Κοινό κείμενο των μελών ης Ε.Δ.Υ.ΘΕ. Κ. Γιαννακού, Κ. Γκούμα και Τ. Μπαρμπούτη με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα για την καταπολέμηση της Ερημοποίησης και της Ξηρασίας 2023
Η 17η Ιουνίου κάθε έτους έχει οριστεί από τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών ως «Παγκόσμια Ημέρα για την καταπολέμηση της Ερημοποίησης και της Ξηρασίας» (ΕΡ/ΞΗ), θεωρώντας πως «η αποκατάσταση της γης είναι το μονοπάτι για την μείωση της φτώχειας, της πείνας και του υποσιτισμού».
Το θέμα αυτό απασχολεί το μεγαλύτερο μέρος των χωρών στον πλανήτη, κάνει δε συχνά την εμφάνιση του σε πολλές περιοχές της δικής μας χώρας μας και ειδικά στη Θεσσαλία, που με τις φετινές δυσκολίες της χειμερινής ανομβρίας καθιστά την ημέρα αυτή ακόμη πιο σημαντική.
Ειδικά κατά την φετινή Παγκόσμια Ημέρα οι εκπρόσωποι του ΟΗΕ κάνουν ειδική αναφορά στο γυναίκειο φύλο, σημειώνοντας πως «Ερημοποίηση και Ξηρασία επηρεάζουν δυσανάλογα τις γυναίκες καθώς συχνά έχουν άνιση και περιορισμένη πρόσβαση στους πόρους και στον έλεγχο της γης».
Σύμφωνα με τον ορισμό της UNESCO (1993) «Ερημοποίηση είναι η υποβάθμιση γαιών στις ημίξηρες περιοχές που προέρχονται από κλιματικές αλλαγές και ανθρώπινες ενέργειες, προκαλούν μείωση της εδαφικής γονιμότητας, δομής και ικανότητας να διατηρούν χλωρίδα, πανίδα και ανθρώπινη δραστηριότητα, καταλήγοντας σε πενία, εξάντληση και τελικά εγκατάλειψη και καταστροφή της γης».
Αναμφίβολα η ΕΡ/ΞΗ αποτελεί μέιζον περιβαλλοντικό πρόβλημα και η αντιμετώπιση του απαιτεί ειδικό σχεδιασμό, βασισμένο στις ιδιαίτερες συνθήκες της κάθε περιοχής.
Επίσης, επειδή η ΕΡ/ΞΗ συνδέεται άμεσα με το υδατικό πρόβλημα, η Επιτροπή Διεκδίκησης για την επίλυση του Υδατικού προβλήματος της Θεσσαλίας (Ε.Δ.Υ.ΘΕ) αφιέρωσε σημαντικό μέρος της προσπάθειας της στο ζήτημα αυτό και ανέδειξε επανειλημμένα τις προτάσεις των επιστημόνων για την αντιμετώπιση της, τις δράσεις και τα έργα που κρίνονται απαραίτητα για την απόκρουση των κινδύνων και για την δημιουργία προϋποθέσεων βιώσιμης ανάπτυξης του πρωτογενούς τομέα.
Επιπλέον διοργάνωσε τον περασμένο Ιούνιο (2022) ειδική ημερίδα όπου σημαντικοί εξειδικευμένοι επιστήμονες παρουσίασαν όλες τις πλευρές του θέματος.
Το ίδιο ζήτημα ήταν ένα από τα βασικά θέματα της ΑΝΑΦΟΡΑΣ που πριν δυο χρόνια υποβάλαμε στο σύνολο των κοινοβουλευτικών κομμάτων και που είχαμε την ευκαιρία να παρουσιάσουμε δια ζώσης σε ειδική συνεδρίαση Επιτροπών της Βουλής (14 Δεκ. 2022), με την συνδρομή ορισμένων κοινοβουλευτικών της περιοχής μας που στήριξαν το αίτημα μας.
[Σημ. : κάποιοι άλλοι όμως, όχι απλώς αγνόησαν την ΑΝΑΦΟΡΑ μας, αλλά κατά την διάρκεια της συνεδρίασης στη Βουλή, με διάφορα προσχήματα, επί δυόμιση ώρες έδιναν μάχη να μην πραγματοποιηθεί η συζήτηση (!) και να μην παρουσιαστούν οι θέσεις για το υδατικό πρόβλημα].
