Στις 16 /5/2015 παρακολούθησα τη διάλεξη του καθηγητή αστροφυσικής κ Μ. Δανέζη, μαζί με πολλούς συμπολίτες μου. Ήταν μια άκρως ενδιαφέρουσα ξενάγηση, από τον πολυμαθέστατο και πολυγραφότατο καθηγητή, στις τελευταίες προόδους στην επιστήμη του και ευρύτερα.
Κάποια σημεία όμως, μου δημιούργησαν αρνητική εντύπωση και οφείλω να τα επισημάνω, κυρίως γιατί οι διαλέξεις του κ Δανέζη επηρεάζουν μεγάλες μάζες ανθρώπων.
Αρνητική εντύπωση μου έκανε η αναφορά του κ Δανέζη στο διαλεκτικό υλισμό, σαν μια θεωρία που έχει μείνει δεκαετίες πίσω ως προς τις επιστημονικές ανακαλύψεις, αναφέροντας τη ρήση του θεμελιωτή αυτής της θεωρίας Ένγκελς ότι «ο διαλεκτικός υλισμός με κάθε ανακάλυψη που αφήνει εποχή, ακόμη και στις φυσικές επιστήμες, είναι υποχρεωμένος ν αλλάζει μορφή», πράγμα που είναι αλήθεια, αλλά η απλή αναφορά του όμως, αποπροσανατολίζει ως προς την ουσία του ζητήματος. Συγκεκριμένα:
Περιέγραψε ο κ Δανέζης τη σημερινή αντίληψη το κόσμου και της ύλης που μας προσφέρει η φυσική επιστήμη, σαν «μια θάλασσα κοχλάζουσας συνεχούς ενέργειας, την οποία δεν μπορούμε να κομματιάσουμε ή να διαιρέσουμε. Ζει και υπάρχει μόνο σαν ολότητα».
Συγκρίνετε αυτή την περιγραφή, με κείνη που έκανε ο Ένγκελς ήδη απ το 1886, στο έργο του «Λουδοβίκος Φόϋερμπαχ»: «Η μεγάλη βασική ιδέα, πως δεν πρέπει ν αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο σαν ένα σύμπλεγμα από έτοιμα πράγματα, μα σαν ένα σύμπλεγμα από διαδικασίες, όπου τα φαινομενικά σταθερά πράγματα, όχι λιγότερο απ τις ιδεατές απεικονίσεις τους στο κεφάλι μας, τις έννοιες, περνούν μια αδιάκοπη αλλαγή γέννησης και εξαφάνισης, όπου παρ όλη τη φαινομενική συμπτωματικότητα και παρ όλες τις στιγμιαίες πισωδρομήσεις, επιβάλλεται στο χάος μια προσεκτική εξέλιξη, αυτή η μεγάλη βασική σκέψη, έχει ιδιαίτερα από τον καιρό του Χέγκελ, τόσο πολύ περάσει στην κοινή συνείδηση, που μόλις είναι δυνατό να την αμφισβητήσει κανείς στη γενικότητά της αυτή». Και (σαν υποψιασμένος) προσθέτει αμέσως: «Μα είναι διαφορετικό πράγμα να την παραδέχεσαι στα λόγια, απ το να την εφαρμόζεις στην πραγματικότητα, στην κάθε ξεχωριστή περίπτωση και σε κάθε περιοχή έρευνας».
Επίσης ο κ Δανέζης εκτίμησε πως “με τα σημερινά δεδομένα, η ύλη αποτελεί ένα δημιούργημα του μυαλού μας” (αφού αυτό όπως περιέγραψε, αντιλαμβάνεται μόνο τις 3 διαστάσεις και όχι την 4η).
Ήδη όμως ο Μαρξ, πολύ πριν από το 1886, στις θέσεις του για τον Φόϋερμπαχ, έγραφε: «Η κυριότερη ατέλεια του υλισμού ως τώρα, είναι πως το αντικείμενο, η πραγματικότητα, ο αισθητός κόσμος, γίνεται αντιληπτός μόνο με τη μορφή του αντικειμένου ή της άμεσης παράστασης, όχι όμως σαν ανθρώπινη υλική δραστηριότητα ή σαν πράξη, όχι υποκειμενικά…».
Ο κ Δανέζης μάλιστα αναφέρθηκε στο Μάτριξ, σαν παράδειγμα για το πόσο μπορεί να διαφέρει η αντικειμενική πραγματικότητα, απ αυτό που αντιλαμβανόμαστε. Αυτό νομίζω ότι δημιουργεί μια απαισιόδοξη και αρνητική στάση του κόσμου, ως προς τη δυνατότητα ΓΝΩΣΗΣ της αντικειμενικής πραγματικότητας. Ο Ένγκελς στο έργο του «Διαλεκτική της Φύσης» δίνει ένα πιο αισιόδοξο παράδειγμα: «Τα μυρμήγκια έχουν διαφορετικά μάτια απ τα δικά μας και μπορούν να βλέπουν φωτεινές χημικές ακτίνες. Αλλά όσον αφορά τη γνώση αυτών των ακτίνων που εμείς δεν μπορούμε να διακρίνουμε, είμαστε κατά πολύ πιο προχωρημένοι απ τα μυρμήγκια. Και μόνο το γεγονός πως είμαστε ικανοί ν αποδείχνουμε πως τα μυρμήγκια μπορούν να βλέπουν πράγματα αόρατα για μας και πως αυτή η απόδειξη βασίζεται αποκλειστικά σε παρατηρήσεις που έγιναν με τα δικά μας μάτια, αποδείχνει πως η ιδιαίτερη κατασκευή του ανθρώπινου ματιού δεν αποτελεί απόλυτο εμπόδιο για την ανθρώπινη γνώση. Εκτός απ το μάτι μας, έχουμε όχι μόνο τις άλλες αισθήσεις, αλλά και την ενέργεια της σκέψης μας».
