Δείτε τί αναφέρει στο κείμενό του ο Τυρναβίτης πρώην Γ. Γραμματέας και Αντιπρόεδρος της ΟΛΜΕ)
Η απόφαση μου να συμμετάσχω στο ψηφοδέλτιο της Α.Σ.Ε. σχετίζεται τόσο με τις πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις στη χώρα μας και στον κόσμο ολόκληρο, όσο και με τις εξελίξεις στο χώρο της εκπαίδευσης και του εκπαιδευτικού και συνδικαλιστικού κινήματος – έχοντας πάντα στο νου την προοπτική για μια καλύτερη και δικαιότερη κοινωνία, για ένα καλύτερο σχολείο για όλα τα παιδιά και με εκπαιδευτικούς που θα νοιώθουν τη χαρά του λειτουργήματός τους και θα ζουν με αξιοπρέπεια.
Οι εξελίξεις σε παγκόσμιο και σε τοπικό επίπεδο κάθε άλλο παρά αισιόδοξες είναι. Ο αιώνας που ζούμε φαίνεται να φέρνει πλέον ξεκάθαρα χαρακτηριστικά αρνητικής ανατροπής για τα δικαιώματα των εργαζομένων και για το επίπεδο ζωής και οπισθοχώρησης των κινημάτων.
Βιώνουμε παράλληλα τη διεύρυνση των ανισοτήτων σε κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο, την επικράτηση του ατομικού σε βάρος του συλλογικού, την απαξίωση της ανθρώπινης ζωής και την έξαρση της βίας και των πολέμων, την υποχώρηση των ανθρώπινων αξιών.
Ζούμε την εκμετάλλευση και την υποβάθμιση της φύσης, και την όλο και πιο άδικη διανομή πλούτου και τεχνογνωσίας σε βάρος των φτωχών στρωμάτων και υπέρ μια χούφτας ασύδοτων μελών της κυρίαρχης αστικής τάξης και της οικονομικής ολιγαρχίας.
Οι τελευταίοι, με αρωγούς κρατικά και ιδιωτικά ΜΜΕ και με ολοένα και πιο σύγχρονα τεχνολογικά μέσα και δεξαμενές σκέψης, προσεταιρίζονται μέσα και από εσωτερικούς διαχωρισμούς εργαζομένων και μεσαίων στρωμάτων, ολοένα και πιο μεγάλα τμήματά τους, τα οποία υιοθετούν αστικούς μύθους κοινωνικής αναρρίχησης και ατομικού ονείρου για τους «άξιους».
Με τους ίδιους μηχανισμούς μετατοπίζουν τη σκέψη των μαζών από το ταξικό πεδίο σε πεδία όπου κυριαρχεί ο «άλλος» ως εχθρός και ως βασικός υπαίτιος της δυστυχίας του οικείου – «άλλος» με βάση χαρακτηριστικά φύλου, φυλής, έθνους, θρησκείας κ.α.-, ενώ προσπαθούν να αναδεικνύουν ταυτόχρονα ως κύριο πεδίο αντιπαλότητας το πεδίο του δικαιωματισμού και να αναθεωρούν συνεχώς την ιστορία, με συμμάχους «ικανοποιημένα» τμήματα της διανόησης.
Με όλα αυτά κατορθώνουν συχνά να στρέφουν τις μάζες που υποφέρουν, σε δήθεν αντισυστημικές επιλογές, σε απολίτικες στάσεις και σε ακροδεξιές αντιλήψεις και θέσεις. Όλα αυτά είναι βολικά και ακίνδυνα για την κυρίαρχη οικονομική τάξη και σύμμαχος στην προσπάθειά της να ΠΕΙΣΕΙ τους πάντες ότι δεν υπάρχει ελπίδα και διαφορετική προοπτική. Τελικό αποτέλεσμα: η (ακρο)δεξιά μετατόπιση του πολιτικού εκκρεμούς – σε περίοδο μάλιστα μεγάλων κρίσεων-, η οπισθοχώρηση των ριζοσπαστικών κινημάτων, αλλά ταυτόχρονα και η απομυθοποίηση μιας καλύτερης διαχείρισης του καπιταλισμού ή ενός καλού κοινωνικού κράτους.
