Δια στόματος κυβερνητικού εκπροσώπου και πριν συνεδριάσει η επιτροπή των λοιμωξιολόγων ενημερωθήκαμε ότι τη Δευτέρα 11 Ιανουαρίου θα ανοίξουν τα σχολεία και μαθητές και εκπαιδευτικοί θα επιστρέψουν στις τάξεις και στα μαθήματα. Με τον τρόπο που εξελίχθηκαν τα γεγονότα έχουμε πλέον να αντιμετωπίσουμε μία πολιτική απόφαση που δεν βασίζεται σε κάποια επιστημονικά δεδομένα και κατά συνέπεια για το ότι συμβεί από εδώ και πέρα, το βάρος της ευθύνης θα πέσει αποκλειστικά στον πρωθυπουργό και την υπουργό Παιδείας.
Παράλληλα όμως οι ανακοινώσεις Πέτσα γεννούν και πολλά ερωτήματα για το τί έγινε μέχρι σήμερα και κατά πόσο τα σχολεία είναι ασφαλή.
- Φρόντισε αλήθεια η υπουργός Παιδείας να προσληφθούν περισσότεροι εκπαιδευτικοί και να βρεθούν περισσότερες αίθουσες ώστε οι μαθητές να μην στοιβάζονται ανά 25 – 27 ανά αίθουσα;
- Φρόντισε να καλύψει τα κενά που δημιουργούνται με τις άδειες ειδικού σκοπού χιλιάδων εκπαιδευτικών που αντιμετωπίζουν προβλήματα υγείας ή είναι μιας κάποιας ηλικίας;
- Δημιούργησε υποδομές για να προαυλίζονται με ασφάλεια οι μαθητές και χωρίς να κινδυνεύουν από τα φυσικά φαινόμενα του χειμώνα;
- Βρήκε λύση για το πώς θα αερίζονται οι αίθουσες κατά την ώρα του μαθήματος και πώς θα αντιμετωπιστεί το εγκληματικό για την υγεία μαθητών και εκπαιδευτικών, δίωρο μάθημα σε συνθήκες ασφυξίας;
- Φρόντισε να γίνουν το πρωί της Δευτέρας διαγνωστικά τεστς σε όλους τους εκπαιδευτικούς και τους μαθητές για να υπάρχει πλήρης εικόνα της κατάστασης που επικρατεί στην εκπαιδευτική κοινότητα;
- Φρόντισε να γίνονται επαναληπτικά τεστς ανά τακτά χρονικά διαστήματα για να εμπεδωθεί αίσθημα ασφάλειας και σιγουριάς στα σχολεία;
- Έβαλε σε προτεραιότητα τον εμβολιασμό των εκπαιδευτικών και των γονέων των μαθητών για να τους θωρακίσει από τον επικίνδυνο ιό;
Και φυσικά τα ερωτήματα δεν σταματούν εδώ, αλλά δυστυχώς όλα έχουν ως κοινό παρονομαστή την αρνητική απάντηση, αφού η ηγεσία του υπουργείου και η κυβέρνηση δεν έκανε απολύτως τίποτα από τα παραπάνω.
Το μόνο που έκανε όλο το προηγούμενο διάστημα η κυβέρνηση ήταν να βρει και να δώσει δώρα στην ιδιωτική εκπαίδευση και στους επιχειρηματίες της, να προκαλέσει αναστάτωση στους χιλιάδες υποψηφίους των πανελλαδικών με τις ρυθμίσεις για την εισαγωγή τους στα ΑΕΙ, να διαλύσει την επαγγελματική εκπαίδευση προσφέροντας φθηνά εργατικά χέρια στους επιχειρηματίες, και να περικόψει συνδικαλιστικές ελευθερίες και δικαιώματα των εκπαιδευτικών με τις εκλογές παρωδία για τα υπηρεσιακά συμβούλια και τις ρυθμίσεις που τις συνοδεύουν, στήνοντας παράλληλα ένα κομματικό κράτος αναξιοκρατίας και ρουσφετιών.
Αντί να στηρίξει το δημόσιο σχολείο και να θωρακίσει μαθητές και εκπαιδευτικούς η κυβέρνηση σκέφτηκε χωρίς καν να ακούσει τους ειδικούς, ότι είναι καλό να βάλει τη χώρα στο γύψο για άλλες 8 ημέρες διαλύοντας και τις ελάχιστες δραστηριότητες που μπόρεσαν κάπως να λειτουργήσουν, αλλά και να καταρρακώσει την ψυχολογία όλων εκείνων που έβλεπαν ως μία ανέξοδη διέξοδο τη βόλτα για ψάρεμα ή κυνήγι απαγορεύοντάς τα για άλλη μια φορά τη στιγμή που επέτρεψε σε εκατοντάδες επώνυμους – κοσμικούς να φύγουν και να πάνε στο Ντουμπάι για να γιορτάσουν την Πρωτοχρονιά.
Με λίγα λόγια, αυτό που βλέπουμε είναι οτι στην κυβέρνηση ετοιμάζονται να ανοίξουν τα σχολεία χωρίς να έχει αλλάξει κάτι ούτε στη λειτουργία τους, ούτε και στην έξαρση του κορονοϊού στη χώρα αλλά και σε Ευρωπαϊκό επίπεδο, αδιαφορώντας, προφανώς, για την υγεία ή και τη ζωή όσων “πληρώσουν” και αυτή τη σπασμωδική τους κίνηση.