Όπως και σε πολλά άλλα επιμέρους θέματα που συνδέονται με το υδατικό πρόβλημα, έτσι και για την ΕΡ/ΞΗ η ΕΔΥΘΕ αξιοποιεί τις εξειδικευμένες γνώσεις επιστημόνων που έχουν αφιερώσει τη ζωή τους στα ζητήματα αυτά και που προειδοποιούν για επικείμενες καταστροφές εάν συνεχίσουμε να πορευόμαστε με τις ίδιες πρακτικές διαχείρισης των φυσικών πόρων (έδαφος, νερό).
Αυτές τις θέσεις των ειδικών η ΕΔΥΘΕ συνθέτει και προβάλλει στην κοινή γνώμη και (μαζί με τους φορείς) διεκδικεί άμεσα τις ενδεδειγμένες λύσεις.
Εντελώς επιλεκτικά θα παραθέσουμε στα επόμενα μερικές βασικές από αυτές τις επισημάνσεις.
Ο καθηγητής Γεωπονίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας Ν. Δαναλάτος, στην ημερίδα της ΕΔΥΘΕ που προαναφέραμε, ισχυρίστηκε πως «το φαινόμενο απειλεί να μετατρέψει 30% της Ελληνικής επικράτειας σε ερημικά τοπία με υποτυπώδη βλάστηση», ενώ η Θεσσαλία εκτιμά πως «ακολουθεί το ευρύτερο ελληνικό μοντέλο της ξηροθερμικής ζώνης : Εγκατάλειψη γεωργικής γης λόγω υποβάθμισης και ερημοποίησης», αναφέροντας πως «από το 2000 έως το 2018 εγκαταλείφθηκαν 1,2 εκατ. στρέμματα ετησίων καλλιεργειών λόγω της συνεχιζόμενης υποβάθμισης των εδαφών και μείωσης των αποδόσεων κάτω του ορίου οικονομικής ωφελιμότητας».
Επιπλέον ο καθηγητής υποδεικνύει πως «Σύγχρονες πρακτικές χαμηλών εισροών θα αποτρέψουν περαιτέρω ερημοποίηση» ενώ ακόμη θεωρεί πως «χλωρή λίπανση με ψυχανθή (μπιζέλι, βίκος),αμειψισπορά με ψυχανθή, εισαγωγή πολυετών καλλιεργειών» θα συμβάλουν στην «επαναφορά» των εγκαταλειμμένων εκτάσεων.
Ανάλογες ανησυχίες είχε εκφράσει και ο ομότιμος καθηγητής Γεωπονίας Φ. Γέμτος σε άρθρο του στο GREENANGENDA (Οκτ. 2019), όπου σχολίαζε τις επιλογές του αρμόδιου Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης.
Αναφερόμενος στο «γενικευμένο» για τον μεσογειακό νότο φαινόμενο της διάβρωσης εδαφών, εκφράζει την απορία του γιατί στις αντίστοιχες χώρες «το πρόγραμμα ανάσχεσης της διάβρωσης είναι αρκετά διαδεδομένο αλλά στην Ελλάδα αγνοείται», καθώς και «γιατί στα περιβαλλοντικά προγράμματα του ΥΠΑΑΤ προβλέπονται (και χρηματοδοτούνται) μόνο δράσεις για μείωση της νιτρορυπανσης και όχι για τη διάβρωση».
Επίσης παρατηρεί πως «η υπογονιμότητα οφείλεται στην μονοκαλλιέργεια, στην βαθιά άροση (όργωμα) και στην έλλειψη σχεδίου αμειψισποράς», με αποτέλεσμα σε βάθος χρόνου το χωράφι να «καθίσταται ασύμφορο για καλλιέργεια και (να) εγκαταλείπεται».
[Σημ.: Σίγουρα κανέναν δεν αδικούμε λέγοντας πως όλες αυτές οι προτάσεις αγνοούνται λες και δεν αφορούν αυτή τη χώρα ! Δυστυχώς, με διαχρονική ευθύνη πολλών κυβερνήσεων, κάθε απόχρωσης και ιδεολογίας, το ΥΠΑΑΤ παραμένει στον ρόλο του «επιτελικού ντίλερ» διαχείρισης και κατανομής των κάθε είδους ενισχύσεων και επιδοτήσεων (ευρωπαϊκών και μη) και τίποτε περισσότερο….].
Σημαντικές επισημάνσεις έχουν επανειλημμένα κατατεθεί από πολλούς επιστήμονες και για την σχέση ΕΡ/ΞΗ με το υδατικό ζήτημα.
Ο γνωστός Λαρισαίος γεωπόνος – Δρ. Εδαφολογίας Χρ. Τσαντήλας σε άρθρο του στην ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Λάρισας (29/8/22) αναφέρει: «Η σωστή διαχείριση των εδαφών παράλληλα με την διαχείριση του νερού, είναι το σημείο κλειδί για τον μετριασμό των συνεπειών της γεωργικής ξηρασίας».
