Ανακοίνωση της Π.Ε. Θεσσαλίας του ΚΚΕ με αιχμές κατά ΣΡΙΖΑ και “ΘΕΣ γάλα- Πιές”
Με αφορμή δημοσιεύματα στα ΜΜΕ και τοποθετήσεις εκπροσώπων κομμάτων, όπως του ΣΥΡΙΖΑ, σχετικά με τον Συνεταιρισμό αγελαδοτρόφων “ΘΕΣ γάλα – Πιες”, το Γραφείο Τύπου της Επιτροπής Περιοχής Θεσσαλίας του ΚΚΕ, σημειώνει: “Το τελευταίο διάστημα, και με αφορμή την νομοθετική διάταξη για την απελευθέρωση της διάρκειας ζωής του γάλακτος, έγινε αρκετή συζήτηση για τον Συνεταιρισμό «ΘΕΣ γάλα – Πιες”, που δραστηριοποιείται στη Λάρισα.
Κάποιοι – ανάμεσά τους και εκπρόσωποι του ΣΥΡΙΖΑ – υποστηρίζουν ότι αυτού του είδους οι συνεταιρισμοί μπορούν να δώσουν τη λύση στο μεγάλο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι κτηνοτρόφοι της χώρας μας, αλλά και στο πρόβλημα της εξασφάλισης ποιοτικού και φτηνού γάλακτος για τους καταναλωτές.
Αυτού του είδους οι «παραγωγικοί συνεταιρισμοί” – λένε οι του ΣΥΡΙΖΑ- μπορούν να στηριχθούν από μια “κυβέρνηση της Αριστεράς», ώστε, όχι μόνο να σταθούν ως “ανταγωνιστικό αντίβαρο» απέναντι στις μεγάλες γαλακτοβιομηχανίες, που κυριαρχούν και λυμαίνονται το χώρο, κερδοσκοπώντας, ασύστολα, αλλά και να πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους, δρώντας προς όφελος και των μικρομεσαίων παραγωγών και των καταναλωτών.
Αλλά, ας δούμε για τι είδους «συνεταιρισμούς» γίνεται λόγος: Ο “ΘΕΣ γάλα – Πιες» είναι μια “συνεταιριστική εταιρία” με μετόχους 102 μεσαίους και μεγάλους αγελαδοτρόφους – επιχειρηματίες από τη Θεσσαλία και την Πιερία. Δεν πρόκειται, δηλαδή, για κάποιους «παραδοσιακούς γαλατάδες”, μικροπαραγωγούς, που – όπως λένε κάποιοι – «σκέφτηκαν και κατάφεραν να βρουν ένα έξυπνο και πρωτότυπο τρόπο να πουλούν οι ίδιοι, απευθείας, το προϊόν που παράγουν στους καταναλωτές, παραμερίζοντας τους μεσάζοντες και προσφέροντας, έτσι, φτηνό και ποιοτικό γάλα στο λαό.”
Οι 58 μεγάλες αγελαδοτροφικές μονάδες που συμμετέχουν στον συνεταιρισμό παράγουν 130 τόνους γάλακτος την ημέρα, (κοντά στο 10% της συνολικής παραγωγής γάλακτος στη χώρα μας), από το οποίο μόνο οι 7,5 τόνοι διατίθενται απευθείας, μέσω των αυτόματων πωλητών, που έχουν στηθεί σε 10 σημεία της πόλης της Λάρισας. Ο συνολικός τζίρος, για φέτος υπολογίζεται κοντά στα 30 εκατομμύρια ευρώ.
Το πρώτο διάστημα – και προκειμένου να μπουν «με φόρα» στην τοπική αγορά – πουλούν το γάλα από τους αυτόματους πωλητές φθηνότερα, σε σχέση μ’ αυτό που πουλιέται στα Σούπερ Μάρκετ. Όμως, αυτό δεν σημαίνει ότι πάντα έτσι θα γίνεται, αφού ο εν λόγω συνεταιρισμός κινείται στον “ντορό” του επιχειρηματικού ανταγωνισμού, με γνώμονα το “κυνήγι του κέρδους». Το γεγονός, δε, ότι οι μέτοχοι είναι οι ίδιοι εκτροφείς ζώων και παραγωγοί γάλακτος, το εκμεταλλεύονται και το χρησιμοποιούν ως “συγκριτικό πλεονέκτημα” για να καταλάβουν μεγαλύτερο μερίδιο στην τοπική αγορά, εξασφαλίζοντας μεγαλύτερα κέρδη.
