Ανακοίνωση της διοίκησης του Εργατικού Κέντρου Λάρισας που ενημερώνει και για το δικαίωμα στην επίσχεση εργασίας
Ο εργοδότης, κάθε διευθυντής ή εκπρόσωπος της επιχείρησης που δεν καταβάλλει μέσα στον προβλεπόμενο χρόνο τις αποδοχές των εργαζομένων, τιμωρείται με φυλάκιση έως 6 μηνών και χρηματικό πρόστιμο μεταξύ 25 και 50% των χρωστούμενων.
Ο εργαζόμενος μπορεί παράλληλα να διεκδικήσει την πληρωμή των δεδουλευμένων. Το αδίκημα είναι αυτόφωρο, αν γίνει η μήνυση στο χρόνο που έπρεπε να πληρωθεί ο μισθός, κατά τη συμφωνία ή την συνήθεια της επιχείρησης (ημέρα μισθοδοσίας).
Μήνυση μπορεί να κάνει ο εργαζόμενος, το σωματείο ή η αρμόδια Επιθεώρηση Εργασίας. Εκτός από τις ποινικές κυρώσεις ο εργοδότης θεωρείται «υπερήμερος» και μπορούμε να ζητήσουμε (συνήθως δικαστικά ή με επέμβαση της επιθεώρησης εργασίας) την πληρωμή τόκων υπερημερίας για καθυστερημένες αποδοχές.
Με βάση τη νομοθεσία, σε περίπτωση καθυστέρησης πληρωμής του πλήρη μισθού, των επιδομάτων και των δώρων, οι εργαζόμενοι ατομικά ή συλλογικά μπορούν να κάνουν και επίσχεση εργασίας. Επίσχεση εργασίας μπορεί να γίνει και για τη λήψη μέτρων υγιεινής και ασφάλειας στο χώρο εργασίας, για να πάρουμε την ετήσια άδεια όταν ο εργοδότης μας την αρνείται μέσα στο χρόνο, για την διεκδίκηση της εβδομαδιαίας ανάπαυσης, για την επαναφορά των αρχικών όρων εργασίας σε περίπτωση βλαπτικής μεταβολής.
Δηλαδή δικαιούνται να δηλώσουν στον εργοδότη ότι διακόπτουν την εργασία τους, μέχρις ότου να καταβληθούν οι καθυστερούμενες αποδοχές τους. Αποτέλεσμα αυτού είναι ότι ο εργοδότης βρίσκεται σε κατάσταση υπερημερίας, με όλες τις απορρέουσες γι αυτόν απέναντι στο μισθωτό υποχρεώσεις, δηλαδή να του καταβάλει τις αποδοχές και για το χρονικό διάστημα που διαρκεί η επίσχεση της εργασίας του. Το χρόνο της υπερημερίας του εργοδότη, ο μισθωτός όχι μόνο δεν υποχρεούται να προσφέρει εργασία, αλλά δικαιούται και να απασχοληθεί αλλού για να καλύψει τις βασικές βιοτικές ανάγκες. Βέβαια νοείται ότι πρέπει παράλληλα να είναι σε κάθε στιγμή έτοιμος προς εργασία στη διάθεση του εργοδότη, σε περίπτωση που για οποιοδήποτε λόγο αρθεί η υπερημερία του
Τι δικαιούται ο εργαζόμενος όταν δεν του πληρώνεται έγκαιρα ο μισθός;
α) ν’ ασκήσει αγωγή και να ζητήσει εντόκως τους καθυστερούμενους μισθούς του, καθώς και αποζημίωση για κάθε άλλη ζημία του.
β) έχει το δικαίωμα να κάνει επίσχεση της εργασίας του.
γ) να ζητήσει την κήρυξη του εργοδότη σε πτώχευση, αν είναι έμπορος.
δ) να θεωρήσει την καθυστέρηση ως βλαπτική μεταβολή με τα συναφή δικαιώματα, εφόσον η καθυστέρηση γίνεται συστηματικά και οφείλεται σε δόλο του εργοδότη.
ε) ποινικές κυρώσεις για τον εργοδότη.
Πώς γίνεται η επίσχεση;
Με αντίστοιχη δήλωση βούλησης που πρέπει να είναι σαφής και ατομική. Απλή άρνηση εργασίας δεν αρκεί, γιατί κινδυνεύει να εκληφθεί ως παραίτηση από τη θέση. Όταν αποφασιστεί η επίσχεση εργασίας, πρέπει η καθυστέρηση πληρωμών να είναι μεγάλη και συστηματική, να δηλωθεί ενυπόγραφα από τον ή τους εργαζόμενους με εξώδικο που θα αναφέρονται αναλυτικά οι λόγοι της επίσχεσης, σε συνεργασία με δικηγόρο.
Στην εργατική νομοθεσία δεν αναφέρεται πουθενά, ότι είναι άκυρη η απόλυση κατά τη διάρκεια της επίσχεσης εργασίας, όμως υπάρχει η έννοια της καταχρηστικής απόλυσης, που αν επικυρωθεί δικαστικά ισοδυναμεί με άκυρη. Τέτοια θεωρείται η απόλυση που γίνεται και για λόγους εκδίκησης προς τον εργαζόμενο άσχετους με τον τρόπο εκτέλεσης της εργασίας, διεκδίκησης από τον εργαζόμενο καθυστερούμενων αποδοχών, η λόγω δικαστικής διεκδίκησης των αξιώσεών μας.
Ποιο είναι το ευαίσθητο σημείο της επίσχεσης;
Η άσκηση του δικαιώματος να μην είναι καταχρηστική (281 ΑΚ), οπότε από μέσο προστασίας του μισθού, μπορεί να έχει ως συνέπεια την απώλεια της θέσης εργασίας.
Πότε θεωρείται καλόπιστη η άσκηση του δικαιώματος επίσχεσης;
Λαμβάνονται υπ’ όψιν οι ιδιαιτερότητες της σύμβασης εργασίας και συνήθως συνδέεται με την αποτροπή αιφνιδιασμού του εργοδότη, το ύψος των καθυστερούμενων αποδοχών και το βέβαιο της απαίτησης.