Ανακοίνωση των Οικολόγων Πράσινων για το σχέδιο διαχείρισης υδάτων στην περιοχή
Πολύ αρνητική εντύπωση προκάλεσε η σπουδή της πλειοψηφίας του Περιφερειακού Συμβουλίου Θεσσαλίας, να εγκρίνει το Σχέδιο Διαχείρισης της περιοχής λεκάνης απορροής ποταμού (υδατικό διαμέρισμα) Θεσσαλίας, χωρίς καν να εξετάσει την πρόταση που κατέθεσε ο Περιφερειακός Σύμβουλος κ. Δημήτρης Κουρέτας και υποστηρίζεται από τους Οικολόγους Πράσινους.
Δυστυχώς, οι όποιες αντιπαραθέσεις έγιναν με επικοινωνιακούς σκοπούς, με αποτέλεσμα να μην εξεταστεί η ουσία του θέματος και η εναλλακτική λύση που προτάθηκε. Γιατί είναι δεδομένο ότι αυτό που μειώνει την εγκυρότητα του σχεδίου διαχείρισης είναι η παλαιότητα των δεδομένων, μιας και τα τελευταία επίσημα δεδομένα που χρησιμοποιήθηκαν και στο σχέδιο ήταν του 2007. Έχουν δηλαδή ήδη περάσει 6 χρόνια από τότε, χρονικό διάστημα που ορίζεται ως η μέγιστη ισχύς ενός σχεδίου διαχείρισης, ενώ μετά από έξι χρόνια απαιτείται η αναθεώρηση του. Το αγροτικό μίγμα για παράδειγμα έχει αλλάξει ριζικά από τότε και θα συνεχίσει να αλλάζει, ιδιαίτερα με τα την τροποποίηση της ΚΑΠ από την επόμενη χρονιά. Είναι, επίσης, απαραίτητο να διορθωθούν ορισμένα σφάλματα με βασικότερο την ένταξη των εκτάσεων της Κάρλας, της Ελασσόνας και της λίμνης Πλαστήρα, στη λεκάνη απορροής του Πηνειού, ενώ είναι βέβαιο ότι αποτελούν ξεχωριστές υδρολογικές ενότητες. Θα πρέπει με πιο νέα δεδομένα η μελέτη να αξιολογεί επίσης τι αποτελέσματα είχαμε από διάφορα περιφερειακά μικρά έργα που έγιναν π.χ. φράγμα Ληθαίου ποταμού, άλλα μικρά φράγματα και λιμνοδεξαμενές. Για όλους αυτούς τους λόγους και κυρίως για να λυθεί κάθε αμφιβολία, θα έπρεπε το Περιφερειακό Συμβούλιο να ζητήσει από τους μελετητές να εξετάσουν και ένα νέο σενάριο που θα βασίζεται σε πρόσφατα δεδομένα και θα έχει επιδιορθώσει τις εσφαλμένες εκτιμήσεις του σχεδίου διαχείρισης.
Το σενάριο αυτό θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη του:
Την πρόσφατη κατανομή των καλλιεργειών στην περιφέρεια. Πρόσφατα ανακοινώθηκε ότι, με βάση τα στοιχεία του 2010 έχουν αυξηθεί η εκτάσεις με σκληρό σιτάρι έναντι του βαμβακιού, ενώ το σχέδιο διαχείρισης έχει λάβει τα παλαιότερα στοιχεία.
Την αυτονομία της λεκάνης απορροής της Κάρλας. Οι εκτάσεις που καλλιεργούνται στην περιοχή όπου συμβαίνει η επανασύσταση της λίμνης μπορούν να αρδευτούν από το δυναμικό της περιοχής με σωστή διαχείριση.
Το γεγονός ότι οι εκτάσεις που αρδεύονται από τη λίμνη Πλαστήρα δεν ανήκουν στη λεκάνη απορροής του Πηνειού.