Εργαλείο επίσης στην παραπάνω προσπάθεια αποτελεί και ο προνομιακός για τη διαμόρφωση στάσεων και συνειδήσεων χώρος της ΠΑΙΔΕΙΑΣ, όπως άλλωστε συμβαίνει πάντα σε κάθε οργανωμένο κράτος-όργανο της κυρίαρχης οικονομικά τάξης. Μόνο υπ’ αυτό το πρίσμα μπορούμε να κατανοήσουμε και τις αλλαγές στο χώρο της εκπαίδευσης που έχουν δρομολογηθεί τα τελευταία χρόνια, χωρίς φυσικά να ξεχνάμε και την εγγενή τάση του κεφαλαίου να κερδίζει σε όποιο χώρο μπορεί, προωθώντας την άμεση ιδιωτικοποίηση τομέων της εκπαίδευσηςκαι την έμμεση ιδιωτικοποίηση του δημόσιου σχολείου ή μειώνοντας συνεχώς τις κοινωνικές δαπάνες για να χρησιμοποιήσει κατόπιν τους δημόσιους πόρους προς όφελός του.
Μέσα από αυτά θα μπορέσουμε να εξηγήσουμε επίσης και τη, σχεδόν στα όρια του μίσους, αντιπάθεια προς κάθε τι συλλογικό (και στο χώρο μας) και απέναντι σε κάθε προσπάθεια διεκδίκησης και προάσπισης των δικαιωμάτων μας. Έτσι ερμηνεύεται και η κάθιδρη προσπάθεια της ηγεσίας του Υπουργείου Παιδείας να ελέγχει και να αξιολογεί τους εκπαιδευτικούς, να σπέρνει τον φόβο και τον ανταγωνισμό μεταξύ τους, καθώς και μεταξύ των σχολείων, να στεγνώνει τη διδασκαλία από κάθε τι που αντανακλά τις ανθρώπινες αξίες, με ενίσχυση του τεχνοκρατισμού, της τυποποίησης και της χρησιμοθηρίας.
Με βάση τα παραπάνω, και επί πλέον παίρνοντας υπόψη την μη ικανοποιητική κατάσταση που χαρακτηρίζει τη λειτουργία, την κινηματική διάσταση και τις διαδικασίες στην ΕΛΜΕ Λάρισας και τα αδιέξοδα που δημιουργήθηκαν στο κεντρικό μας όργανο της ΟΛΜΕ και την ανάγκη αναθεώρησης της τακτικής και των θέσεων, προκύπτουν ως αναγκαιότητα:
• η δημιουργία ενός ριζοσπαστικού μαζικού κινήματος με άξονα πολιτικές δυνάμεις που δεν θα έχουν στόχο απλώς την διαχείριση ή την μεταρρύθμιση, αλλά και την ανατροπή του κύριου αίτιου που γεννάει όλα όσα αναφέρθηκαν παραπάνω, χωρίς την επανάπαυση που καλλιεργούν οι αυταπάτες διαχείρισης και βελτίωσης των συνθηκών του αιμοβόρου καπιταλιστικού συστήματος. Κίνημα και οργανώσεις αντίβαρο και ανάχωμα επίσης στον τεράστιο κίνδυνο της στροφής εργαζομένων προς την ακροδεξιά, και
• η συσπείρωση και συμπαράταξη με τις συνεπέστερες και ριζοσπαστικότερες δυνάμεις στη κοινωνική, συλλογική και πολιτική δράση. Τις δυνάμεις των κομμουνιστών και των ριζοσπαστών προοδευτικών ανθρώπων.
[Οι διαφορετικές εκτιμήσεις και διαφορές απόψεων για τα μέσα, τις τακτικές και την ιστορική ανάλυση καμιά φορά, είναι για τη Μεγάλη Ιστορία αφορμές και ευκαιρίες δημιουργικής ανασύνθεσης και αποφασιστικής δράσης.
Κανένας δε μπορεί άλλωστε να ψέξει ή να αμφισβητήσει ποτέ την αφετηριακή ιδεολογική κινητήρια δύναμη και τις προθέσεις των κομμουνιστών, ούτε και τη δράση τους]