ΓΡΑΦΕΙ Ο Δημήτρης Κοντελές, αιρετό μέλος ΠΥΣΔΕ Λάρισας, μέλος της ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΗΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ
Εδώ και δύο μήνες ζούμε στον αστερισμό του κορονοϊού. Με σημαντικότερη στιγμή το τρομοδελτίο των 6 μ.μ με την ανά τον κόσμο νεκρολογία. Με τους «ειδικούς» στο pick της επιδημίας να θεωρούν υπερβολή την χρήση μάσκας αλλά σήμερα απαραίτητη και 150 ευρώ πρόστιμο σε όσους δεν συμμορφώνονται. Ο λόγοι είναι γνωστοί.
Και ενώ ο λαός μας με την εξαιρετικά υπεύθυνη στάση του όσον αφορά την αποφυγή μαζικής μετάδοσης της επιδημίας όλο αυτό το διάστημα έδωσε στην κυβέρνηση χρόνο για την ενίσχυση της δημόσιας περίθαλψης, η κυβέρνηση, όπως αναφέρει, έχει κάνει -σε περίοδο τέτοιας κρίσης- 3337 προσλήψεις εκ των οποίων γιατρούς 402 και όλους επικουρικούς, και κανέναν μόνιμο, την στιγμή που οι κενές οργανικές θέσεις του ΕΣΥ, για συνθήκες «συνήθους νοσηρότητας», είναι περίπου 30.000.
Αντίθετα αυτόν τον χρόνο τον εκμεταλλεύτηκε για θεσμοθέτηση αντιδραστικών μέτρων, μέτρα διάσωσης των επιχειρήσεων και της κερδοφορίας τους, με πακτωλό εκατομμυρίων σε ΜΜΕ για διαφημίσεις τύπου «Μένουμε σπίτι» και «Μαθαίνουμε σπίτι». Με τον Κυριάκο Μητσοτάκη να εξαγγέλλει-σε συνθήκες καραντίνας- την ψήφιση 26 νομοσχεδίων μέσα σε 2,5 μήνες!!!! Ένα από αυτά τα νομοσχέδια είναι του Υπουργείου Παιδείας. Αξιοποιώντας προφανώς και την δυσκολία του εκπαιδευτικού κινήματος αυτή την περίοδο, εν μέσω πανδημίας, να απαντήσει. Επαληθεύοντας για μια ακόμη φορά, ότι οι στόχοι του κεφαλαίου και των κυβερνήσεων που το υπηρετούν, δεν αναστέλλονται σε περίοδο βαθιάς και πολύπλευρης κοινωνικής κρίσης. Το αντίθετο μάλιστα, η κρίση αποτελεί το έδαφος για σοβαρές αναδιαρθρώσεις.
Ένα νομοσχέδιο που αφορά 1.300.000 μαθητές, αντίστοιχο αριθμών γονέων και 150.000 περίπου εκπαιδευτικούς. Με σκοπό την επιβολή ενός φτηνού, αυταρχικού σχολείου της αγοράς, των δεξιοτήτων και των ταξικών φραγμών. Βαδίζοντας πάνω στη γραμμή του ΟΟΣΑ για το ελληνικό σχολείο, που εγκαινίασαν Παπανδρέου- Διαμαντοπούλου, συνέχισαν ( με τις ευλογίες του γενικού γραμματέα του Οργανισμού Άνχελ Γκουρία), Τσίπρας-Γαβρόγλου και παρέδωσαν για να συνεχίσουν με ποιο γοργούς ρυθμούς οι συνεπείς νεοφιλελεύθεροι Μητσοτάκης-Κεραμέως πατώντας φυσικά πάνω στη μνημονιακή νομοθεσία, ειδικά της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, για να αποδομήσουν το ήδη ρημαγμένο δημόσιο σχολείο και να αλλάξουν ριζικά το παιδαγωγικό και μορφωτικό του DNA. Πιο συγκεκριμένα:
Ο ΟΟΣΑ και στις τρεις εκθέσεις του για το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα μέσα στην τελευταία δεκαετία (2011-2016-2017) τόνιζε εμμονικά ότι το ελληνικό σχολείο είναι ακριβό και η αναλογία εκπαιδευτικών – μαθητών αναντίστοιχη με το διεθνές πρότυπο. Άρα μέτρα για να γίνει πιο φτηνό. Έτσι στο νομοσχέδιο έχουμε:
Αύξηση του αριθμού των μαθητών ανά τμήμα στην α δημοτικού και στο Νηπιαγωγείο (από 22 σε 24) + 10% με απόφαση του διευθυντή της σχολικής μονάδας. Κατώτατο όριο οι 20 μαθητές στο δημοτικό, 16 στο νηπιαγωγείο. Αυτό σημαίνει μαζικές συγχωνεύσεις, μετακινήσεις μαθητών, κλείσιμο τμημάτων, και λιγότερες προσλήψεις. Για τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση ο καθορισμός του μέγιστου και ελάχιστου αριθμού μαθητών ανά τάξη θα γίνει με υπουργική απόφαση.
