«Fair game»: Η κατάσκοπος που ήρθε από την Αθήνα

Μια ξανθιά κατάσκοπος της CIA που µιλά ελληνικά και εργάζεται στην Ελλάδα επί χρόνια, ένας διπλωµάτης σύζυγος που αντικρούει δηµοσίως τους ισχυρισµούς του Τζορτζ Μπους για τους λόγους εισβολής στο Ιράκ, και ένα σκάνδαλο που συγκλονίζει την Ουάσιγκτον. Η πραγµατική ιστορία της Βάλερι Πλέιµ που βγαίνει την ερχόµενη εβδοµάδα στους ελληνικούς κινηµατογράφους («Fair game» µε τη Ναόµι Γουότς και τον Σον Πεν)… χτίσθηκε µεταξύ άλλων στα καφέ του Κολωνακίου και τις ψαροταβέρνες της παραλίας.

Την άνοιξη του 1989, η 26χρονη Βάλερι Πλέιµ φθάνει στην Αθήνα για να εργασθεί στην αµερικανική πρεσβεία. Επισήµως είναι υπάλληλος του τµήµατος που εκδίδει βίζες, ανεπισήµως όµως είναι µυστική πράκτορας της CIA µε την ιδιότητα του «Non official cover», που σηµαίνει δηλαδή ότι αναλαµβάνει µυστικές αποστολές χωρίς την επίσηµη διπλωµατική κάλυψη. Είναι η εποχή που πρεσβευτής των ΗΠΑ στη χώρα µας είναι ο Μάικλ Σωτήρχος.

Η όµορφη νεαρή πιάνει σπίτι στα βόρεια προάστια και συχνάζει στο Κολωνάκι για να πιει καφέ και να συναντήσει ανθρώπους που κρίνει χρήσιµους για στρατολόγηση. Οπως έγραψε στο βιβλίο της «Fair game» που κυκλοφόρησε το 2007, «µε τους επιχειρηµατίες, τους ξένους διπλωµάτες, τους κοµµουνιστές, τα γραφεία παλαιστινιακών και µεσανατολίτικων οργανώσεων, τους ιστορικούς και γεωγραφικούς δεσµούς µε την Αίγυπτο και τη Μέση Ανατολή, τους εύκολους στόχους για τους τροµοκράτες και τις εκτεταµένες ακτογραµµές και τα νησιά, η Ελλάδα ήταν ένας σηµαντικός τόπος για την υπηρεσία (τη CIA)».

Τι ήταν αυτό όµως που οδήγησε τη Βάλερι Πλέιµ, η οποία είχε υπογράψει «συµβόλαιο σιωπής» όταν άρχισε να εργάζεται για τη CIA, να διακινδυνεύσει να πάει ακόµα και φυλακή προχωρώντας στην έκδοση της αυτοβιογραφίας της, στην οποία βασίσθηκε η ταινία «Fair game» µε τη Ναόµι Γουότς και τον Σον Πεν που θα αρχίσει να παίζεται την ερχόµενη Πέµπτη και στους ελληνικούς κινηµατογράφους;

