματισθείσα σε βάρος των μελών της οργάνωσης δικογραφία υποβλήθηκε στον κ. Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Βόλου.
Σημειώνεται ότι τα μέλη της οργάνωσης έχουν απασχολήσει κατά το παρελθόν τις αστυνομικές Αρχές για παρόμοια αδικήματα.
Οι έρευνες συνεχίζονται, προκειμένου να διαπιστωθεί τυχόν συμμετοχή τους και σε άλλες περιπτώσεις κλοπών, αλλά και να εξακριβωθεί η ταυτότητα των αγνώστων συνεργών τους.