Οκτώ υπάλληλοι του ΟΣΕ, αρκετοί από τους οποίους υψηλόβαθμοι, κατηγορούνται για συμμετοχή σε πολυμελές κύκλωμα που εξαπατούσε τον Οργανισμό ζημιώνοντάς τον πολλά εκατομμύρια ευρώ, σύμφωνα με όσα ανέφεραν σήμερα σε συνέντευξη Τύπου
ο υπουργός Υποδομών και Μεταφορών Χρ. Σπίρτζης, ο Αναπληρωτής υπουργός Προστασίας του Πολίτη Ν. Τόσκας και ο Διευθυντής της Διεύθυνσης Οικονομικής Αστυνομίας, Υποστράτηγος Ανδρέας Αποστολόπουλος.
Οπως τονίστηκε συνολικά η Διεύθυνση Οικονομικής Αστυνομίας προχώρησε τα τελευταία εικοσιτετράωρα στη σύλληψη 19 ατόμων με την κατηγορία ότι συμμετείχαν σε σπείρα που είτε έκλεβε το προς εκποίηση υλικό του ΟΣΕ πουλώντας το ως σκράπ είτε, με τη συνδρομή επίορκων υπαλλήλων του Οργανισμού, «έστηνε» διαγωνισμούς για την πώληση υλικών του ΟΣΕ, αγοράζοντάς τα σε χαμηλότερες από τις προβλεπόμενες τιμές.
Συνολικά, στη σπείρα κατηγορούνται ότι συμμετείχαν 30 άτομα απ’ όλη την επικράτεια, εκ των οποίων πολλοί είναι Ελληνες Ρομά. Αρχηγικά μέλη εμφανίζονται δύο ιδιώτες, ιδιοκτήτες εταιρειών διαχείρισης σκραπ.
Στα σπίτια ορισμένων εκ των επίορκων υπαλλήλων βρέθηκαν δεσμίδες με μεγάλα χρηματικά ποσά.
Αναλυτικά στη συνέντευξη τύπου τονίστηκαν τα εξής:
«Η Διεύθυνση Οικονομικής Αστυνομίας κατάφερε να αποδημήσει πλήρως εγκληματική οργάνωση, τα μέλη της οποίας προέβαιναν με διάφορες μεθοδεύσεις στην παράνομη ιδιοποίηση μεγάλων ποσοτήτων εκποιήσιμου υλικού του Ο.Σ.Ε., της Ελληνικής Εταιρίας Συντήρησης Σιδηροδρομικού Τροχαίου Υλικού «Ε.Ε.Σ.Σ.Τ.Υ. Α.Ε.» και της ΓΑΙΑ Ο.Σ.Ε., σε διάφορες περιοχές της χώρας μας ή στην εξαπάτηση επιχειρήσεων δημόσιας ωφέλειας, με τη μέθοδο των πλασματικών μετρήσεων.
Η εξάρθρωση της εγκληματικής οργάνωσης είναι αποτέλεσμα πολύμηνων και στοχευμένων αστυνομικών ερευνών, κατά τις οποίες αξιοποιήθηκαν και διασταυρώθηκαν πλήθος στοιχείων και δεδομένων που αφορούσαν στις παράνομες δραστηριότητες των μελών της.
Σε όλα τα στάδια της πολύμηνης ερευνητικής διαδικασίας υπήρξε στενή συνεργασία με τις αρμόδιες Υπηρεσίες του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών.
Στο τελικό στάδιο των ερευνών προχθές, Τετάρτη 13 Δεκεμβρίου 2017, οργανώθηκαν παράλληλες συντονισμένες αστυνομικές επιχειρήσεις σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Αλεξανδρούπολη, Βόλο, Πέλλα, Θήβα και Λαμία, στο πλαίσιο των οποίων συνελήφθησαν συνολικά δέκα εννέα (19) ημεδαποί, μεταξύ των οποίων τα τρία (3) αρχηγικά μέλη της οργάνωσης και οκτώ (8) υπάλληλοι του Ο.Σ.Ε.
