Καθολική αποχή των δικηγόρων στις 24 και 25 Νοεμβρίου
Το ΔΣ του Δικηγορικού Συλλόγου Λάρισας, συνεδρίασε εκτάκτως την 18η.11.2025 και αποφάσισε την καθολική αποχή των μελών του από τα καθήκοντά τους την Δευτέρα 24 και την Τρίτη 25 Νοεμβρίου 2025.
Η απόφαση αυτή λήφθηκε σε ένδειξη απόλυτης αποδοκιμασίας των πρόσφατων απαράδεκτων δηλώσεων του Προέδρου της ΕνΔΕ κατά των Δικηγόρων, των θεσμικών εκπροσώπων τους αλλά και της λειτουργίας των Δικηγορικών Συλλόγων.
Η επιλογή του, δημόσια και ρητά να αναδείξει ως δήθεν λόγο κλονισμού της εμπιστοσύνης των πολιτών στην Δικαιοσύνη την κριτική δικαστικών αποφάσεων από Δικηγόρους, υπήρξε απολύτως εσφαλμένη και ήρθε προφανώς να καλύψει την επίθεση που δέχονται τα τελευταία έτη οι Δικαστές και όχι γενικά και αόριστα η Δικαιοσύνη.
Δυστυχώς για αυτόν, έκανε κακή χρήση της συνδικαλιστικής του ιδιότητας και πρέπει να κριθεί με όρους αμιγώς πολιτικούς. Υπήρξε άλλωστε επιλογή του, δημοσίως και επίσημα, να απευθυνθεί στην ΕνΔε για ν’ ακούσει η κοινωνία, ότι αιτία κλονισμού της εμπιστοσύνης στο πρόσωπο των Δικαστών είναι κάποιοι ή και όλοι οι Δικηγόροι και οι συνδικαλιστές αυτών
Ούτε λίγο ούτε πολύ, αξίωσε την παραδειγματική τιμωρία, όσων Δικηγόρων κρίνουν τη Δικαιοσύνη με τρόπους τους οποίους ο ίδιος δεν εγκρίνει, αξιώνοντας πειθαρχικούς ελέγχους, άλλως να οδηγηθούν οι ένοχοι στα Δικαστήρια.
Πρώτον, η τιμωρία, έπεται της ενοχής. Άρα, μιλάμε για κριθέντες εκ προοιμίου ως ενόχους (!).
Η θέση αυτή, αντιμετωπίζει κι άλλη προβληματική. Δεν μπορεί κανένας να θυμηθεί στο πρόσφατο παρελθόν και υπό καθεστώς δημοκρατίας και λειτουργίας εννόμου τάξεως, ο εφαρμοστής του δικαίου να ζητάει την παραδειγματική τιμωρία, για την οποία ο ίδιος είναι επιφορτισμένος να επιλαμβάνεται. Η θέσπιση κανόνων τιμωρίας, είναι έργο της νομοθετικής εξουσίας και στους Δικαστές δεν επιφυλάσσεται το δικαίωμα να νομοθετούν.
Άρα, θα μπορούσε κανείς να πει ότι η δήλωση αυτή αντιστρατεύεται ευθέως το Σύνταγμα και τον ρόλο του Δικαστή, αναβιβάζοντας αυτόν από εφαρμοστή του Νόμου σε δημιουργό του. Εξάλλου, είναι ανατριχιαστικό ν’ ακούγεται από χείλη του Προέδρου συνδικαλιστικής ενωσης Ελλήνων Δικαστών ότι επιθυμεί παραδειγματική τιμωρία, πολίτη και δη Δικηγόρου. Εδώ ο βερμπαλισμός, γνωρίζει ένδοξες στιγμές.
Επιπλέον εφόσον ο κ. Πρόεδρος ακολούθησε την τέχνη του πολιτικού λόγου, θα έπρεπε να θυμάται ότι ο πολιτικός λόγος, δεν είναι κακοποιητικός και παραπλανητικός. Αυτό λέγεται λαϊκισμός. Ο πολιτικός λόγος είναι αποκαλυπτικός και συμπεριληπτικός. Έτσι στόχευσε τους Δικηγόρους παραβλέποντας ότι συνάδελφοί του καταδέχονται να διορίζονται από Υπουργικά Συμβούλια, καταδέχονται αφού θήτευσαν στο ύπατο αξίωμα του Πρόεδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας να ορισθούν ακολούθως Πρόεδροι φεστιβάλ, να κωλυσιεργούν στη διερεύνηση διάθεσης ευρωπαϊκών πόρων, να νομιμοποιούν τις απαράδεκτες μεθοδεύσεις των funds, να δέχονται αδιευκρίνιστα ποσά ως νόμιμο πλουτισμό πολιτικών προσώπων, να υποβαθμίζουν με αμφιλεγόμενο σκεπτικό τηλεφωνικές υποκλοπές σε ένα πλημμέλημα Μονομελούς Πλημμελειοδικείου κ.ο.κ. αποκρύπτοντας αιτίες και παθογένειες στο σύστημα απονομής της Δικαιοσύνης.
Ο λόγος του μάλλον σκοπό είχε να καταλήξει στ’ αυτιά των συναδέλφων του ή για να είμαστε δίκαιοι κάποιων συναδέλφων του, για τους οποίους «Δικαιοσύνη» σημαίνει μόνον «Δικαστές». Για τους οποίους κάθε κριτική εις βάρος τους εκλαμβάνεται ως πλήγμα στο Κράτος Δικαίου. Που η σκέψη τους κινείται μεταξύ Δικαστών και Δικαστών. Στην εξίσωση αυτή δεν χωράει κανείς άλλος.