Μείωση των ομάδων προσανατολισμού στο Λύκειο από 4 σε 3, για να αντιμετωπιστούν τα ολιγομελή τμήματα, και να «εξοικονομηθούν» εκπαιδευτικοί.
Ηλικιακό όριο εγγραφών στα ΕΠΑΛ τα 17 έτη. Αυτό σημαίνει ότι σχεδόν το 1/3 του μαθητικού δυναμικού θα βρεθεί εκτός δημοσίων ΕΠΑΛ δώρο στις δομές της ιδιωτικής εκπαίδευσης. Στην αιτιολογική έκθεση το υπουργείο μιλά για «καταπολέμηση των φαινομένων σχολικού εκφοβισμού που προκαλεί η συνεύρεση ανήλικων και ενήλικων μαθητών» και για «εξορθολογισμό της αριθμητικής σχέσης εκπαιδευτικών – μαθητών», χωρίς να υπάρχει κανένα συγκριτικό στοιχείο να στηρίξει αυτούς τους ισχυρισμούς περί «σχολικού εκφοβισμού». Τα παραπάνω μέτρα εκτός από δημοσιονομικά είναι και βαθιά ταξικά. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη αντιστροφή της πραγματικότητας, χρεώνοντας το φαινόμενο του σχολικού εκφοβισμού σε απόφοιτους μαθητές που βιώνοντας τον εφιάλτη της ανεργίας επιχειρούν να αποκτήσουν μια νέα ειδικότητα μέσα από τα δημόσια ΕΠΑΛ.
Όμως η δημοσιονομική διάσταση, δηλαδή η επιδίωξη ενός πιο φτηνού σχολείου για την εργαζόμενη πλειοψηφία δεν είναι απλά οικονομική. Αποτελεί ταυτόχρονα, τον βασικό μηχανισμό για μία συνολική αναδιάρθρωση εκπαιδευτικών πρακτικών. Γιατί μόνο σε συνθήκες δημοσιονομικής ασφυξίας μπορεί πολιτικά να περπατήσει ένα σχολείο της πειθάρχησης, των δεξιοτήτων και της αριστείας. Είναι εντυπωσιακό ότι περίπου το 1/3 του νομοσχεδίου είναι αφιερωμένο στα πρότυπα/πειραματικά σχολεία. Άλλωστε τα πρότυπα – πειραματικά σχολεία είχαν κεντρική θέση και στο εκπαιδευτικό ακραία νεοφιλελεύθερο πρόγραμμα της ΝΔ.
Σε αυτόν τον ορίζοντα δεν θα μπορούσε να λείπει και η μόνιμη εκπαιδευτική εμμονή της άρχουσας τάξης: η αξιολόγηση. Πατώντας στο ν. 4547 του ΣΥΡΙΖΑ (που θα καταργούσε όπως και τον ν. κατρούγκαλου), η κυβέρνηση κινείται στον ορίζοντα της ολιστικής πλέον αξιολόγησης του εκπαιδευτικού έργου. Το πλέγμα δεδομένα-αποτίμηση-πειθαρχικός έλεγχος-τυποποίηση των εκπαιδευτικών πρακτικών επανέρχεται στο προσκήνιο σε άμεση συνάρτηση με μια εκπαίδευση προσανατολισμένη, στο πεδίο της αγοράς αλλά και με βάση τις οδηγίες του ΟΟΣΑ για την ανάπτυξη «κουλτούρας αξιολόγησης». Με εσωτερική και εξωτερική αξιολόγηση, με ένα ελεγχόμενο, πανοπτικό, ιεραρχικό, γραφειοκρατικό σύστημα, σύμφωνα με τις βασικές κατευθύνσεις των υπερεθνικών οργανισμών.