Οι επιχειρήσεις πραγματοποιήθηκαν με τη συνδρομή της Υποδιεύθυνσης Οικονομικής Αστυνομίας Βόρειου Ελλάδας και τις κατά τόπους αστυνομικές Υπηρεσίες.
Σε βάρος των συλληφθέντων σχηματίστηκε δικογραφία για τα – κατά περίπτωση – αδικήματα της συγκρότησης, ένταξης και διεύθυνσης εγκληματικής οργάνωσης, των διακεκριμένων περιπτώσεων κλοπής, απάτης, ψευδούς βεβαίωσης, πρόληψης και καταστολής της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, δωροληψίας και δωροδοκίας υπαλλήλου, παρακώλυσης συναγωνισμού, της νομοθεσίας για παραβάσεις φορολογικών διαδικασιών και άλλων διατάξεων και της νομοθεσίας που αφορά στην αύξηση των ποινών για τους καταχραστές του δημοσίου.
Επιπλέον, στη δικογραφία περιλαμβάνονται άλλα έντεκα (11) μέλη της εγκληματικής οργάνωσης, μεταξύ των οποίων δυο υπάλληλοι του Ο.Σ.Ε και υπάλληλος της Δ.Ε.Η., οι όποιοι κατηγορούνται για τα –κατά περίπτωση- αδικήματα της ένταξης σε εγκληματική οργάνωση, της δωροληψίας, των διακεκριμένων περιπτώσεων κλοπής, της απάτης και της ψευδούς βεβαίωσης.
Η δράση της εγκληματικής οργάνωσης εντοπίζεται από το Φεβρουάριο του 2015, ενώ η λειτουργία της εκτείνεται με τη μορφή «δικτύου» σε διάφορες περιοχές της ελληνικής επικρατείας και συγκεκριμένα σε Αττική, Θεσσαλονίκη, Πέλλα, Ημαθία, Κοζάνη και Ξάνθη. Επιπλέον, ήταν δομημένη ιεραρχικά και τα μέλη της λειτουργούσαν με διακριτούς ρόλους, στο πλαίσιο κεντρικού σχεδιασμού.
Αρχηγικό-καθοδηγητικό ρόλο είχαν τρεις από τους συλληφθέντες, οι οποίοι είχαν διαμορφώσει κατάλληλη υποδομή, που εντοπίζεται μεταξύ άλλων, στην ίδρυση, διαχείριση και εκμετάλλευση (3) επιχειρήσεων με δραστηριότητα το χονδρικό εμπόριο παλαιών σιδήρων και μετάλλων, με έδρα στην Θεσσαλονίκη, Βόλο και Λαμία.
Οι συγκεκριμένες επιχειρήσεις χρησιμοποιούνταν ως «όχημα» για τη συμμετοχή τους σε πλειοδοτικούς διαγωνισμούς εκποίησης άχρηστων υλικών, με αναθέτουσες εταιρείες κυρίως τις εξής : Οργανισμός Σιδηροδρόμων Ελλάδος «Ο.Σ.Ε. Α.Ε.», Ελληνική Εταιρία Συντήρησης Σιδηροδρομικού Τροχαίου Υλικού «Ε.Ε.Σ.Σ.Τ.Υ. Α.Ε.», Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού «Δ.Ε.Η. Α.Ε.», Ανεξάρτητος Διαχειριστής Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας «Α.Δ.Μ.Η.Ε. Α.Ε.» καθώς και Ελληνικά Αμυντικά Συστήματα Α.Β.Ε.Ε., «Ε.Α.Σ.Α.Β.Ε.Ε.», Ελληνική Αεροπορική Βιομηχανία Α.Ε. «Ε.Α.Β. Α.Ε.», «ΓΑΙΑ ΟΣΕ Α.Ε.».
