ΓΡΑΦΕΙ Ο Τάσος Τσιαπλές, μέλος της Κ.Ε του ΚΚΕ
Η κυβέρνηση σχεδιάζει με την τρόικα το επόμενο κύμα των αντεργατικών – αντιασφαλιστικών μέτρων. Ανεξάρτητα από το εύρος των ανατροπών στις οποίες θα καταλήξουν σε αυτήν τη φάση, η τάση είναι δεδομένη για τους εργαζόμενους και το λαό: Μικρότερες συντάξεις, αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης άμεσα για ορισμένες κατηγορίες ασφαλισμένων, ενίσχυση του ανταποδοτικού χαρακτήρα της Ασφάλισης.
Επίσης, παραπέρα ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων, στην οποία θα συντελέσει και η πλήρης απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων. Για «κερασάκι στην τούρτα», έρχεται η πρόθεση της κυβέρνησης να αλλάξει σε πιο αντιδραστική κατεύθυνση το νόμο για το συνδικαλισμό, με στόχο να βάλει περισσότερα εμπόδια στη συνδικαλιστική δράση και άρα στην οργάνωση των αγώνων.
Η τάση αυτή δεν είναι ελληνική ιδιαιτερότητα. Είναι ίδια σε όλη την καπιταλιστική ΕΕ και ορίζεται κατά βάση από τις στρατηγικές της κατευθύνσεις, ανεξάρτητα από τους υπαρκτούς ανταγωνισμούς ανάμεσα στα μονοπώλια της κάθε χώρας και μεταξύ τους. Άλλωστε, οι «μελέτες» για την κατάσταση στα άλλα κράτη – μέλη της ΕΕ, τις οποίες επικαλείται η κυβέρνηση, για να δικαιολογήσει τις ανατροπές στα διάφορα μέτωπα (εργασιακά, Ασφαλιστικό, απολύσεις), αυτό επιβεβαιώνουν.
Απέναντι σε αυτήν την κατάσταση, οι εργαζόμενοι έχουν δύο επιλογές: Η μια είναι να αποδεχτούν τις λογικές της ανάθεσης, της αναμονής, τη λογική ότι η κυβερνητική εναλλαγή, η ανάδειξη μιας νέας κυβέρνησης, αυτής του ΣΥΡΙΖΑ, θα δώσει λύση από τη σκοπιά των εργατικών – λαϊκών συμφερόντων. Όμως, η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ είναι δεσμευμένη στο δρόμο του κεφαλαίου και της Ε.Ε, δεν μπορεί (ούτε θέλει) να ανασχέσει αυτές τις αντιλαϊκές κατευθύνσεις. Οι «προσαρμογές του στο ρεαλισμό», η εμφανής στρατηγική σύμπλευση με τη συγκυβέρνηση στα κρίσιμα ζητήματα, από την «αδιαμφισβήτητη» συμμετοχή της Ελλάδας σε ΕΕ και ΝΑΤΟ, την υπεράσπιση της «ανταγωνιστικότητας», μέχρι τις τελευταίες δηλώσεις για «επιμήκυνση της αποπληρωμής του χρέους», δίνουν τον τόνο. Γι’ αυτό, το μόνο που κάνει, είναι να ανταγωνίζεται την κυβέρνηση σε μέτρα διαχείρισης της ακραίας φτώχειας, που γεννάει ο καπιταλισμός και εκτοξεύεται σε συνθήκες κρίσης του συστήματος. Ο ΣΥΡΙΖΑ καλεί το λαό να συμβιβάζεται με τη φτώχεια και να περιορίζει τις προσδοκίες του στη διαχείριση των πιο ακραίων μορφών της, με «καλύτερους» τάχα όρους. Εκβιάζει ότι ακόμα και αυτά τα ψίχουλα που υπόσχεται εξαρτώνται από το πόσο γρήγορα θα γίνει κυβέρνηση. Σωτηρία σ’ αυτόν το δρόμο δεν υπάρχει για το λαό. Επενδύοντας την προσδοκία του για ουσιαστικές αλλαγές στο ένα ή το άλλο μείγμα διαχείρισης, είναι σαν να αλλάζει λωρίδα, χωρίς όμως να αλλάζει κατεύθυνση.
Η άλλη είναι να επιλέξουν το δρόμο που προτείνει το ΚΚΕ: Της οργάνωσης και πάλης σε κατεύθυνση σύγκρουσης με τη στρατηγική του κεφαλαίου και της ΕΕ. Της ανασύνταξης του εργατικού κινήματος, της προώθησης της συμμαχίας εργαζομένων με άλλες λαϊκές δυνάμεις σε αντικαπιταλιστική – αντιμονοπωλιακή κατεύθυνση, για να αλλάξουν οι πολιτικοί και κοινωνικοί συσχετισμοί υπέρ των εργαζομένων. Προϋπόθεση γι’ αυτό είναι να πιστέψουν οι εργαζόμενοι στη δική τους οργανωμένη δύναμη, να σπάσει η λογική της ανάθεσης, να πολεμηθεί στην πράξη μαζί με την αντιλαϊκή επίθεση και κάθε προσπάθεια που γίνεται να ρίξουν τους εργαζόμενους στο λήθαργο. Σε αυτήν την κατεύθυνση, θα πρέπει να αξιοποιηθούν οι διεργασίες στο εργατικό – λαϊκό κίνημα, οι πολύμορφες αγωνιστικές πρωτοβουλίες συνδικάτων, σωματείων και άλλων φορέων μπροστά στο πανελλαδικό συλλαλητήριο του ΠΑΜΕ την 1η του Νοέμβρη.