ΓΡΑΦΕΙ Ο Τάσος Τσιαπλές, Πρόεδρος του ΕΚΝΛ
Όλο το προηγούμενο διάστημα η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ αλλά και οι προηγούμενες των ΝΔ-ΠΑΣΟΚ, ψήφιζαν και εφάρμοζαν βάρβαρα αντεργατικά μέτρα και θα συνεχίσει να το κάνει το επόμενο διάστημα, γιατί εκ’ πεποιθήσεως υπηρετούν το μεγάλο κεφάλαιο.
Τον τελευταίο καιρό οι εξελίξεις αυτές δεν έχουν αφήσει ανέπαφες και τις εξελίξεις στην καπνοβιομηχανία ΠΑΠΑΣΤΡΑΤΟΥ, με την μετατροπή του εργοστασίου σε εργοστάσιο παραγωγής IQOS, με σκοπό την μεγαλύτερη κερδοφορία για την εταιρία και το ταυτόχρονο ξεζούμισμα των εργαζομένων στα τμήματα της παραγωγής, αφού το εργοστάσιο θα είναι πλέον 7ήμερης λειτουργίας.
Επομένως η παρουσία του πρωθυπουργού στο εργοστάσιο πρόσφατα, δεν ήταν τυχαία, αφού συνέπεσε με την κατάθεση του Ν/Σ για τα Εργασιακά στη Βουλή.
Ο συνειρμός που προσπάθησε να δημιουργήσει η κυβέρνηση, είναι καθαρός: Από τη μια ένας επιχειρηματικός όμιλος (Philip Morris) που επενδύει κεφάλαια στην Ελλάδα και, από την άλλη, ένα Ν/Σ που δήθεν βελτιώνει την προστασία των εργαζομένων από εργοδοτικές αυθαιρεσίες. Κάπως έτσι προσπαθούν τα κυβερνητικά επιτελεία να χτίσουν το παραμύθι της «δίκαιης ανάπτυξης».
Μιλώντας στους εργαζόμενους ο κ. Τσίπρας, παρουσίασε την καπιταλιστική ανάπτυξη ωφέλιμη όχι μόνο για τους επιχειρηματίες, αλλά και για τους ίδιους τους εργαζόμενους, ωστόσο βρήκε συγκεκριμένα λόγια μόνο για να διαβεβαιώσει το κεφάλαιο ότι η πολιτική της κυβέρνησής του είναι η εγγύηση για την κερδοφορία τους. Όπως άλλωστε υπογράμμισε, για να βγει η οικονομία από την κρίση πρέπει να δημιουργηθεί ένα φιλικό περιβάλλον για την επιχειρηματικότητα με μια σειρά κίνητρα που εξασφαλίζει η κυβέρνηση τα οποία διαφήμισε μπροστά μας. Δεν παρέλειψε να «εξάρει» την υγιή επιχειρηματικότητα και να «συγχαρεί» την εταιρεία «Παπαστράτος», λέγοντας ότι οι εργαζόμενοι έχουν την τύχη να εργάζονται σε μια «υγιή επιχείρηση».
Η αλήθεια όμως είναι ότι η δική τους ανάγκη για «σταθερότητα» και «ανάπτυξη» σημαίνει αστάθεια, αβεβαιότητα και χειροτέρευση στη ζωή των εργατών.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα για τους εργαζόμενους τη σημαίνει «δίκαιη ανάπτυξη», αποτελεί η απόφαση της εταιρείας για να δουλεύουν σε 7ήμερη βάση, που σημαίνει ότι η ζωή τους θα γίνει άνω κάτω, θα δουλεύουν περισσότερες μέρες συνεχόμενα, θα ξεχάσουν τι σημαίνει Σαββατοκύριακο, θα έχουν λιγότερες μέρες για να μπορούν να τις περνούν μαζί με τις οικογένειες τους. Και όλα αυτά για να εξασφαλιστεί η κερδοφορία της εταιρείας.
Δυστυχώς για τους εργαζόμενους, σ’ αυτή την απόφασή της η εργοδοσία του ΠΑΠΑΣΤΡΑΤΟΥ, έχει στο πλευρό της, ένα πολύτιμο υποστηρικτή που είναι η πλειοψηφία της διοίκησης του σωματείου (εργοδοτικοί συνδικαλιστές), που ενώ είχαν δεσμευτεί ότι η Γ.Σ των εργαζομένων θα αποφάσιζε γι’ αυτό, ανακοίνωσε σαν εκπρόσωπος των εργοδοτών την έναρξη της επταήμερης εργασίας και την καθιέρωση 12ωρου, επικαλούμενη την πλειοψηφία που τους έδωσαν οι εργαζόμενοι στις εκλογές. Όμως την πλειοψηφία τους την έδωσαν οι εργαζόμενοι για να υπερασπίζονται και όχι για να ξεπουλούν τα συμφέροντα τους.
Μόνο οι κομμουνιστές συνδικαλιστές, στάθηκαν συνεπείς στην υπεράσπιση των συμφερόντων των εργαζομένων, αναδεικνύοντας την πραγματικότητα που ζουν οι εργαζόμενοι στου ΠΑΠΑΣΤΡΑΤΟΥ, με τις ελαστικές σχέσεις εργασίας (συμβασιούχοι πολλών ταχυτήτων, πρακτικάριοι που βγάζουν δουλειά που πριν την έβγαζαν εργαζόμενοι με πλήρη εργασιακά και μισθολογικά δικαιώματα, εξαντλητικά ωράρια, υπερωρίες, με συναδέλφους στα γραφεία που δουλεύουν 10 και 12 ώρες, με πετσοκομμένες θέσεις εργασίας) και διεκδικούν πάγια το δικαίωμα στην πλήρη και σταθερή εργασία για όλους, με 7ωρη ημερήσια εργασία, 5θήμερη βδομάδα συνεχόμενης εργασίας έτσι ώστε οι εργαζόμενοι να μπορούν να ξεκουράζονται, να περνούν χρόνο με τις οικογένειες τους, να ασχολούνται με όλε στις υποθέσεις τους.
Άλλο ένα δείγμα λοιπόν, ότι η «δίκαιη ανάπτυξη» για τους εργαζόμενους φέρνει ακόμα μεγαλύτερη εκμετάλλευση και νέα κέρδη για τα αφεντικά.
Γι΄αυτό οι εργαζόμενοι πρέπει να βγάλουν τα σωστά συμπεράσματα και να οργανωθούν στα σωματεία τους και στους χώρους δουλειάς, να μπουν στον αγώνα με το πλαίσιο αιτημάτων του ΠΑΜΕ, διεκδικώντας την κάλυψη όλων των σύγχρονων αναγκών τους, κάνοντας στην άκρη τους εργοδοτικούς και κυβερνητικούς συνδικαλιστές.