Άρθρο του Νίκου Φίλη, τομεάρχη Παιδείας και βουλευτή Α΄ Αθήνας του ΣΥΡΙΖΑ*
Με αφορμή την έξαρση του κορωνοϊού, η κυβέρνηση και τα φιλικά της μίντια επανέρχονται δριμύτερα στη θεωρία της προσωπικής ευθύνης. Αλλά αυτή τη φορά στο στόχο τους βάζουν μια συγκεκριμένη ηλικιακή ομάδα, τους νέους!
Επιδίδονται σε μια ξεδιάντροπη μετάθεση της ευθύνης που έχει ένα, και μόνο ένα στόχο: να διασώσει την «κυβέρνηση των αρίστων», που κατόρθωσε να κάνει με τόσο λανθασμένο τρόπο την άρση των περιοριστικών μέτρων, το «άνοιγμα» δηλαδή μετά την καραντίνα, ώστε το δεύτερο κύμα να είναι προ των πυλών -να είμαστε μάλλον «με το ένα πόδι σ’ αυτό» όπως δήλωσε προχθές επιδημιολόγος, μέλος της επιστημονικής ομάδας του υπουργείου Υγείας.
Το να λες ότι όλα θα ήταν ρόδινα αν τα νέα παιδιά δεν διασκέδαζαν και κρατούσαν σωστότερα τις αποστάσεις, ρίχνοντας στους ώμους τους όλο το βάρος, είναι ένα ξεδιάντροπο ψέμα. Δεν άνοιξαν τα νέα παιδιά τις πύλες της χώρας με δειγματοληπτικά τεστ σε λιγότερους από ένα στους δέκα τουρίστες. Ούτε ήταν αυτά που ανακοίνωσαν αρχές Ιουλίου ότι δεν είναι υποχρεωτική η χρήση μάσκας σε εσωτερικούς χώρους ή ο περιορισμός ατόμων ανά τραπέζι στα καταστήματα, στέλνοντας λανθασμένο μήνυμα χαλάρωσης. Ούτε αυτά όρισαν την πληρότητα των πλοίων στο… 85%, δηλαδή πολύ πάνω από το σύνηθες ποσοστό πληρότητας τις 330 από τις 365 μέρες το χρόνο.
Αποτελούν όμως σήμερα τον εύκολο στόχο, θυμίζοντας εποχές 1958 και νόμου 4000. Τότε που οι νέοι που επιδείκνυαν δήθεν αντικοινωνική συμπεριφορά και προκαλούσαν «βλάβη» με… «ιδιάζουσα θρασύτητα και προκλητικότητα έναντι της κοινωνίας», διαπομπεύονταν στο δρόμο κουρεμένοι γουλί από τον αλήστου μνήμης Ευάγγελο Καλαντζή, κρατώντας πινακίδες όπου αποκαλούσαν τον εαυτό τους «γάιδαρο»! Έτσι διαπομπεύθηκε πρόσφατα νέος εργαζόμενος σε γηροκομείο, επειδή… συνάντησε φίλο του που είχε πάει σε συναυλία (!), για τους διοργανωτές της οποίας ουδεμία διαπόμπευση ακολούθησε -τι ντροπιαστική δειλία και μετάθεση ευθύνης!
