Για τη σχέση μεταξύ κατηγορούμενης και θύματος ο εισαγγελέας περιέγραψε ότι κατάγονται από την ίδια περιοχή χωρίς να έχουν σχέσεις μεταξύ τους, έχοντας κοινό σύνδεσμο στην Αθήνα την εξαδέλφη του θύματος.
Σχετικά με τη σχέση της με τον 40χρονο ανέφερε ότι η κατηγορούμενη διατηρούσε σχέση ελεύθερη μαζί του και όταν εκείνος έκανε αίτημα φιλίας στην Ιωάννα, η τελευταία «με αξιοπρέπεια και σεβασμό προσπάθησε να την βοηθήσει, να την συμβουλεύσει. Μάλιστα, της έστειλε φωτογραφία και τη συνομιλία της με τον E. O.. Η κατηγορούμενη, που ουδέποτε είχε πάψει να ανησυχεί, έστελνε μηνύματα στην παθούσα για το θέμα. Την ρωτούσε «τι κανείς με αυτόν τον άνθρωπο».
Και συνέχισε λέγοντας ότι «από κανένα στοιχείο της δικογραφίας δεν προέκυψε ότι η παθούσα διατήρησε επικοινωνία με τον Ε.Ο., σε αντίθεση με όσα μέχρι σήμερα πιστεύει η κατηγορούμενη. «Εγώ πιστεύω ότι υπήρξε κάτι μεταξύ τους» είχε πει στην απολογία της. Η κατηγορούμενη ουδέποτε πείστηκε ότι δεν συμβαίνει κάτι μεταξύ των δυο. Ανέπτυξε αισθήματα μίσους για την παθούσα θεωρώντας ότι την κορόιδεψε. Έκτοτε άρχισε να απεργάζεται σχέδιο εξόντωσης με βιτριόλι».
Μετά από αγόρευση περίπου μιάμιση ώρας ο εισαγγελέας απέρριψε τον ισχυρισμό περί βαριάς σκοπούμενης σωματικής βλάβης και πρότεινε την ενοχή για απόπειρα ανθρωποκτονίας.
«Τυγχάνει απορριπτέος ο ισχυρισμός της βαριάς σκοπούμενης σωματικής βλάβης. Συνάγεται ότι οπωσδήποτε θεώρησε ως πιθανό το θάνατο της παθούσας και το επιδοκίμασε. Προτείνω να κηρυχθεί ένοχη για τα απόπειρα ανθρωποκτονίας με ενδεχόμενο δόλο και σε ήρεμη ψυχική κατάσταση. Ζήτησε μια δίκαιη δική και μια δεύτερη ευκαιρία. Της δόθηκε δυνατότητα να απολογηθεί στον ανακριτή, να απολογηθεί ενώπιον μας για μια πράξη που έχει τελέσει και έχει ομολογήσει. Δεν έδωσε όμως ποτέ στην Ιωάννα τέτοια δυνατότητα. Την καταδίκασε εφόδου ζωής να ανεβαίνει κάθε μέρα ένα Γολγοθά» δήλωσε χαρακτηριστικά.