Επιπρόσθετα τα αρχηγικά μέλη είχαν προβεί :
· στην εξασφάλιση σταθερού πελατολόγιου, όπου διέθεταν προς πώληση τα παράνομα αποκτηθέντα εκποιήσιμα υλικά,
· στη στρατολόγηση – ένταξη στην οργάνωση ατόμων που συνδέονταν με την υπαλληλική ιδιότητα με την «Ο.Σ.Ε. Α.Ε.», τα οποία δωροδοκούσαν προκειμένου να προβούν σε πράξεις που αντίκειτο στα καθήκοντα τους, καθώς και
· στην εξασφάλιση της συνδρομής ιδιοκτήτων-διαχειριστών (3) επιχειρήσεων, που διέθεταν ζυγιστικά όργανα (γεφυροπλάστιγγες), οι οποίοι κατά περίπτωση επιλέγονταν για την πλασματική ζύγιση του εκποιούμενου υλικού .
Στο φάσμα των ενεργειών για την υλοποίηση των επιδιώξεων της οργάνωσης, περιλαμβάνεται η συνεισφορά χρηματικών ποσών, από μέρους των αρχηγικών μελών, σε κοινό «ταμείο» για την χρηματοδότηση των δραστηριοτήτων της, ενώ μέρος των παράνομων εσόδων κατέληγαν σε τραπεζικούς λογαριασμούς της Βουλγαρίας και της Κύπρου, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η κεφαλαιακή ρευστότητα της οργάνωσης και να υποκρύπτεται η προέλευση τους.
Τα αρχηγικά μέλη λάμβαναν μέρος (μέσω των εταιρειών που διαχειρίζονταν) σε διαγωνισμούς των ανωτέρω νομικών πρόσωπων για την εκποίηση σιδηροδρομικού τροχαίου ή μη, καθώς και έτερου υλικού και με ιδιαίτερες μεθοδεύσεις και τεχνάσματα προκαλούσαν παρακώλυση του συναγωνισμού και αναδεικνύονταν πλειοδότες.
Ειδικότερα, προσέφεραν ή υπόσχονταν στους λοιπούς συμμετέχοντες χρηματικό αντάλλαγμα, προκειμένου να μην καταθέτουν προσφορές ή να τις αποσύρουν, πετυχαίνοντας τη μη ουσιαστική συμμετοχή τους στη διαγωνιστική διαδικασία.
Αναδεικνύονταν, έτσι, πλειοδότες στους σχετικούς διαγωνισμούς, προσφέροντας την ελάχιστη τιμή μονάδος, που περιγραφόταν στη διακήρυξη, περιορίζοντας τα έσοδα που θα εισέπραττε το εκάστοτε νομικό πρόσωπο υπό υγιείς συνθήκες πλειοδοσίας.
Επίσης, τα αρχηγικά μέλη σε ορισμένες περιπτώσεις, κατόπιν τηλεφωνικών συνομιλιών με λοιπούς συμμετέχοντες προγραμμάτιζαν συνάντηση λίγες ώρες πριν τη διεξαγωγή των διαγωνισμών, με σκοπό τη μη ουσιαστική συμμετοχή σ’ αυτούς, επιδιώκοντας να λάβουν χρηματικό αντάλλαγμα από τον εκάστοτε πλειοδότη για την απόσυρση τους.
Αναφορικά με τον τρόπο δράσης της οργάνωσης (modus operandi), προέκυψε ότι τα μέλη της ακολουθούσουν κυρίως δύο μεθόδους δράσης, ως ακολούθως :
Στην πρώτη περίπτωση διέπρατταν απάτες σε βάρος επιχειρήσεων δημόσιας ωφέλειας, καθώς επιδίωκαν οι ποσότητες ανακυκλώσιμου υλικού που κάθε φορά παραλαμβάνονταν πραγματικά από τα μέλη της οργάνωσης, να είναι μεγαλύτερες από αυτές που αναγράφονταν στα «εικονικά» ζυγολόγια και πρωτόκολλα παράδοσης που συντάσσονταν από συγκεκριμένους υπάλληλους των ζημιωθέντων νομικών πρόσωπων, που ορίζονταν από τα μέλη των επιτρόπων παράδοσης.