Τα έργα βελτίωσης του δικτύου αποταμίευσης και διανομής του αρδευτικού νερού θα μπορούσαν να μειώσουν τις απώλειες που έχει σήμερα και ξεπερνούν το 40%.
Την βελτίωση των αρδευτικών πρακτικών που μπορεί να εξοικονομήσει έως και το 30% του νερού που σήμερα χρησιμοποιείται.
Τη δυνατότητα εφαρμογής μιας ουσιαστικής πολιτικής εξοικονόμησης νερού και επαναχρησιμοποίησης των υγρών αποβλήτων.
Με μια πρώτη εκτίμηση φαίνεται ότι σε μια τέτοια περίπτωση, χωρίς να απαιτείται οποιαδήποτε «μεταφορά» νερού, όχι μόνο καλύπτεται η ζήτηση σε νερό στον Θεσσαλικό κάμπο αλλά δημιουργείται και υδατικό πλεόνασμα, με αποτέλεσμα να μπορούν να αρδευτούν και εκτάσεις που σήμερα δεν αρδεύονται.
Είναι κρίσιμο, πριν ληφθεί οποιαδήποτε απόφαση, να εξεταστούν διεξοδικά όλες οι εναλλακτικές λύσεις που προσφέρονται και να αξιολογηθούν οι επιπτώσεις. Μια λύση για παράδειγμα σαν αυτή που προτείνεται να εξεταστεί, έχει πολλά περισσότερα πλεονεκτήματα σε σύγκριση με αυτή που προβάλλεται ως βέλτιστη από το σχέδιο διαχείρισης:
Είναι οικονομικά συμφέρουσα, καθώς αφ’ ενός κοστίζει πολύ λιγότερο από τα έργα της εκτροπής και αφ’ ετέρου θα μπορεί να προσφέρει αρδευτικό νερό σε πολύ μικρότερη τιμή.
Έχει μεγαλύτερο αριθμό ωφελούμενων πολιτών, αφού εκτός από τον αγροτικό τομέα λαμβάνονται μέτρα που δίνουν λύσεις τόσο στην ύδρευση των θεσσαλικών πόλεων όσο και στην αποχέτευσή τους που δημιουργεί προβλήματα ποιότητας νερού.
Βελτιώνει τις αγροτικές εκμεταλλεύσεις και τις καθιστά βιώσιμες στον χρόνο και στον ανταγωνισμό, ενώ παράλληλα δημιουργεί την υποδομή για την εφαρμογή σύγχρονων συστημάτων καλλιέργειας που οδηγούν σε ποιοτικά προϊόντα.
Διασπείρει τα έργα σε όλη την περιφέρεια και όχι μόνο σε συγκεκριμένα τμήματά της, βελτιώνοντας συνολικά την αρδευτική και υδρευτική υποδομή της.
Δεν προκαλεί βίαιες περιβαλλοντικές αλλαγές που ενέχουν κινδύνους μη αναστρέψιμων ποιοτικών αλλαγών. Είναι για παράδειγμα βέβαιο ότι σε ενδεχόμενη εκτροπή θα υπάρξει μια μεταφορά της ρύπανσης του Πηνειού στις εκβολές του που σήμερα προστατεύονται, ενώ από ανάλογα παραδείγματα φαίνεται ότι αλλαγές στο κλίμα της περιοχής των φραγμάτων μπορούν να θέσουν σε κίνδυνο ακόμα και την ύπαρξη των δασών κωνοφόρων.
Τέλος, είναι σημαντικό να τονιστεί ότι τα έργα που προτείνονται στο σενάριο αυτό είναι απαραίτητο να υλοποιηθούν σε κάθε περίπτωση για να γίνει εφικτή η διαχείριση του υδατικού δυναμικού της περιφέρειας. Η προοπτική αυτή, σε συνδυασμό με μια σειρά από μέτρα που παρουσιάζονται αναλυτικά στο επισυναπτόμενο έγγραφο μπορούν να εγγυηθούν μια μόνιμη και βιώσιμη λύση στο υδατικό πρόβλημα της Θεσσαλίας.