Του Κώστα Παπουλή
«Οι προβλέψεις για πρωτογενές πλεόνασμα, τόσο στις εαρινές όσο και στις φθινοπωρινές ανακοινώσεις της Κομισιόν προϋποθέτουν ότι το όποιο δημοσιονομικό κενό για τα έτη 2014, 2015 και 2016 θα καλυφτεί με όσα μέτρα κριθούν απαραίτητα …θα βρούμε μια λύση που θα εξασφαλίζει ότι οι στόχοι θα καλυφτούν.» . (Ολι Ρεν, 5-11-13).
Στη κοινή διακήρυξη Ν.Δ.-ΠΑΣΟΚ, δύο θέματα ξεχωρίζουν: Η διαπίστωση ότι δεν διαθέτουν Σχέδιο Β, και η δήλωση ότι δεν θα πάρουν άλλα μέτρα. Όσον αφορά το πρώτο το γνωρίζουμε και τους πιστεύουμε. Όσον αφορά το δεύτερο, αποτελεί ψέμα ολκής εφόσον διατηρηθούν οι στόχοι του προγράμματος της τρόικας για την Ελλάδα.
Η Ελλάδα, πέρα και ανεξάρτητα από τα προβλήματα που ανακύπτουν με το χρηματοδοτικό της κενό κατά την περίοδο 2014-2016 (δηλαδή της χρηματοδότησης λήξης ομολόγων της), πρέπει να πιάσει πρωτογενές πλεόνασμα ύψους 1,5% του ΑΕΠ ή 2,8 δις κατά το 2014. Ανάλογα 3% του ΑΕΠ το 2015, και 4,5% το 2016. Αυτοί είναι δηλαδή οι δημοσιονομικοί της στόχοι, από όπου προκύπτουν σοβαρά δημοσιονομικά κενά.
Ίσως για αυτό βιάζεται ο Σαμαράς για διαπραγματεύσεις πριν τις ευρωεκλογές, γιατί καταλαβαίνει, ότι άμα περάσει το πρώτο εξάμηνο του 2014 μπορεί να βρεθεί εκτός παιχνιδιού, μέσα από την επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης της χώρας.
Για να μην πάρει μέτρα αυτή κυβέρνηση και οποιαδήποτε άλλη κυβέρνηση μέσα στο 2014 πρέπει να πιάσει ανάπτυξη κοντά στο 3,5%. Αυτό το νούμερο προκύπτει από την παρακάτω απλή λογική: Δεχόμαστε ότι σήμερα η κυβέρνηση έχει μηδενικό πρωτογενές έλλειμμα. Τα έσοδα της γενικής κυβέρνησης (δηλαδή και των ασφαλιστικών ταμείων κλπ), αυξάνονται ανάλογα με την αύξηση του ΑΕΠ, στην καλύτερη περίπτωση με ένα φορολογικό συντελεστή 0,45. Δηλαδή σε μία μονάδα αύξησης του ΑΕΠ έχουμε αύξηση εσόδων κατά 0,45% ΑΕΠ. Άρα για να πιαστεί αυτό το πρωτογενές πλεόνασμα του 1,5% του ΑΕΠ χρειάζεται ανάπτυξη 3,33%, 1,5%= 0,45 × 3,33%. Όμως αυτό το πρωτογενές πλεόνασμα διοχετεύεται για πληρωμή τόκων στο εξωτερικό, άρα αφαιρείται από την οικονομία. Αυτό καθιστά τον στόχο της ανάπτυξης του 3,33% όχι μόνο πιο δύσκολο, αλλά απίθανο. Ακόμη και αν υποθέσουμε υπεραισιόδοξα ότι το 2014 υπάρχει περίπτωση να αυξηθούν οι εισροές από την Ε.Ε., κατά 1% του ΑΕΠ, το συνολικό αποτέλεσμα αύξηση εισροών-αύξηση εκροών παραμένει αρνητικό. Φυσικά ακόμη και αν αυτό συμβεί το 2014 δεν θα επαναληφθεί το 2015.
Η ίδια η κυβέρνηση, όπως έχει δηλώσει, δεν περιμένει σημαντική ανάπτυξη για το 2014. Το ίδιο και η τρόικα. Καθώς τίποτε δεν αλλάζει στην οικονομία και η εσωτερική υποτίμηση έχει αποτύχει, το πιο αισιόδοξο σενάριο (δηλαδή αν δεν υπάρξει μείωση του ΑΕΠ) λέει, ότι, το δημοσιονομικό κενό θα είναι όσο και το απαραίτητο πρωτογενές πλεόνασμα. Αν πάρει νέα μέτρα για να το καλύψει, τότε θα δημιουργήσει νέα καθίζηση του ΑΕΠ, συνεπώς μείωση των εσόδων, άρα ανάγκη για νέα μέτρα κλπ.