Στο πλαίσιο αυτό, τα αρχηγικά μέλη προέβαιναν σε μεθοδεύσεις έτσι ώστε να μην αποτυπώνεται κατά τις διαδικασίες ζύγισης η πραγματική ποσότητα εκποιήσιμων, παροτρύνοντας ιδιοκτήτες και τεχνικούς των εταιρειών που διαχειρίζονταν ζυγοπλάστιγγες να παρεμβαίνουν στα ζυγιστικά όργανα, αλλοιώνοντας τις ζυγίσεις.
Επισημαίνεται ότι, σε ορισμένες περιπτώσεις όπου στην εκάστοτε επιτροπή παράδοσης δεν συμμετείχαν μέλη της εγκληματικής οργάνωσης ή δεν εξασφαλιζόταν η συνέργεια αρμόδιων υπάλληλων, τα αρχηγικά μέλη παραπλανούσαν τους υπάλληλους ως προς το πλασματικό αποτέλεσμα της ζύγισης, πετυχαίνοντας με αυτό τον τρόπο να βεβαιωθούν αναληθείς ποσότητες στα πρωτόκολλα παράδοσης.
Σημειώνεται ότι οι ανωτέρω υπάλληλοι (μέλη της οργάνωσης), προέβαιναν στις πράξεις αυτές συστηματικά, επιδιώκοντας την υποστήριξη των δραστηριοτήτων της οργάνωσης.
Ενδεικτικό του εύρους της δραστηριότητας των μελών της οργάνωσης είναι ότι μόνο το τελευταίο τετράμηνο διαπιστώθηκε ότι εκδοθήκαν συνολικά (71) «εικονικά» ζυγολόγια, καθώς και (34) πρωτόκολλα παράδοσης εκποιούμενου υλικού που αποτελούν προϊόν ψευδούς βεβαίωσης, υπογεγραμμένα από υπάλληλους της «Ο.Σ.Ε. Α.Ε.», οι οποίοι είχαν στρατολογηθεί.
Στη δεύτερη μέθοδο τα μέλη της οργάνωσης, υπό τις εντολές των «αρχηγών» προέβαιναν συστηματικά στην αφαίρεση ποσοτήτων εκποιήσιμου υλικού, από χώρους που είχαν εναποτεθεί προς παράδοση.
Η αφαίρεση εκποιήσιμων υλικών πραγματοποιούνταν είτε σε χρόνο εκτός του καθορισμένου ωραρίου παράδοσής τους, είτε κατά τις ώρες που επιτρεπόταν η παράδοση, κατόπιν συνεννόησης με υπάλληλους – μέλη της οργάνωσης. Τα υλικά παραλαμβάνονταν χωρίς να ζυγιστούν, να συνταχθούν δελτία αποστολής και χωρίς την ύπαρξη σύμβασης εκποίησης ή απόφασης παράδοσης εκποιήσιμου υλικού.
Οι ποσότητες εκποιήσιμου υλικού, μετά την παραλαβή τους από τα μέλη της οργάνωσης, ζυγίζονταν εκ νέου, προκειμένου να διαπιστώνεται το πραγματικό βάρος του φορτίου μετάλλων και στη συνέχεια, μεταφέρονταν σε χώρους προσωρινής αποθήκευσης, με σκοπό τη μεταπώληση τους σε βιομηχανίες κατεργασίας μετάλλων (χαλυβουργίες).
Ως προς τις μεθοδεύσεις που χρησιμοποιούσε η εγκληματική οργάνωση, χαρακτηριστική είναι η περίπτωση έκδοσης Απόφασης την 28η Νοεμβρίου 2017, που υπογράφηκε από Προϊστάμενο Διεύθυνσης της «Ο.Σ.Ε. Α.Ε.», που αφορούσε σε εικονική ανάθεση μεταφοράς σιδηροτροχιών και διάσπαρτου σιδηροδρομικού υλικού.