Το σκάνδαλο Πλέιµ ή «Πλέιµγκεϊτ», όπως το αναφέρουν στις ΗΠΑ, ξέσπασε το 2003. Μετά την 11η Σεπτεµβρίου ο Λευκός Οίκος του Τζορτζ Μπους προσπαθούσε να κερδίσει την υποστήριξη του Κογκρέσου αλλά και του λαού για την εισβολή στο Ιράκ και γι’ αυτό συνέδεε την τροµοκρατική επίθεση µε τον τότε πρόεδρο του Ιράκ Σαντάµ Χουσεΐν. Το 2003, στην ετήσια οµιλία του για την κατάσταση της χώρας, ο Μπους υποστήριξε ότι ο Σαντάµ είχε προσπαθήσει να αγοράσει επεξεργασµένο ουράνιο – που χρησιµοποιείται ως καύσιµο στους πυρηνικούς αντιδραστήρες – από κάποια αφρικανική χώρα. Εναν χρόνο νωρίτερα, ο σύζυγος της Πλέιµ, Τζόζεφ Ουίλσον – τον οποίο γνώρισε το 1997, έναν χρόνο αφότου έφυγε από την Ελλάδα και πήγε στις Βρυξέλλες – ως διπλωµάτης έµπειρος στις αφρικανικές χώρες, εστάλη στον Νίγηρα για να διαπιστώσει εάν υπήρξε η συναλλαγή µεταξύ των αρχών της χώρας και του Σαντάµ. Απεφάνθη αρνητικά, όµως κανείς στην Ουάσιγκτον δεν τον άκουγε διότι ο πόλεµος είχε αποφασισθεί. Τότε πήρε την κατάσταση στα χέρια του και έγραψε ένα άρθρο για τους «New York Times» µε τίτλο «Τι δεν βρήκα στην Αφρική», το οποίο δηµοσιεύθηκε στις 6 Ιουλίουτου 2003. Αµέσως άρχισε εκστρατεία δυσφήµησης εναντίον του από τον Λευκό Οίκο. Αργότερα στο δικαστήριο παρουσιάσθηκαν αποδείξεις ότι ο αντιπρόεδρος Ντικ Τσέινι είχε κρατήσει ο ίδιος σηµειώσεις σχετικά µε το άρθρο, οδηγώντας τον Ουίλσον να πιστέψει ότι είχε «στοχοποιηθεί» από τον Λευκό Οίκο και µέσα στο πλαίσιο αυτό συµπεριελήφθη και ο τερµατισµός της καριέρας της συζύγου του. Στις 14 Ιουλίου η εφηµερίδα «Washington Post» δηµοσίευσε άρθρο του γνωστού δηµοσιογράφου Ρόµπερτ Νόβακ, ο οποίος αποκάλυπτε ότι η Βάλερι Πλέιµ – Ουίλσον, µητέρα δύο παιδιών, που εµφανιζόταν ως ειδικός στα οικονοµικά και ζούσε στην Ουάσιγκτον ήταν στην πραγµατικότητα µυστική πράκτορας της CIA τα τελευταία 20 χρόνια και εκείνη είχε στείλει τον σύζυγό της στον Νίγηρα. Η αποκάλυψη οδήγησε στην παραίτησή της από την «υπηρεσία», ενώ ο Λευκός Οίκος αναφερόταν σε εκείνη ως «υπερεκτιµηµένη γραµµατέα».

Τελικά, ο Λιούις «Σκούτερ» Λίµπι, προσωπάρχης του αντιπροέδρου Ντικ Τσέινι, καταδικάστηκε για παρακώλυση ∆ικαιοσύνης και ψευδορκία για την υπόθεση Πλέιµ – Ουίλσον, όπως έγινε γνωστή. Λίγο αργότερα, ο Τζορτζ Μπους του έδωσε χάρη, ενώ όλοι πιστεύουν ότι τα νήµατα της υπόθεσης κινούσε ο Καρλ Ρόουβ, σύµβουλος του Μπους. Ο τότε υφυπουργός Εξωτερικών Ρίτσαρντ Αρµιτέιτζ παραδέχθηκε ότι εκείνος ήταν ο άνθρωπος που έδωσε στον τύπο το όνοµα της Πλέιµ.

ΕΙΠΕ: “Η αποστολή που µου ανέθεσε η CIA στην Ελλάδα ήταν να βρίσκω πηγές και να στρατολογώ πράκτορες που θα βοηθούσαν την κυβέρνηση των ΗΠΑ να κατανοήσει, να προβλέψει και να επηρεάσει καλύτερα τις εσωτερικές πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα“.

Περισσότερα: ΤΑ ΝΕΑ On-line

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ ΤΩΝ ΤΕΛΕΥΤΑΙΩΝ ΗΜΕΡΩΝ