ΤΑ ΚΑΛΛΙΓΡΑΦΙΚΑ ΟΝΕΙΡΑ ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΤΡΙΚΑΛΙΩΤΗ

Ο δημιουργός μιλά στο paidis.com και τη Μαρία Παπουτσή

Παιδικό όνειρο, μέσο καλλιτεχνικής έκφρασης, ποιοτική ενασχόληση, χόμπυ, πάθος; Η σχέση του Λαρισαίου φυσικού Γιάννη Τρικαλιώτη με την καλλιγραφία ξεκίνησε στα έξι του χρόνια. Ο όρος που ο ίδιος επιλέγει, 40 περίπου χρόνια μετά, για να μας περιγράψει τη σταθερή πλέον σχέση του με τη μοναδικής αισθητικής αυτήν τέχνη,

είναι ο κεραυνοβόλος έρωτας!

Η γοητεία της καλλιτεχνικής υπογραφής του πατέρα του υπήρξε το πρώτο και, όπως αποδεικνύεται, καθοριστικό, ερέθισμα για τη γέννηση της σχέσης του με την τέχνη της καλής γραφής. Το πρώτο σκίρτημα μετατράπηκε σε εφηβικό πάθος το 1987, όταν είδε για πρώτη φορά πένα καλλιγραφίας. «Το βιβλιοπωλείο Λωτός είχε φέρει μια σειρά από υλικά για καλλιγραφία. Εκεί έπιασα για πρώτη φορά πένα στα χέρια μου», θυμάται και περιγράφει την αίσθηση λες και τη βίωσε χθες. «Το συναίσθημα ήταν συγκλονιστικό! Έρωτας! Με καθήλωσε με τη μία!».

Το εγχειρίδιο που συνόδευε τα υλικά καλλιγραφίας και το πείσμα του να γνωρίσει όσο το δυνατόν περισσότερα για την τέχνη αυτή, στάθηκαν αρκετά για να ξεκινήσει ένα δημιουργικό ταξίδι που συνεχίστηκε και εξελίχθηκε παράλληλα με την καθημερινότητά του. Αυτοδίδακτος, αφιέρωσε άπειρο προσωπικό χρόνο για να τελειοποιήσει την τεχνική και να εξελίξει τη δουλειά του.

«Στην αρχή ήταν δύσκολο, λόγω έλλειψης πηγών. Όταν μπήκε το διαδίκτυο στη ζωή μας τα πράγματα έγιναν πολύ πιο εύκολα. Υπάρχουν αμέτρητες πηγές, βίντεο και βιβλιογραφία, για να ανατρέξει κανείς», δηλώνει αναφερόμενος στην τεράστια άνθηση που γνωρίζει η καλλιγραφία στην Ευρώπη, όχι όμως και στη χώρα μας, στην οποία ελάχιστοι μοιράζονται το ίδιο πάθος.

Το 2012 οι αναζητήσεις στο διαδίκτυο έδωσαν νέα διάσταση στη δημιουργική του πορεία, καθώς ανακάλυψε και την τέχνη της βιβλιοδεσίας. Από τότε μέχρι σήμερα η τεχνική του εμπλουτίζεται διαρκώς, καθώς τα αρχικά διπλώματα ή οι περγαμηνές έχουν αντικατασταθεί από ολοκληρωμένα βιβλία, χειροποίητους δερματόδετους τόμους που φιλοξενούν ολοκληρωμένα, ποιητικά κατά βάση, έργα, τα περισσότερα χαρακτηριστικά δείγματα του γοτθικού μελοδραματισμού ή του σκοτεινού ρομαντισμού, που ο ίδιος αγαπά ιδιαίτερα. «Η κληρονομικότητα μάλλον έπαιξε κι εδώ το ρόλο της» σημειώνει με διάθεση χιούμορ. «Η μητέρα μου ήταν μοδίστρα, οπότε προφανώς πήρα τη δεξιοτεχνία της στο βελόνι, προσόν απαραίτητο στη βιβλιοδεσία!».

Ένα τραπέζι στην κουζίνα του σπιτιού έχει μετατραπεί σε προσωπικό χώρο, στο «εργαστήρι» του. Εκεί, περικυκλωμένος από πένες, μελάνια, σμάλτο, ξύλα, κομμάτια από δέρμα, κόφτες, βελόνες, βενζινόκολλες και κεροκλωστή και υπό τους ήχους της αγαπημένης του μουσικής (ηλεκτρονικό μπλουζ, σουίνγκ και soul αυστηρά ως το 1967, όπως τονίζει), κόβει, μετράει, κολλάει και ετοιμάζει τα χειροποίητα δερματόδετα βιβλία του, που φιλοξενούν στις σελίδες τους αμέτρητες ώρες καλλιγραφικής λεπτοδουλειάς.