Η κατάσταση είναι εξαιρετικά οριακή και οικονομικά και πολιτικά και η λύση της εξίσωσης (αν μπορεί να βρεθεί), συνεπάγεται συνέχιση της κατάρρευσης του ελληνικού ΑΕΠ και συνεπακόλουθα αύξηση των δεινών του ελληνικού λαού.
Ο Αντώνης λοιπόν θα πάρει νέα μέτρα και από εκεί θα προσπαθήσει να καλύψει την τρύπα του 1,5% ή των 2,8 δις για πληρωμή τόκων στο εξωτερικό. Η μόνη περίπτωση να μην πάρει νέα μέτρα ο Αντώνης, είναι να αλλάξουν τελείως οι στόχοι του προγράμματος, και κάτι τέτοιο δεν φαίνεται να είναι στις προθέσεις των δανειστών.
Επειδή την ίδια κατάσταση θα αντιμετωπίσει και οποιαδήποτε άλλη κυβέρνηση και πολύ χειρότερα το 2015 η το 2016, δεν αποκλείεται να έχουμε σοβαρές πολιτικές εκπλήξεις και κυβερνήσεις εθνικής ενότητας που δεν μπορούμε να φανταστούμε.
Αν βέβαια οι δανειστές «χαρίσουν» το σύνολο των τόκων για ένα διάστημα, όπως διεκδικεί η αξιωματική αντιπολίτευση, καλύπτοντας συγχρόνως το χρηματοδοτικό κενό, ακόμη και τότε, δεν θα υπάρξει φως εξόδου από το τούνελ, γιατί δεν θα υπάρξει δυνατότητα καμίας άλλης αλλαγής στην (ενός ΟΝΕ) ελληνική οικονομία. Αν μια κυβέρνηση Σαμαρά ή κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, η μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-Ν.Δ., προχωρήσει μονομερώς σε στάση πληρωμών επί των τόκων λόγω πολιτικής βούλησης ή οικονομικής αδυναμίας, τότε είναι εξαιρετικά δύσκολο να συνεχιστεί η παροχή ρευστότητας στις ελληνικές τράπεζες. Οι ελληνικές τράπεζες χρηματοδοτούνται με εγγυητή το ελληνικό δημόσιο. Αν η Ε.Κ.Τ. συνεχίσει την χρηματόδοτησή τους μετά από μια στάση πληρωμών του ελληνικού δημοσίου, είναι σαν μια οποιαδήποτε τράπεζα να δίνει καινούργιο μπλοκ επιταγών σε έναν χρεοκοπημένο, σε κάποιον που έληξαν ακάλυπτες επιταγές του.
Με βάση και τις τελευταίες δηλώσεις Τσίπρα στις ΗΠΑ, όπου η παραμονή στο ευρώ και η σωτηρία του, καθίστανται πρώτη προτεραιότητα για την αξιωματική αντιπολίτευση, δύσκολα μπορούμε να περιμένουμε έστω και αυτή την μονομερή ενέργεια σε περίπτωση μιας άλλης κυβέρνησης, όπως άλλωστε και από την σημερινή κυβέρνηση του Σαμαρά.
Η Ελλάδα αν είχε σήμερα νόμισμα, θα έκανε μια γενναία υποτίμηση, η οποία θα έδινε την απαραίτητη αρχική ώθηση στην ελληνική οικονομία για ανάκαμψη. Σε συνδυασμό με την παύση πληρωμών προς τους δανειστές, την δυνατότητα για αυτοχρηματοδότηση ενός (έστω και μικρού) δημόσιου ελλείμματος (πολιτική ελλειμματικού προϋπολογισμού), από την ανάκτηση του εκδοτικού προνομίου, την άσκηση εθνικής νομισματικής πολιτικής και την παροχή ρευστότητας, θα ήμασταν σε θέση να μιλάμε για σημαντική αύξηση του ΑΕΠ, άρα και των δημόσιων εσόδων, καταργώντας συγχρόνως χαράτσια και μειώνοντας έμμεσους φόρους σε προϊόντα βασικής ανάγκης κλπ
Με δημόσιες τράπεζες ή με τράπεζες κάτω από αυστηρό δημόσιο έλεγχο, νέα αγροτική και βιομηχανική πολιτική σε σύγκρουση και τροχιά πιθανής αποδέσμευσης με την Ε.Ε., προστασία της εργασίας και των μικρομεσαίων, δημιουργία κοινωνικού κράτους, στοχευμένες δημόσιες επενδύσεις στην τεχνολογία και σε κλάδους με ισχυρά πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα και κυρίως με έναν λαό με ενθουσιασμό και αξιοπρέπεια, που πιστεύει στον εαυτό του, και εισβάλει στην ιστορία, η χώρα μπορεί όχι απλώς να σωθεί αλλά και να γίνει παράδειγμα για τις εργαζόμενες τάξεις της Μεσογείου.
Τα τελευταία είναι και «χοντρικά» ο κορμός μιας απάντησης του Σχεδίου Β, στο βαθμό που του θα του τεθεί το ίδιο ερώτημα: «που θα τα βρείτε τα λεφτά;».