Επιμέλεια – φωτογραφία : Δημήτρης Καστανάρας // paidis.com
Περίπτερο, το αναπόσπαστο κομμάτι της κοινωνίας που ήταν μια ιδιαίτερη ελληνική πρωτοτυπία.
Πως όμως και πότε ξεκίνησαν;
Στην αρχή λοιπόν, το 1889 ήταν μικρά καπνοπωλεία, τα οποία εμφανίστηκαν αμέσως μετά την πρώτη ίδρυση του Ελληνικού κράτους στο Ναύπλιο, και εμφανίζονται στην επαρχία με την μορφή οικονομικής βοήθειας σε τραυματίες και ανάπηρους στρατιώτες. Λίγο μετά άνοιξαν και στην Αθήνα.
Στα περίπτερα δόθηκε αποκλειστικό δικαίωμα πώλησης καπνοβιομηχανικών προϊόντων, κάτι που λειτούργησε στην αρχή ως φοροεισπρακτικός μηχανισμός για να εξασφαλίζει το κράτος έσοδα από την πώληση του καπνού. Πριν από την εμφάνισή τους, χύμα τσιγάρα και καπνό πωλούσαν πλανόδιοι που δεν μπορούσαν να ελεγχθούν αποτελεσματικά.
Το 1914 η όψη των περιπτέρων γίνεται ομοιόμορφη σε όλη τη χώρα ( σχεδόν 1 τετραγωνικό ο χώρος του ) και το 1922 όλα τα περίπτερα της χώρας παραχωρούνται στην «Πανελλήνιον Ένωσιν Τραυματιών Πολέμου 1912-1921» από το υπουργείο Περιθάλψεως.
Τα περίπτερα δεν μπορούν να πωληθούν, να μεταβιβαστούν, να υποθηκευτούν η να υπομισθωθούν. Μετά τον θάνατο του δικαιούχου παραχωρούνται για πέντε έτη στα παιδιά ή στη γυναίκα του. Το ποσό μισθώσεως ξεκινούσε από τις 20 δραχμές και έφτανε μέχρι τις 250. Τα έσοδα αυτά πήγαιναν στο ειδικό «Ταμείο προικοδοτήσεως θυγατέρων και τραυματιών πολέμου».
Κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου στα περίπτερα πωλούνταν μόνο εφημερίδες, χύμα τσιγάρα και κάποια υποτυπώδη ζαχαρώδη προϊόντα.
Το 1940 ξεκίνησε η πώληση ζαχαρωδών, αναψυκτικών (λεμονάδες και γκαζόζες), τσίχλες με γεύση δυόσμο και έπειτα σοκολάτας.
Το 1943-’44 εισέρχονται και άλλες κατηγορίες δικαιούχων: θύματα πολέμου και θύματα ειρηνικής περιόδου.
Την δεκαετία το 50 εγκαθίστανται τηλέφωνα στα περίπτερα.
Μέχρι τη δεκαετία του 1970 αυτή οι διαστάσεις των περιπτέρων είχαν μεγαλώσει και είχαν εγκατασταθεί ρολά και ψυγεία.
Από το 1980 αρχίζει να παραχωρείται κοινόχρηστος χώρος στα περίπτερα από την Τοπική Αυτοδιοίκηση.
Μπαίνοντας στον καινούργιο αιώνα και το 2002 επιτρέπεται και σε ανάπηρους του άμαχου πληθυσμού, π.χ. άνθρωποι που τραυματίστηκαν από νάρκες, να αποκτήσουν άδεια περιπτέρου. Είχαν ενταχθεί ήδη από τη δεκαετία του 1980 οι αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης, οι ανάπηροι του Δημοκρατικού Στρατού.
Τα προϊόντα που πωλούνται στο περίπτερο έχουν φτάσει τους 2.500 κωδικούς.
Το 2007 δίνεται άδεια και σε βετεράνους του πολέμου στην Κύπρο και σε άτομα με σοβαρή αναπηρία ενώ το 2012 το υπουργείο Άμυνας αποφάσισε την απελευθέρωση των αδειών, εκχωρώντας το 70% των περιπτέρων στους δήμους και το 30% σε άτομα με ειδικές ανάγκες και πολύτεκνους με βάση εισοδηματικά κριτήρια. Ο νόμος 4046/2012 προβλέπει ότι οι υφιστάμενες άδειες περιπτέρων διατηρούνται σε ισχύ, αλλά δεν μεταβιβάζονται, ούτε κληρονομούνται.
Η παραχώρηση του δικαιώματος χρήσης των υπόλοιπων θέσεων (εκτός δηλαδή του 30%) παραχωρούνται με δημοπρασία. Ο χρόνος παραχώρησης του δικαιώματος χρήσης δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 10 χρόνια. Απαγορεύεται η αναμίσθωση ή υπεκμίσθωση, μια πρακτική δεκαετιών.
Την ίδια χρονιά καταργήθηκαν πρακτικά οι περιορισμοί με βάση πληθυσμιακά κριτήρια, η ύπαρξη περιορισμένου αριθμού προσώπων που τα εκμεταλλεύονται, ο περιορισμός της μόνιμης κατοικίας, ο περιορισμός της εκμίσθωσης μόνο σε φυσικά πρόσωπα
Το 2013 τα περίπτερα ανέρχονται σε 10.000 περίπου σε όλη την Ελλάδα.
Με τον τζίρο των περιπτέρων σε όλη την Ελλάδα να υπολογίζεται σε 5 δισ. Ευρώ και το κέρδος που μένει στους ιδιοκτήτες να είναι της τάξεως του 9-10%., βλέπουμε με την κρίση να σταματούν την λειτουργία τους περίπου το 25% με 30%.