Ο Richard Labévière, εμπειρογνώμονας σε διεθνή και στρατηγικά ζητήματα, συγγραφέας και αρχισυντάκτης του σάιτ Proche et Moyen-Orient.ch/Observatoire géostratégique, αναλύει την αλλαγή πλεύσης των ΗΠΑ στη διαχείριση των ζητημάτων που σχετίζονται με την τρομοκρατία, απαντώντας στις ερωτήσεις της δημοσιογράφου Lina Kennouche.
Lina Kennouche : Θεωρείτε πως η “τρομοκρατία” έχει γίνει το ύστατο στάδιο της παγκοσμιοποίησης, κι ότι αυτή η εξέλιξη στην αντιμετώπιση του φαινομένου σχετίζεται με τη μετεξέλιξη του καπιταλιστικού συστήματος ;
Richard Labévière: Ναι, η τρομοκρατία παρουσιάζει οφέλη και εγγράφεται στη λογική της οικονομικής παγκοσμιοποίησης επειδή ο αγώνας ενάντια στην τρομοκρατία δημιουργεί εκατομμύρια θέσεις εργασίας στις βιομηχανίες όπλων, επικοινωνίας, κλπ.
Η τρομοκρατία είναι αναγκαία στη διαδικασία εξέλιξης του καπιταλιστικού συστήματος, που βρίσκεται σε κρίση αλλά αναδιαμορφώνεται διαρκώς διαχειριζόμενο την κρίση αυτή.
Η ιδέα της διαχείρισης χωρίς λύση είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την αναδιάταξη του κεφαλαίου. Σ’ ένα λαμπρό δοκίμιο, ο Georges Bataille είχε εξηγήσει το 1949 πως κάθε αναδιάταξη του κεφαλαίου απαιτεί κι ένα μέρος σπατάλης, την οποία ονομάζει “καύση”, και μπορούμε να πούμε σήμερα πως η τρομοκρατία είναι αυτό το τμήμα της “καύσης” που συνδέεται οργανικά με τον παγκοσμιοποιημένο καπιταλισμό.
Αν το Ισλαμικό Κράτος δεν υπήρχε, θα έπρεπε να το εφεύρουμε. Επιτρέπει τη διατήρηση της αύξησης του στρατιωτικού προϋπολογισμού, δημιουργώντας εκατομμύρια θέσεις εργασίας υπεργολαβίας στο αμερικανικό στρατιωτικό-βιομηχανικό σύμπλεγμα, στην επικοινωνία, την εξέλιξη των contractors, κλπ.
Η διατήρηση της ασφάλειας έχει γίνει ένας ξεχωριστός οικονομικός τομέας. Πρόκειται για τη διαχείρηση ενός εποικοδομητικού χάους. Μεγάλες εταιρείες σαν την Google για παράδειγμα υποκαθιστούν το κράτος και τις μεγάλες επιχειρήσεις επενδύοντας στην έρευνα στον αμερικανικό στρατιωτικό τομέα και χρηματοδοτώντας μελέτες για ρομπότ καθώς και για θαλάσσια και εναέρια drones. Όλα αυτά μεταβάλουν το κλασικό στρατιωτικό-βιομηχανικό σύμπλεγμα και αποφέρουν χρήμα. Στα πλαίσια μιας τέτοιας αλλαγής, η τρομοκρατία είναι μία απόλυτη αναγκαιότητα. Το Ισλαμικό Κράτος δεν εξαρθρώνεται, αλλά συντηρείται επειδή εξυπηρετεί το σύνολο αυτών των συμφερόντων. Κι εδώ δεν πρόκειται για θεωρία συνομωσίας, είναι μια πραγματικότητα αν εξετάσουμε την εξέλιξη της οικονομίας.
Lina Kennouche : Ποιές είναι οι επιπτώσεις μιας τέτοιας λογικής ;
Richard Labévière : Η ουσία είναι ότι μεγιστοποιούνται έτσι τα κοινωνικά αίτια της εμφάνισης της τρομοκρατίας. Δεν έχει αρκετά ειπωθεί πως αυτοί που στρατολογούνται από το Ισλαμικό Κράτος και λαμβάνουν ένα μισθό προέρχονται από το λούμπεν προλεταριάτο της Τρίπολης ή άλλων περιοχών όπου οι άνθρωποι ζουν μέσα στην ακραία φτώχεια επειδή η εξέλιξη του καπιταλισμού αποδυναμώνει τα κράτη, την κοινωνική πολιτική τους, με αποτέλεσμα να καθηλώνονται οι ασθενέστερες τάξεις σε μια κατάσταση επιβίωσης όλο και πιο περίπλοκη.