Σύμφωνα με την Απόφαση επιτρέπονταν σε εταιρεία που διαχειρίζονταν αρχηγικό μέλος, η μεταφορά υλικού από τους σιδηροδρομικούς σταθμούς Λαχανόκηπων, Ιωνίας και Φιλαδέλφειας, σε φυλασσόμενο χώρο. Η Απόφαση εκδόθηκε για να προσδοθεί νομιμοφάνεια στην παρουσία μελών της οργάνωσης στους σιδηροδρομικούς σταθμούς, όπου παρουσία υπάλληλων, επίσης μελών της οργάνωσης, αφαιρέθηκαν τουλάχιστον (510) τόνοι υλικού.
Σημειώνεται, ότι κατά τις έρευνες που διενεργήθηκαν στο πλαίσιο της αστυνομικής επιχείρησης σε οικίες, επιχειρήσεις και οχήματα βρέθηκαν και κατασχέθηκαν:
• (220) τόνοι σιδηροδρομικού υλικού, που άνηκε στην «Ο.Σ.Ε. Α.Ε.» και «Ε.Ε.Σ.Σ.Τ.Υ. Α.Ε.» το οποίο αποδόθηκε,
• (4) τράκτορες μετά των επικαθήμενων οχημάτων,
• (102.440) ευρώ,
• (15) χρυσές λίρες,
• μία (1) επιταγή των (8.470) ευρώ,
• (1.074) Λέβα,
• (2) καραμπίνες και είκοσι (20) φυσίγγια,
• (2) ασύρματες συσκευές ενδοεπικοινωνίας,
• (200) συσκευασίες περιέχουσες συσκευές κινητών τηλεφώνων, ταμπλέτες, φορητούς ηλεκτρονικούς υπολογιστές και ψηφιακά μέσα αποθήκευσης (USB),
• περίστροφο, (37)κάλυκες και (58) φυσίγγια ,
• αποσυναρμολογημένο πιστόλι και γεμιστήρα,
• πιστόλι κρότου αερίων,
• μακρύκανο αεροβόλο,
• (24) φορητά αποθηκευτικά μέσα ψηφιακών αρχείων (usb stick),
• πλήθος καρτών κινητής τηλεφωνίας SIM και χειρογράφων σημειώσεων (ημερολόγια, ιδιόχειρες σημειώσεις, φορολογικά παραστατικά, τραπεζικά παραστατικά, συμβάσεις).
Αξίζει να σημειωθεί, ότι τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης κατά τις τηλεφωνικές τους συνομιλίες χρησιμοποιούσαν κώδικα επικοινωνίας ή λέξεις – φράσεις με μεταφορική έννοια, από τις οποίες αποκαλύπτεται και η αθέμιτη συναλλακτική σχέση μεταξύ τους.
Ως προς τη ζημιά του ελληνικού δημόσιου αναφέρεται, ενδεικτικά ότι μόνο σε τρεις πλήρως ταυτοποιημένες περιπτώσεις το τελευταίο χρονικό διάστημα η ζημιά που προκλήθηκε υπερβαίνει το (1.000.000) ευρώ, ενώ η εκτιμώμενη ποσότητα εκποιήσιμου υλικού υπερβαίνει τα 3.500.000 κιλά.
Στο πλαίσιο αυτό με βάση το χρόνο δραστηριοποίησης της οργάνωσης από τον Φεβρουάριο του 2015 προσδιορίζεται, ότι η συνολική ζημιά του ελληνικού δημοσίου είναι υπερπολλαπλάσια και εκτιμάται, ότι ενδεχομένως να υπερβαίνει συνολικά τα επτά εκατομμύρια ευρώ.
Η έρευνα βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, σε συνεργασία με τις αρμόδιες Υπηρεσίες του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών, προκειμένου να διακριβωθεί όλο το εύρος της εγκληματικής δραστηριότητας της οργάνωσης και να προσδιοριστεί επακριβώς η ζημιά των συμφερόντων του ελληνικού δημοσίου.
Οι συλληφθέντες οδηγήθηκαν στον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Αθηνών και παραπέμφθηκαν σε τακτική ανάκριση».