Το ουσιαστικό δηλαδή στον άνθρωπο είναι η γνώση, κι αυτή δεν περιορίζεται στις αισθήσεις, αλλά είναι μια περίπλοκη διαλεκτική διαδικασία, που στην αρχή της βρίσκεται η πρακτική (στην παραγωγή, στην επιστήμη, στην κοινωνία), που συνοδεύει η αντίληψη της πραγματικότητας με τις αισθήσεις και τις διαδέχεται η γενίκευση και η σκέψη και στο τέλος έρχεται η πρακτική επαλήθευση και η αναδημιουργία των διαδικασιών που έγιναν γνωστές στον άνθρωπο (Λένιν: «Απ τη ζωντανή θεώρηση των πραγμάτων φτάνουμε στην αφηρημένη έννοια κι απ αυτή στην πραχτική, αυτός είναι ο διαλεκτικός δρόμος της γνώσης και της αλήθειας της γνώσης της αντικειμενικής πραγματικότητας»).
Το αν οι γνώσεις μας αντιστοιχούν στην πραγματικότητα, δεν είναι ζήτημα του μέλλοντος, αλλά ζήτημα που έχει απαντήσει Η ΠΡΑΚΤΙΚΗ εκατομμύρια φορές μέχρι σήμερα στην πορεία της ανθρωπότητας, προχωρώντας και πλησιάζοντας με τις σχετικές αλήθειες (και απορρίπτοντας τις πλάνες) όλο και πιο πολύ την απόλυτη αλήθεια, χωρίς ποτέ να φτάνουμε σ αυτή.
Αλλά τι είναι ύλη; Ο κ Δανέζης σωστά επεσήμανε ότι η έννοια της ύλης είναι φιλοσοφική κατηγορία, δηλαδή μια γενίκευση των δεδομένων εμπειριών της ύλης και των επιστημονικών πορισμάτων.
Απ ότι γνωρίζω τα υποατομικά «σωματίδια» που ανακαλύπτονται στον πυρήνα του ατόμου αυξάνουν ανάλογα με την ισχύ που βομβαρδίζουμε τον πυρήνα και μέχρι σήμερα έχουν εντοπισθεί κάποιες χιλιάδες. Επίσης «ο κενός χώρος» στην πραγματικότητα δεν υπάρχει κι ότι εκεί συνεχώς γεννιούνται και εξαφανίζονται άπειρα «σωματίδια» και μορφές ενέργειας.
Πως λοιπόν μπορείς να χαρακτηρίσεις «καθυστερημένη» μια θεωρία, όταν ένας από τους θεμελιωτές της, ο Λένιν, ήδη από το 1908, έδοσε τον ορισμό της ύλης σαν: «φιλοσοφική κατηγορία, που χρησιμεύει για να υποδηλώνει την αντικειμενική πραγματικότητα που έχει δοθεί στον άνθρωπο απ τα αισθήματά του και που αντιγράφεται, φωτογραφίζεται, απεικονίζεται απ τα αισθήματά μας, ενώ υπάρχει ανεξάρτητα από αυτά», διαχωρίζοντας έτσι την έννοια της ύλης απ τη μάζα (την ουσία) και τις συγκεκριμένες εκδηλώσεις της και θεωρώντας τη σαν ένα όλο.
Ποιος μέχρι σήμερα έχει δώσει ακριβέστερο και πιο γενικό ορισμό, τέτοιον που να καλύπτει και τις σημερινές επιστημονικές γνώσεις;
Ο Ένγκελς μίλησε για «τα κολοσσιαία συμπεράσματα των Ελλήνων, τα οποία κατά πολύ προηγούνται της έρευνας («Διαλεκτική της Φύσης»). Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με τον διαλεκτικό υλισμό. Εγώ θα πρότεινα στον κ καθηγητή, αντί να μέμφεται και ν απορρίπτει με τόση ευκολία, τη μόνη επιστημονική μέχρι σήμερα –καλώς ή κακώς- φιλοσοφική θεωρία, να τη μελετήσει και να τη χρησιμοποιήσει για τη γενίκευση και την φιλοσοφική ερμηνεία των πορισμάτων της επιστήμης του. Γιατί στη φιλοσοφία (δηλαδή την επιστήμη της σκέψης) και ειδικά στη διαλεκτική (που έχει, όπως λέει ο Ένγκελς, ξεπεράσει τη φιλοσοφία ως προς τη μορφή, αλλά έχει διατηρήσει το πραγματικό της περιεχόμενο και είναι η επιστήμη των γενικών νόμων της κίνησης και της εξέλιξης της φύσης, της ανθρώπινης κοινωνίας και της νόησης), δεν μπορεί να χρησιμεύσει κανένα μικροσκόπιο ή άλλο επιστημονικό όργανο, ούτε μπορεί να έχει αξία κάποια μαθηματική απόδειξη, παρά μόνο η δύναμη της αφαίρεσης και ο χειρισμός του συστήματος των εννοιών που έχει αναπτύξει η ανθρωπότητα, μέχρι σήμερα. Και άλλο μέσο για την ανάπτυξη της θεωρητικής σκέψης, δεν υπάρχει μέχρι σήμερα, εκτός απ τη μελέτη της ίδιας της φιλοσοφίας.