Αλλά και ο ομότιμος καθηγητής του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθήνας Γ. Μιγκίρος (ημερίδα ΕΔΥΘΕ ο.π.) εκτιμά πως «Η Θεσσαλία σήμερα αποτελεί αρνητικό παράδειγμα διαχείρισης υδάτων. Αποτέλεσμα….είναι η λειψυδρία και η υποβάθμιση του ιδίου του πόρου που οδηγούν στη ερημοποίηση. Η μακροχρόνια υδατική «αρρυθμία» της Θεσσαλίας απαιτεί άμεσες και δραστικές λύσεις με έργα [σημ.: παρατίθενται στην εισήγηση του] που θα στοχεύουν στην ορθολογική και βιώσιμη ανάπτυξη της και παράλληλα θα την προστατεύουν από την επερχόμενη ερημοποίηση της». Επισημαίνει ακόμη πως «Η ορθολογική κατανομή του νερού στηρίζεται στην ύπαρξη υποδομής με τεχνικά έργα που επιτυγχάνεται με συντονισμένες προσπάθειες με βάση ένα μακροπρόθεσμο σχεδιασμό».
Τέλος, πριν κλείσουμε με τις επιστημονικές επισημάνσεις για την Θεσσαλία, θα σημειώσουμε πως και η Εθνική Επιτροπή κατά της Ερημοποίησης κατατάσσει μεγάλο μέρος της Κεντρικής και Αν. Θεσσαλίας σε κατάσταση «υψηλού κινδύνου».
Παρόλα αυτά δεν έπεσε στην αντίληψη μας κάποια επίσκεψη εκπροσώπων της Επιτροπής ή κάποια άλλη σχετική δραστηριοποίηση της στην (πιθανότατα) πιο επιβαρυμένη περιοχή της χώρας όπως είναι η Θεσσαλία, προκαλώντας ερωτήματα εάν τελικά Επιτροπές σαν αυτή συνεισφέρουν πραγματικό έργο η συγκροτούνται απλώς για το θεαθήναι. Μακάρι οι επιφυλάξεις μας να μην έχουν βάση.
Εάν κανείς συγκεντρώσει το σύνολο των επεξεργασμένων θέσεων και προτάσεων αντιμετώπισης της ΕΡ/ΞΗ που, ειδικά τα τελευταία χρόνια, έχουν κατατεθεί από τους επιστήμονες και τους φορείς, θα διαπιστώσει πως η Πολιτεία διαθέτει πλέον ένα πλούσιο «οπλοστάσιο» αντιμετώπισης της, οπότε οι (συνδεόμενες με αυτήν) δράσεις και έργα για το υδατικό της Θεσσαλίας θα ήταν μάλλον εύκολο να έχουν δρομολογηθεί και σε εύλογο χρόνο να αποδώσουν τα προσδοκώμενα οφέλη.
Επιπλέον, ειδικά κατά την προεκλογική αυτή περίοδο, θα ήταν λογικό η ΕΡ/ΞΗ να αποτελέσει ένα από τα πιο βασικά θέματα στα προγράμματα και στην ρητορική των κομμάτων και των υποψηφίων.
Δυστυχώς όμως η πραγματικότητα είναι εντελώς διαφορετική. Όπως εύστοχα επισημαίνει ο Χρ. Τσαντήλας, οι λύσεις «προϋποθέτουν την ισχυρή πολιτική βούληση της πολιτείας να ασχοληθεί σοβαρά με τα προβλήματα της διαχείρισης της γης που εντείνονται από την κλιματική αλλαγή, δημιουργώντας συνθήκες ερημοποίησης που απειλεί σοβαρά τη χώρα μας και σε μεγάλο βαθμό και την Ανατολική Θεσσαλία. Δίνει όμως το απαιτούμενο βάρος η Πολιτεία στα ζητήματα αυτά ; Δυστυχώς η απάντηση είναι αρνητική» (ο.π.).
Και ακόμη, όπως έγραφε παλαιοτέρα και ο γνωστός οικολόγος – διανοητής Ζ. Αργυρόπουλος (Larissanet 13 Μαΐου 2022), «Αν υπήρχε κάποιος δείκτης αδράνειας και πιο σωστά αβελτηρίας, θεωρώ πως η Θεσσαλία θα είχε από τους υψηλότερους»!
Φαίνεται λοιπόν πως εκείνους που φέρουν την ευθύνη χειρισμού των μεγάλων περιβαλλοντικών θεμάτων πολύ λίγο τους απασχολούν σοβαρά θέματα σαν την ΕΡ/ΞΗ και σχεδόν τίποτε δεν διδάχθηκαν από τις πρόσφατες δραματικές εμπειρίες σε Ισπανία, Πορτογαλία, Γαλλία κλπ.