Η αδιαπραγμάτευτη (κατά παλαιότερη δήλωση αφυπηρετήσαντος πλέον Εισαγγελέα) σχέση των Δικαστών με το θεϊκό, διακόπτεται προαφανώς κατ’αυτούς από τους Δικηγόρους, οι οποίοι αναδεικνύουν την ανθρώπινη διάσταση των Δικαστών, οι οποίοι σε πολλές περιπτώσεις δοκιμάζουν τα όρια της ανεξαρτησίας τους προς όφελος των κρατούντων.
Είναι σαφές ότι κάθε επίθεση στους Δικηγόρους, από όπου κι αν προέρχεται, είναι επίθεση στην Κοινωνία και στο Κράτος Δικαίου. Ο νόμος ορίζει με σαφήνεια τον λειτουργηματικό χαρακτήρα του επαγγέλματός μας, αναγνωρίζοντάς μας θέση θεμελιώδη, ισότιμη, ανεξάρτητη και αναγκαία για την απονομή της Δικαιοσύνης. Η δημόσια κριτική αποτελεί δικαίωμα και υποχρέωση του Δικηγόρου και των θεσμικών οργάνων του δικηγορικού σώματος και είναι επιβεβλημένη. Εμπίπτει στον σκληρό πυρήνα του δικαιώματος στην ελεύθερη
έκφραση και σε λυσιτελή δικαστική προστασία και αποτελεί ταυτόχρονα απαραίτητο στοιχείο της δημοκρατικής λειτουργίας.
Τα υπόλοιπα, δηλαδή οι σχέσεις δικαστών δικηγόρων είναι εκτενώς ρυθμισμένα και μάλιστα τόσο ξεκάθαρα που δεν χωρούν αμφισβήτησης.
Οι δηλώσεις του Προέδρου της ΕνΔΕ υπήρξαν απαράδεκτες και απρεπείς και ως τέτοιες τυγχάνουν της απόλυτης αποδοκιμασίας μας. Σε κάθε περίπτωση, δεν είναι αργά ν’ ανοίξει μεταξύ μας ένας γόνιμος διάλογος σε θεσμικό επίπεδο, υπενθυμίζοντας στους Δικαστές όμως ότι εκείνοι ναι μεν αποφασίζουν, πλην όμως και εμείς, μιλάμε, υπερασπιζόμαστε και κυρίως κρίνουμε. Και αυτό είναι νομικό αξίωμα.
_____________________________________________________________________________
Ειδικότερα , το πλαίσιο της αποχής των μελών του ΔΣΛ έχει ως εξής :
Η αποχή των μελών του ΔΣΛ, θα είναι ΚΑΘΟΛΙΚΗ, από το σύνολο δηλ. των καθηκόντων τους, συμπεριλαμβανομένων των καταθέσεων δικογράφων, ενδίκων μέσων και βοηθημάτων.
Άδειες κατά την ημέρα της αποχής θα χορηγούνται αποκλειστικά και μόνο:
• Σε περιπτώσεις παραγραφών και αποσβεστικών προθεσμιών, συμπεριλαμβανομένων των δικονομικών, σε αστικές, ποινικές και διοικητικές υποθέσεις ενώπιον των Δικαστηρίων, σε περιπτώσεις λήξης των προθεσμιών για άσκηση προσφυγών ενώπιον των Διοικητικών Αρχών, καθώς και σε περιπτώσεις προθεσμιών του Κώδικα Μετανάστευσης (λήξεις αδειών παραμονής, θεωρήσεις εισόδου,κλπ).
• Στις ποινικές υποθέσεις, στα πλημμελήματα με συμπληρωμένα επτά (7) έτη στον α’ και β’ βαθμό και στα κακουργήματα με συμπληρωμένα δεκαοκτώ (18) έτη στον α΄ βαθμό και δεκαεννέα (19) έτη στο β’ βαθμό.
• Σε ποινικές δίκες β’ βαθμού με κρατούμενο, συνεπεία πρωτοβάθμιας καταδικαστικής απόφασης.
• Σε αυτόφωρες ποινικές διαδικασίες εφόσον υπάρχει κράτηση.
• Σε περιπτώσεις προσωρινά κρατουμένων, εν’ όψει της συμπλήρωσης προσωρινής κράτησης, ήτοι στους δέκα μήνες σε περίπτωση δωδεκαμήνου και στους δεκαπέντε μήνες σε περίπτωση δεκαοκτάμηνου.
• Σε Αναστολές και Ανακοπές κατά πλειστηριασμών όταν επίκειται άμεσα ο πλειστηριασμός.
• Σε Αντιρρήσεις, ενώπιον Διοικητικών Δικαστηρίων, μόνο όταν επίκειται άμεση απέλαση αλλοδαπού και αποδεικνύεται από έγγραφα.
Αδεια δεν απαιτείται για :
• Κατάθεση προτάσεων για υποθέσεις μικροδιαφορών και τακτικής διαδικασίας, καθώς και την παράσταση στις αντίστοιχες συζητήσεις.
• Προσθήκες
• Ενορκες βεβαιώσεις
• Διαμεσολαβήσεις
Τέλος, όπου υπάρχει συνεδρίαση ποινικού δικαστηρίου από διακοπή, θα ζητείται λόγω της αποχής νέα διακοπή προς συζήτηση της υπόθεσης.
Προσοχή! Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των πληροφοριών του παραπάνω άρθρου ή μέρους αυτών μόνο αν αναφέρεται ως πηγή το https://paidis.com/ και υπάρχει ενεργός σύνδεσμος.

