«Η καλλιγραφία επιβάλλει αναπόσπαστη συγκέντρωση και ηρεμία, την ίδια στιγμή που εσωτερικά αγγίζεις το απόλυτο επίπεδο εγρήγορσης και ενέργειας», εξηγεί. «Δεν υπάρχει περιθώριο για λάθος. Τα λάθη δε συγχωρούνται στην καλλιγραφία, καθώς μια άστοχη κίνηση σημαίνει πως πρέπει να πετάξεις ένα τετρασέλιδο δουλειάς και να το ξεκινήσεις από την αρχή». Η αγάπη και ο σεβασμός που τον διακατέχει για τη δημιουργική του πλευρά είναι φανερή, όσο κι ο αντίκτυπος που έχει η ενασχόλησή με την καλλιγραφία και τη βιβλιοδεσία στην προσωπικότητά του. «Μου διδάσκει υπομονή, επιμονή στη λεπτομέρεια και ηρεμία. Μου προσφέρει τη χαρά της δημιουργίας και, το σημαντικότερο, μου φτιάχνει χαρακτήρα!».

Θα περίμενε κανείς πως στις φιλοδοξίες του είναι να μετατρέψει τη δημιουργική του απασχόληση σε επαγγελματική, προωθώντας και πουλώντας τη δουλειά του, αλλά ο Γιάννης Τρικαλιώτης είναι κατηγορηματικά αρνητικός στο ενδεχόμενο αυτό. «Είναι αδύνατο να κοστολογήσεις ένα χειροποίητο δερματόδετο βιβλίο γεμάτο καλλιγραφία. Επίσης, ελάχιστοι είναι αυτοί που ασχολούνται ταυτόχρονα με την καλλιγραφία και τη βιβλιοδεσία, υπογράφοντας εξολοκλήρου ένα χειροποίητο βιβλίο. Συνήθως εξειδικεύονται στη μία ή στην άλλη τέχνη», επισημαίνει. «Ο όγκος της δουλειάς είναι απίστευτος. Προσωπικά, έχω επιλέξει να κάνω τις δημιουργίες μου δώρο σε αγαπημένα πρόσωπα και να κρατώ κάποια για την προσωπική μου ευχαρίστηση. Δεν με ενδιαφέρει να κερδίσω χρήματα από αυτό. Το μόνο που θέλω είναι να συγκινεί το έργο μου τον αποδέκτη του».

Παίρνοντας στα χέρια του ένα από τα μοναδικά δερματόδετα βιβλία του Γιάννη Τρικαλιώτη, νιώθει κανείς πως ταξιδεύει στο χρόνο, αιώνες πίσω, σε εποχές με ιππότες, σκοτεινές δυνάμεις και ρομαντικά ιδεώδη. Η αίσθηση του χειροποίητου και του πρωτότυπου προσθέτει ακόμη μεγαλύτερη γοητεία στο τελικό προϊόν, που με τη δουλειά και την πολυετή εμπειρία του δημιουργού αγγίζει πλέον την τελειότητα. Παρά το υψηλής αισθητικής αποτέλεσμα, ο καλλιτέχνης μέσα του δεν εφησυχάζει. «Η εξέλιξη δεν σταματά ποτέ. Επόμενος στόχος είναι η πρόσθεση μικρογραφιών στα βιβλία μου, ο εμπλουτισμός των διακοσμητικών στοιχείων, η εξέλιξη της χρήσης ανάγλυφων λεπτομερειών, αλλά και η ενσωμάτωση μεταλλικών στοιχείων στα εξωτερικά τους μέρη».

Το όνομα του ρόδου, το κορυφαίο μυθιστόρημα του Ουμπέρτο Έκο, μπαίνει αναπόφευκτα στη συζήτηση… Ποιος ξέρει; Μπορεί μια χειροποίητη καλλιγραφική εκδοχή του να είναι το επόμενο έργο του.  Άλλωστε, είναι εμφανές, πως τα καλλιγραφικά… όνειρα του Γιάννη Τρικαλιώτη, έχουν μπροστά τους μεγάλο δρόμο.

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ ΤΩΝ ΤΕΛΕΥΤΑΙΩΝ ΗΜΕΡΩΝ