ΓΡΑΦΕΙ Ο Τάσος Τσιαπλές, μέλος της Κ.Ε του ΚΚΕ, Περιφερειακός Σύμβουλος Θεσσαλίας
Δεν πέρασε πολύς καιρός απ’ όταν στελέχη της κυβέρνησης «έσκιζαν τα ρούχα τους» ότι δίνουν «μάχη» για να αναιρέσουν ή να αναστείλουν τους ψηφισμένους νόμους που προβλέπουν μείωση των ήδη αποδιδόμενων συντάξεων από το 2019, όπως και του αφορολόγητου ορίου από το 2020.
Διέδιδαν μάλιστα με θράσος ότι η μη συμμετοχή του ΔΝΤ στο «πρόγραμμα» για την Ελλάδα, μετά το τυπικό τέλος των μνημονίων, θα διευκόλυνε την αναστολή των δύο αυτών μέτρων.
«Το ΔΝΤ μας ζήτησε να τα ψηφίσουμε, επειδή αμφισβητούσε το κατά πόσο μπορούν να πιαστούν οι στόχοι των πλεονασμάτων που συμφωνήσαμε με την ΕΕ έως το 2022», έλεγαν τα κυβερνητικά στελέχη. «Επομένως, αν φύγει το ΔΝΤ, τα μέτρα αυτά είναι αχρείαστα», ισχυρίζονταν.
Όλα αυτά μέχρι να ψηφιστεί το Μεσοπρόθεσμο κι ενώ το ΔΝΤ δεν έχει ακόμα ανακοινώσει αν θα παραμείνει στο «πρόγραμμα».
Εκεί γράφεται φαρδιά – πλατιά ότι η μείωση των συντάξεων και του αφορολόγητου θα εφαρμοστεί κανονικά. Το ίδιο επιβεβαίωσαν προχτές η «έκθεση συμμόρφωσης» της Κομισιόν, αλλά και χτες η έκθεση του ESM για την Ελλάδα.
Το συμπέρασμα που προκύπτει είναι ότι Ε.Ε και ΔΝΤ, παρά τις διαφορές τους, συγχρονίζονται πλήρως στο στόχο της αντιλαϊκής κλιμάκωσης και ότι δεν υπάρχει πάτος στην προσπάθεια της κυβέρνησης να κοροϊδέψει το λαό.
Από την «έκθεση συμμόρφωσης», όμως, προέκυψαν κι άλλα μαργαριτάρια, που «θαμπώνουν» την προπαγάνδα της κυβέρνησης και την προσπάθεια να καλλιεργήσει προσδοκίες για αλλαγές προς όφελος του λαού, μετά το τέλος του τρέχοντος μνημονίου.
Για παράδειγμα, η έκθεση επισημαίνει ότι το «μισθολογικό κόστος» παίζει καθοριστικό ρόλο στην ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων και, επομένως, οι όποιες αυξήσεις στον κατώτερο μισθό που υπόσχεται η κυβέρνηση θα πρέπει να γίνουν με τον ισχύοντα νόμο, ο οποίος ευθυγραμμίζεται πλήρως με τις ανάγκες και τα συμφέροντα των επιχειρήσεων.
Με τον τρόπο αυτόν τελειώνει μια κι έξω κάθε συζήτηση για ουσιαστικές αυξήσεις, πόσο μάλλον για ανάκτηση των απωλειών από την περίοδο της κρίσης.
Η αναφορά αυτή, σε συνδυασμό με δημοσιεύματα που επιβεβαιώνουν ότι ο υποκατώτερος μισθός δεν πρόκειται να καταργηθεί, φανερώνει την κοροϊδία γύρω από τις αυξήσεις στον κατώτερο μισθό, και μάλιστα «τύπου Πορτογαλίας», όπως διαφημίζει η κυβέρνηση.
Θυμίζουμε ότι εκεί η «αύξηση» ήταν 80 λεπτά τη μέρα, ενώ με την «ευελιξία» στην αγορά εργασίας που διευρύνεται στην Ελλάδα, ακόμα κι αυτά τα ψίχουλα αφορούν ένα μικρό μόνο μέρος των εργαζομένων.
Από την έκθεση της Κομισιόν και τις δηλώσεις στελεχών της ΕΕ μάθαμε ακόμα ότι η «εποπτεία» μετά το τέλος των μνημονίων θα συνεχιστεί και μάλιστα ενισχυμένη, μέχρι να επιστρέψει η Ελλάδα στην «κανονικότητα» των μνημονίων διαρκείας, που προβλέπουν οι Συνθήκες και οι Οδηγίες της ΕΕ.
Τέλος, μάθαμε ότι ακόμα και οι εφάπαξ ψευτοπαροχές από την υπεραπόδοση των πλεονασμάτων, με τις οποίες η κυβέρνηση σκέφτεται να ξεγελάσει το λαό για το μόνιμο τσεκούρι στο εισόδημα, θα πρέπει να έχουν το «ΟΚ» της Κομισιόν, όπως γινόταν έως τώρα, και σε καμιά περίπτωση να μη θίγουν τους δημοσιονομικούς στόχους.
Τι σημαίνουν όλα αυτά για το λαό; Ότι «τα μνημόνια απέθαναν, ζήτω τα μνημόνια!». Οι ανάγκες του κεφαλαίου για σταθεροποίηση και αύξηση των (αναιμικών) ρυθμών ανάπτυξης, σε συνθήκες γενικευμένης αβεβαιότητας στην ευρωπαϊκή και παγκόσμια οικονομία, αποτυπώνονται στο «μεταμνημονιακό» πλαίσιο και στην «αναπτυξιακή στρατηγική» της κυβέρνησης.
Επομένως, τα αντιλαϊκά μέτρα, οι περικοπές και οι άλλες «μεταρρυθμίσεις», όλα αυτά που συντελούν στην ένταση της εκμετάλλευσης των εργατοϋπαλλήλων και σφίγγουν τη θηλιά στο λαιμό αυτοαπασχολούμενων ΕΒΕ και μικρομεσαίων αγροτών, θα συνεχίζονται κανονικά και μετά τον Αύγουστο, για να παίρνει «ανάσες» το κεφάλαιο.
Αυτό που επιβεβαιώνεται, τελικά, είναι ότι «καθαρή έξοδος» απ’ τα μνημόνια δεν μπορεί να υπάρξει για το λαό, παρά μόνο με κατάργηση των μνημονιακών νόμων, αναπλήρωση των απωλειών, ικανοποίηση των σύγχρονων λαϊκών αναγκών.