ΓΡΑΦΕΙ Ο Νίκος Ντόλας, Φιλόλογος, Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών – Υποψήφιος Βουλευτής ΝΔ Λάρισας
Ο Ζιώγας κάνει το 1-0 στο 91ο λεπτό. Πανηγυρίζω. Όχι μόνο για το γκολ, αλλά για τη δικαίωση. Γιατί επέμενα στο μπαμπά να μείνουμε ως το τέλος. Αυτός με πίεζε να φύγουμε λίγο νωρίτερα για τον κίνδυνο επεισοδίων (παίζαμε με τον ΠΑΟΚ!). «Όχι μπαμπά να μείνουμε», έλεγα εγώ. «Μπορεί να βάλουμε γκολ στο τέλος»…
Ήταν η σεζόν 82-83. Καθώς επιστρέφαμε σπίτι πήρα και την πατρική επιβράβευση. «Ευτυχώς που δεν φύγαμε», μου είπε. Η πρώτη ανάμνηση στο Αλκαζάρ. Επτά χρόνων ήμουνα.
Λίγους μήνες πριν, η πρώτη τηλεοπτική ανάμνηση της ΑΕΛ. Θυμάμαι ήμασταν καλεσμένοι σε βάπτιση στον Τύρναβο. Ο πατέρας βιαζόταν να φύγουμε, να προλάβουμε τον τελικό με τον Παναθηναϊκό. Δεν πήγαμε ούτε στο τραπέζι της βάπτισης. Το ματς το είδαμε στην ασπρόμαυρη τηλεόραση της γιαγιάς. Άντεξα δεν άντεξα να το δω ολόκληρο. Κάπου στη μέση πήγα να παίξω…
Από κει και μετά πιάσαμε στασίδι με τον μπαμπά. Διαρκείας στη Θύρα 3. Δεν το αποχωριστήκαμε ποτέ. Ως το 88. Εγώ έπιανα τη θέση και ο μπαμπάς στο διάδρομο με το ραδιοφωνάκι στο αυτί, γιατί έπαιζε και ΠΡΟ-ΠΟ. Είχα και ειδικό μαξιλαράκι «ΑΕΛ», αγορασμένο από τον Κλαουδάτο. Το άχαρο φελιζόλ που πουλούσαν οι πλανόδιοι 10 δρχ. ήταν για τους μεγάλους…
Η πιο μαγική μου εικόνα το ανέβασμα της σκάλας στη θύρα 3. Μετά η θέα του γκαζόν. Σαγήνη… Σαν να ζωντάνευαν μπροστά μου τα χαρτάκια «ΠΑΝΙΝΙ» και οι ιστορίες που έπλαθα γεμίζοντας το άλμπουμ. Μετά η προθέρμανση των παικτών. Πρώτη επαφή με τους μικρούς θεούς μου. Στα άλμπουμ ΠΑΝΙΝΙ είχα άγχος να συμπληρώσω πρώτα την ΑΕΛ. Στο γήπεδο το άλμπουμ γέμιζε μονομιάς…
Αργότερα, το 2-0 εντός με τη Χόνβεντ. Είχαμε σχολείο την ημέρα εκείνη. Μας πήγαν εκδρομή. Γιατί οι δάσκαλοι μάλλον θέλανε να παρακολουθήσουν το ματς στην τηλεόραση. Στον επαναληπτικό με τη Χόνβεντ είχαμε πάλι σχολείο. Θυμάμαι την δασκάλα, την κυρία Ευαγγελία, να μπαίνει μετά το διάλειμμα και να μας πληροφορεί ότι χάσαμε 3-0 στην παράταση… αποκλεισμός! (Την γλυκιά κυρία Ευαγγελία, την αναζήτησα πέρσι. 4 χρονιές την είχαμε δασκάλα στο δημοτικό, πρώτη με τετάρτη! Κατάφερα και τη συνάντησα μετά από κοντά 4 δεκαετίες στο πατρικό της στη Μιαούλη).
Την ίδια χρονιά, το 83-84 ήταν που σπάσαμε και το αήττητο του Παναθηναϊκό με σουτ του Βαλαώρα στο 110 λεπτό. Την ημέρα εκείνη είχα χάσει και το κασκόλ μου. Έτσι είχαμε πει στη μαμά δηλαδή, αλλά εγώ θυμάμαι ότι μου το πήρε κάποιος κύριος δίπλα και το πέταξε μέσα στο γήπεδο από τον ενθουσιασμό του.
Ούτε που με ένοιαξε όμως… Συμμετείχα και εγώ στην παραζάλη! Το ίδιο απόγευμα ένας θείος από Αθήνα, Παναθηναϊκός, είχε πάρει τηλέφωνο στο σπίτι… Ήθελε κους –κους με τον μπαμπά για το ματς. Εγώ κρυφάκουγα περήφανος…
Θυμάμαι και το 0-0 με τη Δυναμό Μόσχας την επόμενη χρονιά, το 84-85.