Χωρίς να περιορίζουμε το φαινόμενο σε μία και μόνο αιτία, η κακή ανάπτυξη και η οικονομική κατάρρευση δεν παύουν να αποτελούν ένα σημαντικό λόγο της εξάπλωσης του Ισλαμικού Κράτους.
Απέναντι σ’ αυτό, οι ΗΠΑ διατήρησαν την κατάσταση χρεοκωπίας των κρατών της περιοχής της Σαχάρας και του Σαχέλ ευνοώντας τη δημιουργία μαφιόζικων μικρο-κρατών. Η λογική μιας τέτοιας αντιμετώπισης της ασφάλειας δείχνει πως το χρήμα έχει καταστεί σήμερα ο κυρίαρχος παράγοντας των διεθνών σχέσεων. Ο λόγος για τον οποίο η Σαουδική Αραβία, το Κατάρ έγιναν τόσο σημαντικοί εταίροι για τις δυτικές χώρες είναι επειδή έχουν χρήμα. Με τη δική τους λογική, που είναι η λογική των Βεδουίνων, οι Σαουδάραβες πιστεύουν πως όλα αγοράζονται. Το χρήμα αντικατέστησε την πολιτική προσέγγιση των διεθνών σχέσεων και αποτελεί πλέον το βασικό δεδομένο και τον μπούσουλα της διαχείρησης των κρίσεων. Από το γεγονός αυτό απορρέει και το εντελώς δυσανάλογο βάρος που επωμίζονται η Σαουδική Αραβία, το Κατάρ, το Κουβέιτ και τα Εμιράτα στη διαχείρηση των κρίσεων στην Εγγύς και Μέση Ανατολή. ‘Οταν βλέπουμε τους Σαουδάραβες να ραντίζουν με πακτωλό χρήματων τη Σενεγάλη, και τη χώρα αυτή να στέλνει 200 στρατιώτες στην Υεμένη, καταλαβαίνουμε τη σημασία του χρήματος. Βλέπουμε επίσης πως αυτή η κούρσα για το χρήμα εξηγεί και τη νέα γαλλική διπλωματία.
Lina Kennouche : Δηλαδή ;
Richard Labévière : Την εποχή του στρατηγού Ντε Γκωλ και του Φρανσουά Μιτεράν, μιλούσαν για μια αραβική πολιτική της Γαλλίας, σήμερα γίνεται λόγος για μια σουνιτική πολιτική της Γαλλίας. Η γαλλική διπλωματία ευθυγραμμίζεται σήμερα πάνω στα σαουδαραβικά συμφέροντα, επειδή η Γαλλία πουλάει όπλα, Αιρμπάς, στο Ριάντ, στα Εμιράτα, στο Κουβέιτ … ‘Ολα αυτά υπολογίζονται σε 35 δισ. δολάρια για το Cac 40. Είναι μία μπακαλίστικη διπλωματία όπου η στρατηγική θεώρηση του εθνικού συμφέροντας έχει αντικατασταθεί από την κούρσα για το χρήμα. Οι διοικητικές και πολιτικές ελίτ δεν αναφέρονται πια στην υπεράσπιση του εθνικού συμφέροντος, αλλά στην υπεράσπιση των ιδιωτικών τους συμφερόντων. Το χρήμα εξηγεί την παραίτηση και την προδοσία των ελίτ.
Σε μια τέτοια συγκυρία, η ελευθερία έκφρασης έχει περιοριστεί σε μια απλή εναλλακτική στάση, του να είσαι ή να μην είσαι Charlie. Σήμερα εφαρμόζεται μία “σόφτ” λογοκρισία, η οποία εμποδίζει στα mainstream μέσα τις έρευνες ή την κριτική απέναντι στη Σαουδική Αραβία ή το Κατάρ. Η διπλωματία περιήλθε στα χέρια μιας γαλλικής νεοσυντηρητικής σχολής που αντικατέστησε την πολιτική και την διεθνή προσέγγιση με μία ηθική των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που συγκαλύπτει τον αγώνα για τα χρηματικά της συμφέροντα.
Διαβάστε όλη τη συνέντευξη ΕΔΩ