ΓΡΑΦΕΙ Ο Τάσος Τσιαπλές, μέλος της Κ.Ε του ΚΚΕ
Οι «κατευθυντήριες γραμμές» της Ε.Ε για την Απασχόληση, ρίχνουν και το τελευταίο φύλλο συκής από την κυβέρνηση, που προσπαθεί να παρουσιάσει το τυπικό τέλος των μνημονίων ως «ορόσημο» για την αντιστροφή της εργασιακής ζούγκλας, που εντάθηκε τα προηγούμενα οκτώ χρόνια.
Η «κανονικότητα» που υπόσχεται η κυβέρνηση, για να καλλιεργήσει προσδοκίες και να αποσπάσει στήριξη από τους εργαζόμενους στη βάρβαρη πολιτική της, είναι φτιαγμένη από τα ίδια υλικά των μνημονίων και υπηρετεί τον ίδιο στόχο, τη θωράκιση δηλαδή της ανταγωνιστικότητας και της κερδοφορίας του κεφαλαίου.
Έτσι, από τον Αύγουστο και μετά, στους ψηφισμένους μνημονιακούς νόμους και τους μηχανισμούς εποπτείας που παραμένουν ενεργοί, μέχρι την αποπληρωμή του 75% του κρατικού χρέους, η Ελλάδα επιστρέφει στην «κανονικότητα» των μνημονίων διαρκείας, των συνθηκών και των Οδηγιών της ΕΕ, όπως εκφράζονται μέσα και από τις «κατευθυντήριες γραμμές» για την Απασχόληση, που αποτελούν «ευαγγέλιο» στη διαμόρφωση «ανταγωνιστικής» αγοράς εργασίας σε όλα τα κράτη – μέλη της ΕΕ.
Τι περιγράφουν αυτές οι «γραμμές»; Νέα χτυπήματα στις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας, με αποθέωση της ευελιξίας, σύνδεση του μισθού με την παραγωγικότητα, αύξηση της «πραγματικής ηλικίας συνταξιοδότησης», που σημαίνει νέες ανατροπές στην Κοινωνική Ασφάλιση κ.ά.
Βέβαια, το περιεχόμενό τους δεν είναι άγνωστο. Τα ίδια επαναλάμβανε πριν από λίγες μέρες ο γγ του ΟΟΣΑ, παραδίνοντας στον Αλ. Τσίπρα την έκθεση του Οργανισμού για την Ελλάδα, όπου στις μεταρρυθμίσεις του επόμενου διαστήματος ιεραρχούνταν ψηλά η ευελιξία στις Συλλογικές Συμβάσεις, προκειμένου να συνεχίσουν να υπερισχύουν οι επιχειρησιακές έναντι των κλαδικών, όπως και η διαμόρφωση του κατώτερου μισθού από το κράτος, με διατήρηση του «υποκατώτερου» και μάλιστα με κριτήριο την εργασιακή εμπειρία.
Τα ίδια έλεγε όμως και η ΕΚΤ, σε έκθεσή της το 2017 για την αγορά εργασίας, όπου συνιστούσε στα κράτη – μέλη την επικράτηση των επιχειρησιακών συμβάσεων σε βάρος των κλαδικών, για να μπορεί η εργοδοσία να καθορίζει με μεγαλύτερη «ευελιξία» τους μισθούς.
Για κερασάκι στην τούρτα, θυμίζουμε τις «επισημάνσεις» του ΣΕΒ προς την κυβέρνηση, πολύ πριν ξεκινήσει η συζήτηση για «έξοδο από τα μνημόνια», να μη διανοηθεί να αλλάξει τη μνημονιακή νομοθεσία για τα Εργασιακά, αλλά να ενισχύσει παραπέρα τις επιχειρησιακές συμβάσεις έναντι των κλαδικών.
Μιλάμε δηλαδή για μια ομοβροντία δηλώσεων, εκθέσεων, «συστάσεων» και παρεμβάσεων, από το κεφάλαιο και τους «θεσμικούς» εκπροσώπους των ιμπεριαλιστικών οργανισμών όπου συμμετέχει η Ελλάδα, να διατηρηθεί, να θωρακιστεί και να επεκταθεί το πλαίσιο που διαμόρφωσαν τα μνημόνια στην αγορά εργασίας, προσφέροντας ανεξάντλητα περιθώρια στο κεφάλαιο να αντλεί φτηνότερη εργατική δύναμη, βαθαίνοντας την εκμετάλλευση.
Ολοι αυτοί, βέβαια, παραβιάζουν «ανοιχτές πόρτες», όταν απευθύνονται στην κυβέρνηση, η οποία έχει συμβάλει τα μέγιστα στη διαμόρφωση αυτού του αντεργατικού πλαισίου, ενώ σήμερα χαρακτηρίζει «παθογένειες» τα δικαιώματα που απώλεσε η εργατική τάξη τα τελευταία χρόνια και δεσμεύεται ότι δεν πρόκειται να τα επαναφέρει.
Και όχι μόνο αυτό, αλλά κάτω από αόριστες διακηρύξεις περί «αποκατάστασης των συμβάσεων» και «αυξήσεων στον κατώτερο μισθό», η κυβέρνηση ετοιμάζεται στο πλαίσιο της 4ης «αξιολόγησης» να κωδικοποιήσει την εργατική νομοθεσία, που σημαίνει ότι καθιστά ανεπίστρεπτες όλες τις ανατροπές που επέφεραν τα μνημόνια.
Απ’ αυτήν την άποψη, είναι κοροϊδία να καμώνεται ότι συγκρούεται τάχα στα Εργασιακά με τη ΝΔ, η οποία ζητάει μεγαλύτερη ευελιξία στις συμβάσεις και στην οργάνωση του χρόνου εργασίας, ενώ χαρακτηρίζει «αναχρονισμούς» συνολικά τα εργασιακά δικαιώματα.
«Αναχρονισμός» και «παθογένεια» είναι να υπάρχουν σήμερα όλες οι προϋποθέσεις για σύγχρονα εργασιακά δικαιώματα, μείωση του εργάσιμου χρόνου και των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης, πλήρη και σταθερή εργασία για όλους, αλλά οι εργαζόμενοι να τσακίζονται στη δουλειά, αν δεν σαπίζουν στην ανεργία. Αυτήν την πολιτική και αυτό το σύστημα υπηρετούν από κοινού οι κυβερνήσεις και τα κόμματα του κεφαλαίου κι εκεί πρέπει να στρέψει τα πυρά και τη δύναμή του ο λαός για να ανοίξει δρόμο διεξόδου, με ισχυρό ΚΚΕ και εργατικό κίνημα ταξικό.