Της Κωνσταντινιάς Πατσή*
Όπως αντικρίζεις από τα κορφοβούνια των θεσσαλικών βουνών τον καρπερό κάμπο τής Θεσσαλίας, σου φαίνεται πώς είναι στρωμένος μ’ ένα απέραντο υφαντό κιλίμι πάνω στο οποίο ή Φύση κι ο Άνθρωπος ύφαναν λογής-λογής ξόμπλια.
Χωράφια και μποστάνια, ποτάμια και ξεροτοπιές, σχηματίζουν γοητευτικούς χρωματικούς και σχεδιαστικούς συνδυασμούς, πού καταλήγουν στα θυσανωτά κρόσσια των βουνοκορφών και των αιγαιοπελαγίτικων ακτών. Κι όταν περπατήσεις το χώρο τούτο βλέπεις, πώς όλη ή κοινωνική και οικογενειακή ζωή των ανθρώπων του, είναι τυλιγμένη στη ζεστασιά τού σπιτικού υφαντού. Στη γέννηση και στο θάνατο, στο γάμο και στο πανηγύρι, στη δουλειά και στην ξεκούραση, κάποιο υφαντό θα προσφέρει τη ζεστή μαλακότητα και το χρωματικό του χαμόγελο.
Τα υφαντά της Θεσσαλίας είναι τα σιωπηλά τραγούδια τής απλής χαράς. Ή αλύγιστη ψυχή των Θεσσαλών χαμογελάει γλυκά στη ζωή με των υφαντών τη μουσική. Καθώς ή ματιά περπατάει στο μάκρος του κιλιμιού, σέρνει μαζί της την καρδιά από τούς ψηλούς τόνους του κόκκινου στις βαρείες νότες του σκουροπράσινου και του μαύρου, για να τραγουδήσει τον Αυγερινό πού βγαίνει λαμπρός πάνω από τον κάμπο. Κάθε θεσσαλικό υφαντό είναι ένα τονισμένο χρονικό τής μακριάς τοπικής ιστορίας. Μέσα του αντηχούν αρχαίοι παιάνες, βυζαντινές μελωδίες, ανατολίτικοι σκοποί, κλέφτικα τραγούδια, καημοί και πόθοι ενός λαού πού έχει τη δύναμη να φυτεύει το λουλούδι τής χαράς και της ελπίδας στο χώμα το ποτισμένο με δάκρυα και αίμα.
Εδώ ένα πανάρχαιο γεωμετρικό μοτίβο εκεί ένα βυζαντινό κόσμημα. Αλλού ένα ανατολίτικο στολίδι απλοποιημένο μια χρωματική αρμονία βυζαντινής διακοσμητικής φρίζας, μια θαμπή ανάμνηση βγαλμένη μέσα από την κασέλα του ναύτη πού γύρισε από τα λιμάνια τής Φραγκιάς, σχέδια που ταξίδεψαν με τα καραβάνια των πραματευτάδων. Κι όλα αυτά όχι σάν δανεικά «ένθέματα» αλλά σαν στοιχεία μιας καινούργιας σύνθεσης, πού μέσα στον περιορισμένο χώρο ενός υφαντού κλείνει το νόημα τής ζωής ενός λαού, καθώς κοιτάζεις ένα θεσσαλικό υφαντό, θαρρείς πώς αντίκριζες από ψηλά το θεσσαλικό κάμπο, πελώριο κιλίμι, όπου άφησε τις πατημασιές της η ‘Ιστορία.
Στον Τύρναβο κατά τον 18ο αιώνα ακμάζει το εμπόριο, η αγροτική οικονομία, η βιοτεχνία, παράλληλα ανθεί και η λαϊκή τέχνη. Εάν ποίηση σημαίνει υλική δημιουργία αλλά και φαντασία, σκέψη, ιδέες, όραμα τότε αργαλειός είναι πραγμάτωση της «ποίησης» τόσο σε πρακτικό όσο και σε νοητικό επίπεδο. Απαιτεί κίνηση των χεριών και του σώματος αλλά ταυτόχρονα και εγρήγορση σκέψης. Η Τυρναβίτισσα υφάντρα συντόνιζε τις κινήσεις με το νου, τη φαντασία και τη μνήμη της και υλοποιούσε μοναδικά σχέδια. Η τέχνη του αργαλειού είναι τέχνη του νου και των χεριών, των λεπτομερειακών υπολογισμών και της ικανότητας της υφάντρας. Η υφάντρα συνελάμβανε το σχέδιο, φαντάζονταν περίπου την εικόνα του και το έκανε πραγματικότητα, μόνο με τη βοήθεια του μνημονικού, του γούστου και της φαντασίας.
Σκυμμένη πάνω στο υφάδι, με τραγούδια, μερόνυχτα ολόκληρα, αποτύπωνε στο υφαντό της, τα όνειρα, τις σκέψεις, τους καημούς, τις χαρές και τις λύπες της. Με πολλές δυσκολίες και χωρίς σχετική τεχνική κατάρτιση, με οδηγό μόνο το μεράκι, την πείρα και την παράδοση, έδινε αριστουργήματα τέχνης. Με φοβερή ύφανση, χρωματική αρμονία και δύσκολα σχέδια ακολουθούσε την παράδοση. Η μάνα δίδασκε την κόρη και εκείνη με τη σειρά της την κόρη της. Τα σχέδια παραδοσιακά αλλά και το αναπτυγμένο καλλιτεχνικό ένστικτο, έδινε την προσωπική της σφραγίδα και βοηθούσε στην ανανέωση της παράδοσης.
Πηγές
Κίτσος Μακρής, στο βιβλίο του, ΤΑ ΥΦΑΝΤΑ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ, Εθνικός Οργανισμός Ελληνικής Χειροτεχνίας (ΕΟΕΧ), Αθήνα 1961.
Μ. Σπανού, Τάση αναζωπύρωσης της αρχαιοτέρας των τεχνών, της υφαντικής τέχνης: Η αναβίωσή της στο Βόλο από το Λύκειο των Ελληνίδων
Ρουκά Πελαγία , Αργαλειός και γυναίκα μια δημιουργική αφήγηση
*Η Κωνσταντινιά Πατσή είναι Διευθύντρια του ΓΕ.Λ Τυρνάβου. Πτυχιούχος της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, κάτοχος Μεταπτυχιακού διπλώματος Master of Business Administration (MBA) του Staffordshire University