Η ταξικότητα του νομοσχεδίου συμπυκνώνει τη συνολική εκπαιδευτική λογική του υπουργείου με στόχο το αυταρχικό σχολείο της αγοράς και των δεξιοτήτων, τη διευρυμένη αναπαραγωγή της ανισότητας και της εκμετάλλευσης. Διαμορφώνοντας ένα γυμνάσιο και λύκειο εξεταστικό κέντρο και κάτεργο. Επαναφέροντας την τράπεζα θεμάτων και αυξάνοντας τα εξεταζόμενα μαθήματα σε Γυμνάσιο και Λύκειο. Βάζοντας απαγορευτικούς όρους για τις μεταγραφές ακόμη και των πιο φτωχών φοιτητών. Ένα σχολείο των εξετάσεων, της «καλής» διαγωγής και των αποβολών είναι τελικά αυτό που έχει να προσφέρει το Υπουργείο Παιδείας και η κα Κεραμέως στη νέα γενιά. Ένα νομοσχέδιο που αποτελεί τροχιοδείκτη για την ευρύτερη διαχείριση του ελληνικού καπιταλισμού μετά την κρίση. Για αυτό άλλωστε έχουν βαλθεί εν μέσω πανδημίας, με την κοινωνία σε καραντίνα, να «δουλέψουν» και το καλοκαίρι, όπως χαρακτηριστικά δήλωσε ο πρωθυπουργός, έτσι ώστε να περάσουν τα 26 νομοσχέδια. Δηλαδή θα ψηφίζουν κάθε νομοσχέδιο σε διάστημα λιγότερο από τρεις ημέρες!!! Κατανοητή η ταξική τους αγωνία!
Όμως ο κόσμος της εκπαίδευσης και της νέας γενιάς παραμένει ενεργός. Το απέδειξε μέχρι τώρα. Δηλώνει ότι το μέλλον ανήκει στο δημόσιο σχολείο των μορφωτικών δικαιωμάτων των όλων, των ίσων και των διαφορετικών. Στην εκπαίδευση των κοινωνικών αναγκών. Οι εκπαιδευτικοί μαζί με τη νέα γενιά και το εργατικό κίνημα θα φροντίσουν γι’ αυτό. Θα κάνουν ότι περνά από το χέρι τους για τη μόρφωση των παιδιών μέσα στο σχολείο αλλά και ενάντια στα σχέδια της κυβέρνησης, τους νέους ταξικούς φραγμούς που προσπαθεί να υψώσει με το αντιδραστικό νομοσχέδιο. Αυτό το νομοσχέδιο πρέπει να μείνει στα χαρτιά και να μην φτάσει στη βουλή. Με παραστάσεις διαμαρτυρίας, παίρνοντας τα απαραίτητα μέτρα προστασίας, σε υπουργείο και περιφερειακές διευθύνσεις εκπαίδευσης, με μαζική συμμετοχή στις συγκεντρώσεις της εργατικής πρωτομαγιάς, με πανεκπαιδευτικά συλλαλητήρια, με επιτροπές αγώνα και συντονισμό εκπαιδευτικών συνδικάτων . Ακόμη το εκπαιδευτικό κίνημα πρέπει και οφείλει συγκροτημένα και μέσα σε αυτές τις κρίσιμες συνθήκες να αναπτύξει μορφωτικές πρωτοβουλίες προκειμένου να υπερασπιστεί το κοινωνικό δικαίωμα για καθολική παιδεία των παιδιών της εργατικής τάξης και των φτωχών, πληττόμενων στρωμάτων από τις δυνάμεις της αγοράς, του κέρδους και της τηλε-εμπορευματοποίησης. Για μια παιδεία απελευθερωτική, χειραφετητική που θα διαμορφώνει μαχόμενους μορφωμένους ανθρώπους, υποκείμενα αλλαγής του κόσμου κι όχι αντικείμενα πάσης φύσεως εγκλεισμού, ατομισμού και χειραγώγησης.