Τη στιγμή που το δημόσιο σχολείο διαλύεται, με ευθύνη της κυβέρνησης, το μοναδικό μέλημα της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου παιδείας πέρα από τις μεγαλοστομίες της που οδηγούν σε αποδείξεις αναξιοπιστίας και πολιτικής ασυνέπειας, είναι ο έλεγχος της διοικητικής πυραμίδας της εκπαίδευσης.
Συγκεκριμένα:
- Για την επίτευξη του παραπάνω στόχου, η κυβέρνηση ψήφισε πρόσφατα το Ν.4342/15, ο οποίος στο άρθρο 42 προβλέπει το νέο τρόπο συγκρότησης των υπηρεσιακών συμβουλίων. Η νέα διάταξη δίνει τη δυνατότητα στον Περιφερειακό Διευθυντή να ορίζει στο ΠΥΣΠΕ απευθείας τους δύο εκπαιδευτικούς με τους αναπληρωτές τους χωρίς να θέτει κανένα αντικειμενικό και αξιοκρατικό κριτήριο πέραν της 15ετούς υπηρεσίας. Μ’ αυτόν τον τρόπο διευκολύνεται με πρωτοφανή και κραυγαλέο τρόπο η επιλογή ”των δικών μας παιδιών από τους δικούς μας ανθρώπους”. Η ”δεύτερη φορά αριστερά” θέλει να έχει τον απόλυτο έλεγχο των αποφάσεων των συμβουλίων, αδιαφορώντας αν με την ρύθμιση αυτή υποβαθμίζει το κύρος και την αξιοπιστία των συμβουλίων.
- Της προσπάθειας ελέγχου των υπηρεσιακών συμβουλίων προηγήθηκε η επιλογή των 13 Περιφερειακών Διευθυντών, όπου θριάμβευσε ο κομματισμός, η ημετεροκρατία, η αναξιοκρατία και η παρεοκρατία. Η σκληρή παραταξιακή λογική και η κομματική σκοπιμότητα, που επικράτησε σ’ αυτές τις επιλογές σε συνδυασμό με την έλλειψη, συγκεκριμένης εκπαιδευτικής πολιτικής σηματοδότησε τη βούληση της κυβέρνησης για τον έλεγχο όλων των επιλογών στελεχών εκπαίδευσης.
- Η προσπάθεια κομματικοποίησης συνεχίστηκε με τις επιλογές Διευθυντών Σχολείων. Δυστυχώς για την κυβέρνηση το αποτέλεσμα της επιλογής των διευθυντών σχολικών μονάδων που πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά με την ψήφο του συλλόγου διδασκόντων ήταν εκτός σχεδιασμού και μη αναμενόμενο. Το αποτέλεσμα πιστοποίησε τις προηγούμενες επιλογές ως ”αξιοκρατικές” και δεν έδινε τη δυνατότητα ελέγχου της επιλογής Διευθυντών Εκπαίδευσης. Για να αποκτήσει τον έλεγχο της επιλογής τους προχώρησε σε αλλαγή της διαδικασίας επιλογής των Διευθυντών Εκπαίδευσης που η ίδια κυβέρνηση είχε ψηφίσει, επαναφέροντας τη συνέντευξη και συγκροτώντας περιφερειακά συμβούλια επιλογής, απόλυτα ελεγχόμενα. Συγκεκριμένα τα πενταμελή Συμβούλια θα αποτελούνται από τον Περιφερειακό Διευθυντή Εκπαίδευσης ”διορισμένο κομματικό στέλεχος”, από έναν πανεπιστημιακό κι έναν Σχολικό Σύμβουλο που προτείνει ο Π.Δ. χωρίς κριτήρια, και τους 2 αιρετούς. Είναι προφανής και απαράδεκτη η μεθόδευση ελέγχου και των Συμβουλίων Επιλογής. Ούτε τα προσχήματα πλέον δεν κρατούν. Ουδείς δεν αμφισβητεί πως η σχεδιαζόμενη νομοθετική ρύθμιση, που κατατέθηκε αιφνιδιαστικά ως τροπολογία στο σχέδιο του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης με τίτλο ”Βοσκήσιμες γαίες Ελλάδας και άλλες διατάξεις” (εδώ γελούμε για να μην κλάψουμε), αποδεικνύει πέραν της προσπάθειας κομματικοποίησης της εκπαίδευσης, ότι ο διάλογος που εξαγγέλλει ο υπουργός αλλά και ο Πρωθυπουργός είναι προσχηματικός κι επίπλαστος.
Με ευθύνη του Υπουργού Παιδείας κανένας διάλογος για το συγκεκριμένο θέμα δεν έχει γίνει έως σήμερα, ούτε με τις ομοσπονδίες, ούτε με τους αιρετούς ΚΥΣΠΕ, ΚΥΣΔΕ.
Η χωρίς προηγούμενο απαξίωση του διαλόγου με ταυτόχρονη απαξίωση των συνδικαλιστικών οργάνων πιστοποιούν την απύθμενη ανευθυνότητα της πολιτικής ηγεσίας στην αντιμετώπιση εκπαιδευτικών θεμάτων αλλά και την έλλειψη σοβαρής και υπεύθυνης εκπαιδευτικής πολιτικής.
Οι πρόχειρες και αποσπασματικές νομοθετικές πρωτοβουλίες όχι μόνο δε δίνουν λύσεις στα προβλήματα της εκπαίδευσης αλλά δημιουργούν και νέα.
Ο κ. Φίλης, που συνεχώς επικαλείται την έναρξη ”εθνικού και κοινωνικού διαλόγου για την παιδεία”, ας αναλογιστεί τις ευθύνες του και με δεδομένη τη δυσπιστία των εκπαιδευτικών απέναντι στις προθέσεις, τη σκοπιμότητα και εγκυρότητα του συστήματος επιλογής στελεχών εκπαίδευσης, που προωθείται, οφείλει να αποσύρει άμεσα όλες τις τροπολογίες που αφορούν στην επιλογή στελεχών και να ξεκινήσει έναν γόνιμο και ουσιαστικό διάλογο με τις ομοσπονδίες των εκπαιδευτικών.
Έναν διάλογο με στόχο τη διασφάλιση των όρων που απατούνται για την εφαρμογή ενός συστήματος επιλογής στελεχών με αντικειμενικά, αξιοκρατικά και αποδεκτά απ’ όλους κριτήρια και με συμβούλια επιλογής μη ελεγχόμενα.
Όλοι μας, πρέπει να κατανοήσουμε, ιδιαίτερα σήμερα που ζούμε πρωτόγνωρες καταστάσεις, την ανάγκη ενός συλλογικού και οραματικού σχεδίου που θα ενώνει και θα προσφέρει προοπτική για ποιότητα στην εκπαίδευση και στην αναβάθμιση του κύρους, της αξιοπιστίας και του ρόλου των στελεχών εκπαίδευσης.