Επίσης πολύ συχνά παρακάμπτουν την υποχρέωση τους για επεξεργασία και (κυρίως) για εφαρμογή συγκεκριμένων πολιτικών προς βελτίωση της κατάστασης και υπέρβασης των προβλημάτων, ενώ αντίθετα επιδίδονται σε ανούσιες αναλύσεις και ευχολόγια για το μέλλον της ανθρωπότητας, χωρίς να αναλαμβάνουν συγκεκριμένες δεσμεύσεις για την δική τους πολιτική.
Μια απλή ματιά στις σχετικές ανακοινώσεις κατά την πρόσφατη Παγκόσμια Ημέρα Περιβάλλοντος (5η Ιουνίου) επιβεβαιώνει τα παραπάνω.
Παρατηρούμε ακόμη πως οι ίδιοι, με την «βοήθεια» πολλών ΜΜΕ που έχουν στο πλευρό τους, αντί να αναδεικνύουν και να προβάλλουν συγκεκριμένες λύσεις στα επίδικα ζητήματα, προσπαθούν να καλλιεργήσουν την εντύπωση πως «όλοι φταίμε» για όσα δραματικά συμβαίνουν στον τόπο μας και πως όλοι μαζί, συντονισμένοι σε μια «κοινή» προσπάθεια της παγκόσμιας κοινότητας, θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε τις συνέπειες και να αποπληρώσουμε το «χρέος» μας προς τις επόμενες γενιές….
Με αυτές λοιπόν τις γενικότητες και την αποπροσανατολιστική τακτική τους τα κόμματα εξουσίας αδυνατούν να ανταποκριθούν στις αυτονόητες υποχρεώσεις τους.
Ακόμη και οι κρίσιμες αποφάσεις για την ενίσχυση του διαθέσιμου υδάτινου δυναμικού της θεσσαλικής λεκάνης και την ολοκλήρωση των αντίστοιχων έργων μεταφοράς (εκτροπής) νερού προς το ΥΔΘ, προς το παρόν βρίσκονται στον αέρα !
Την ίδια ώρα οι εκτεταμένες αρδεύσεις στο κάμπο που υπερβαίνουν την φέρουσα ικανότητα των οικοσυστημάτων της περιοχής (επιφανειακών και υπόγειων), σε συνδυασμό και με λανθασμένες ή/και ξεπερασμένες γεωργικές πρακτικές, επιδεινώνουν την κατάσταση και στρώνουν τον δρόμο προς περαιτέρω ερημοποίηση εδαφών.
Και το κυριότερο, «απουσιάζουν» τα αναγκαία αποθέματα νερού που θα αποτελούσαν το οπλοστάσιο κατά της ΕΡ/ΞΗ, εφόσον τα έργα ταμίευσης υδάτων και στις δυο θεσσαλικές λεκάνες απορροής (Πηνειού και Αχελώου) καθυστερούν χαρακτηριστικά !
Προκύπτει λοιπόν το συμπέρασμα πως η ελπίδα να αντιμετωπίσουμε τα κρίσιμα αυτά θέματα είναι να συμβάλουμε όλοι στην συνειδητοποίηση της οριακής κατάστασης που βιώνουμε και ταυτόχρονα να πάρουμε εμείς οι ίδιοι (και όχι μόνο μέσω «αναθέσεων» σε εκπροσώπους μας….) την υπόθεση στα χέρια μας, να απαιτήσουμε από τους πολιτικούς συγκεκριμένες δεσμεύσεις, έτσι ώστε να αποκρούσουμε τους κινδύνους και να θωρακίσουμε την περιοχή μας στον δρόμο μιας υγιούς και βιώσιμης ανάπτυξης που αναμφισβήτητα «δικαιούνται» οι επόμενες γενιές.
*Γιαννακός Κώστας, γεωπόνος, πρόεδρος Γεωπονικού Συλλόγου Λάρισας, μέλος Ε.Δ.Υ.ΘΕ,
*Γκούμας Κώστας, γεωπόνος, πρ. Δ/ντής Εγγείων Βελτιώσεων, πρ. πρόεδρος ΓΕΩΤΕΕ/Κεντρικής Ελλάδας, μέλος Ε.Δ.Υ.ΘΕ,
*Μπαρμπούτης Τάσος, πολιτικός μηχανικός, μέλος ΔΣ ΕΘΕΜ, πρ. γραμματέας ΤΕΕ/ΚΔΘ, μέλος Ε.Δ.Υ.ΘΕ