Τότε που είχαμε φτάσει στους «8» της Ευρώπης και πηγαίναμε φουλ για ημιτελικά. Την ημέρα εκείνη είχα «ειδικό όρο» για να πάω γήπεδο. Πρώτα έπρεπε να τελειώσω τα διαβάσματα . Και επειδή ο μπαμπάς είχε δουλειά, είχαμε επιστρατεύσει ένα θείο από τον Τύρναβο, τον θείο τον Θανάση, που με περίμενε υπομονετικά στο σαλόνι…
Στην πρεμιέρα της χρονιάς εκείνης, το 84, παίζαμε με την Καλαμαριά στα Τρίκαλα. Το Αλκαζάρ κρατούσε τιμωρία από την προηγούμενη χρονιά. Κερδίσαμε 3-0. Την Κυριακή εκείνη ήμασταν Τύρναβο. Ξεκινήσαμε με τον μπαμπά και πήγαμε από τον πίσω δρόμο Τρίκαλα. Στον γυρισμό κόπηκε και η μίζα του αυτοκινήτου. Μας βοήθησε ο αδελφός του Παραφέστα που τον ήξερε ο μπαμπάς. Περισσότερο συζητούσαν για την αποβολή του Παραφέστα στο ματς εκείνο και λιγότερο «φτιάχναν» το αυτοκίνητο…
Και επειδή «η καλή μέρα από το πρωί φαίνεται», πήραμε και το κύπελλο εκείνη τη χρονιά! Ήταν τότε που ζητούσα επίμονα να πάμε Αθήνα, στο ΟΑΚΑ, αλλά η ηλικία μου ήταν απαγορευτική για τέτοια!
Η πρωτομαγιά του 88 ήταν η μόνη ως τότε που δεν πήγαμε εκδρομή. Με θυμάμαι να βολτάρω στην πλατεία Ταχυδρομείου με τον μπαμπά, περήφανος για το πρωτάθλημα! Σαν είχα βάλει και εγώ ένα λιθαράκι στο έπος! Μικρούς-μεγάλους, η ΑΕΛ μάς είχε χαρίσει το ίδιο παραμύθι!
Ώσπου κάποια Κυριακή, κάπου τότε, το γήπεδο κόπηκε. Είχαν γίνει τρομακτικά επεισόδια. Δεν θυμάμαι με ποιον παίζαμε. Αλλά γυρίζαμε σπίτι με το αυτοκίνητο, περνώντας «κάτω» από πέτρες. Ο μπαμπάς με το ένα χέρι οδηγούσε και με το άλλο κάλυπτε το κεφάλι μου. Εκείνη την ημέρα φοβήθηκε πραγματικά. Όχι εγώ τόσο, αλλά δεν αρκούσε…
Δυο-τρία χρόνια μετά ανέλαβα δράση μόνος μου. Στην αρχή στα κρυφά, μετά στα φανερά. Κόντευα Λύκειο. Ήταν τότε που η ΑΕΛ πάλευε να διατηρήσει τις ένδοξες μνήμες. Άλλωστε ήταν νωπές ακόμη. Το όνειρο βέβαια δεν άντεξε, άρχισε να ξεθωριάζει. Υποβιβασμός και ανυποληψία. Μέχρι το 2003 όμως. Ήταν τότε που ο κ. Σωτηρούλης ξανάναψε τη σπίθα. Την είχε και εκείνος μέσα του σίγουρα. Αλλιώς δεν θα τα κατάφερνε. Και μας πήρε μαζί του σε ένα νέο ταξίδι που κράτησε…
Ξανακάναμε σιγά-σιγά την ΑΕΛ μεγάλη. Ήμασταν και εμείς πιο μεγάλοι πια. Ξαναγεννήσαμε τη βασίλισσα της παιδικότητάς μας για να την παραδώσουμε στην επόμενη γενιά. Αυτό μας ένοιαζε περισσότερο. Η διατήρηση της ιδέας. Έτσι το νιώθαμε τότε. Να δικαιώσουμε τα παιδικά μας όνειρα, να δικαιώσουμε και την παιδικότητα της επόμενης γενιάς. Να της χαρίσουμε μια αναγεννημένη ΑΕΛ…
Τώρα ξαναψάχνουμε την ΑΕΛ. Όχι πια για να δικαιώσουμε τα παιδικά μας όνειρα. Ούτε για να ξαναζήσουμε την ιδέα της ΑΕΛ με τη νεανική μας ορμή. Αλλά γιατί ΑΕΛ σημαίνει ανατροπή. Την ανατροπή που κάθε νέος δικαιούται. Γι’ αυτό ήμασταν ΑΕΛ, γι’ αυτό είμαστε ΑΕΛ. Γιατί η ΑΕΛ μπόρεσε, ενώ πολλοί νόμιζαν ότι δεν θα μπορούσε…
*(Με αφορμή τη συμπλήρωση 35 χρόνων από το πρωτάθλημα)