Όταν άνοιγαν τα σχολεία για δέκα -ουσιαστικά- μέρες, ένα μέτρο χωρίς παιδαγωγικό όφελος όπως είχα τότε επισημάνει, ζητούσα να αξιοποιηθεί τουλάχιστον το διάστημα για ένα «μάθημα» πάνω στις πανδημίες. Με την κατάλληλη καθοδήγηση, οι εκπαιδευτικοί να μιλήσουν για την ιστορία των μεγάλων επιδημιών που έχουν πλήξει την ανθρωπότητα και πώς αυτές, από το Λοιμό των αρχαίων Αθηναίων στον Πελοποννησιακό Πόλεμο ως τη Μαύρη Πανώλη, την Ισπανική Γρίπη και το Aids άλλαξαν τον ρου της ιστορίας. Να συζητήσουν για την άγνοια που πολλαπλασίαζε τους θανάτους, για τη σωτήρια ανακάλυψη των εμβολίων, για τους τρόπους προστασίας σήμερα των ίδιων, των μελών της οικογένειάς τους και των συμπολιτών τους εν γένει. Αντί για αυτό, έκαναν δέκα μέρες… Αρχαία, Μαθηματικά και Θρησκευτικά, θαρρείς και αυτό θα διέσωζε την ακαδημαϊκή χρονιά. Στους νέους μιλάς με τη γνώση, την πειθώ και το παράδειγμα, όχι με περιφρόνηση, υπεροψία και κούνημα του δακτύλου -ποιος δεν το γνωρίζει;
Η κυβέρνηση είχε μια υποχρέωση. Να σεβαστεί τις θυσίες των πολιτών, που παρότι μάτωσαν -οι εργαζόμενες και εργαζόμενοι σε διαθεσιμότητα, οι επαγγελματίες, οι μικροί έμποροι- από τα περιοριστικά μέτρα, τα τήρησαν μέχρι κεραίας. Και να αξιοποιήσει το διάστημα «χάριτος» που κέρδισε, ώστε να ενισχύσει το σύστημα υγείας και να αντιμετωπίσει από καλύτερη θέση τις εξάρσεις που ήταν πάντα πιθανό να έρθουν, χωρίς γενικευμένο lockdown. Να κάνει για παράδειγμα τις περίφημες 4.000 «διετείς» προσλήψεις στην υγεία, που ενώ εξήγγειλε ξέχασε. Ούτε καν αυτό το στοιχειώδες δεν μπόρεσε, τη στιγμή μάλιστα που είχε προηγουμένως ακυρώσει τις προσλήψεις των γιατρών επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ εξαγγέλλοντας, αντί αυτών, προσλήψεις συνοριοφυλάκων!
Η επίθεση στους νέους έχει ρατσιστικά χαρακτηριστικά. Και πρέπει να σταματήσει σήμερα, ώστε έχοντας τη νεολαία μαζί μας, σε συνδυασμό με τα απαραίτητα μέτρα που η κυβέρνηση αμέλησε, να αντιμετωπίσουμε το δεύτερο κύμα με επιτυχία και τις λιγότερες δυνατές επιπτώσεις. Οι πάντες μπορούν να συμβάλουν σε αυτό, όχι μόνο οι επιδημιολόγοι: άνθρωποι των γραμμάτων, των τεχνών, πρόσωπα του αθλητισμού, εκπαιδευτικοί, πολιτικές και κοινωνικές οργανώσεις, όλοι μαζί, να κάνουμε ξανά «δική μας» την υπόθεση «νίκη κατά της πανδημίας» -μια νίκη που εξάλλου πάντα ανήκε στους πολίτες και όχι σε αυτούς που δοκίμασαν να την αξιοποιήσουν μικροπολιτικά.
Να θυμίσω ως επίλογο, ότι ο ν. 4000 είχε στην αρχή μόνο στόχο του μερίδα των νέων. Στη συνέχεια εφαρμόστηκε αδιακρίτως εναντίον όσων κινητοποιούνταν και καταργήθηκε μόλις το 1983 από την κυβέρνηση Παπανδρέου. Πρόσφατα, ψηφίστηκε ο παραπλήσιος νόμος Χρυσοχοΐδη, που θα έχει την ίδια τύχη. Αποτελεί κανόνα κάθε μέτρο κοινωνικού αυτοματισμού, όπως τώρα κατά των νέων, να μετατρέπεται αργά ή γρήγορα σε όχημα αυταρχισμού συνολικά κατά των πολιτών.
*Δημοσιεύθηκε στη χθεσινή έκδοση της Εφημερίδας των Συντακτών