Η εφαρμοζόμενη αγροτική πολιτική είχε ως στόχο την διαμόρφωση της λεγόμενης “επιχειρηματικής γεωργίας”, δηλαδή τη δημιουργία μονοπωλίων στο πεδίο της πρωτογενούς παραγωγής. Αυτή τη λογική προωθεί και ενισχύει η κυβέρνηση ΝΔ – ΠΑΣΟΚ, με τη διάταξη για το “γάλα ημέρας”, δίνοντας κερδοφόρα διέξοδο και στήριξη σε μονοπώλια που έχουν διαμορφωθεί στην πρωτογενή παραγωγή. Τι λέει ο ΣΥΡΙΖΑ για αυτό; Μήπως η κυβέρνηση έκανε τη διάταξη για το “γάλα ημέρας” για να ενισχύσει τον Έλληνα μικρομεσαίο κτηνοτρόφο; Η εξέλιξη είναι άκρως προβλέψιμη και να μην υπάρχει καμιά αυταπάτη. Τα διαμορφωμένα μονοπώλια, σε όλες τις φάσεις της παραγωγής, μεταποίησης, πώλησης του γάλακτος, αντικειμενικά μέσα από μια ποικιλία τρόπων και διαδικασιών, θωρακίζουν την κερδοφορία τους σε βάρος της εργατικής τάξης, της μικρομεσαίας αγροτιάς και των άλλων λαϊκών στρωμάτων. Αυτό δεν αλλάζει όσο τα συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής είναι ατομική ιδιοκτησία.
Ο «ΘΕΣ γάλα – Πιες” αναδείχτηκε μέσα από τη διαδικασία συγκεντροποίησης της αγελαδοτροφίας και του ξεκληρίσματος της μικρομεσαίας παραγωγής, που τελέστηκε την τελευταία εικοσαετία στη χώρα μας, μέσω της ΚΑΠ της ΕΕ. Από 12.402 που ήταν οι αγελαδοτροφικές εκμεταλλεύσεις στην Ελλάδα το 2001, το 2013 έμειναν 3686. Ανάλογη μείωση είχαμε σε επίπεδο Θεσσαλίας και Λάρισας. Στο ίδιο διάστημα δεν έχουμε ανάλογη πτώση στην εγχώρια παραγωγή αγελαδινού γάλακτος, αλλά μια ελαφρά κάμψη. Έτσι, από 680.797 τόνους το 2001, έπεσε σε 627.481 τόνους το 2013, ενώ πάνω από το 70% της παραγωγής βρίσκεται στα χέρια 300, περίπου, από τις 3.686 εκμεταλλεύσεις.
Αυτή η πορεία συγκεντροποίησης του κλάδου επέδρασε θετικά στην αύξηση της παραγωγικότητας και στη μείωση του κόστους παραγωγής, στην εξασφάλιση, δηλαδή, φτηνότερης πρώτης ύλης για τη γαλακτοβιομηχανία. Είναι χαρακτηριστικό ότι η μέση τιμή παραγωγού το γαλακτοκομικό έτος 2000-2001 ήταν 33 λεπτά του ευρώ το κιλό, ενώ το Γενάρη του 2014 προσέγγιζε τα 45 λεπτά ανά κιλό γάλακτος, δηλαδή αύξηση γύρω στο 36%. Στο ίδιο χρονικό διάστημα η τελική τιμή πώλησης του γάλακτος αυξήθηκε τουλάχιστο κατά 84% (από 70 λεπτά το 2001 σε 1,28 ευρώ σήμερα).
Σ’ αυτό το διαμορφούμενο πλαίσιο, κινήσεις σαν το «ΘΕΣ γάλα – Πιες» θα πληθύνουν και θα ενταθούν – πληροφορίες αναφέρουν ότι «στο χορό» με τους αυτόματους πωλητές ετοιμάζονται να μπουν κι άλλες εταιρίες – καθώς τα καπιταλιστικά αγροκτήματα – επιχειρήσεις, μέσω της καθετοποίησης της παραγωγής, προσδοκούν, με αυτόν τον τρόπο, σε μεγαλύτερα κέρδη. Πρόκειται, ασφαλώς, για διαδικασίες που θα εντείνουν τον ανταγωνισμό στο πεδίο της πρωτογενούς παραγωγής και θα βαθύνουν την τάση συγκεντροποίησης της αγελαδοτροφίας.
Οι μικρομεσαίοι αγροτοκτηνοτρόφοι, οι εργαζόμενοι και τα φτωχά λαϊκά στρώματα δεν έχουν να περιμένουν τίποτα από μια αγροτική ανάπτυξη που στηρίζεται στον καπιταλιστικό ανταγωνισμό κι αποσκοπεί στην αύξηση της επιχειρηματικής κερδοφορίας. Αυτή την καπιταλιστική ανάπτυξη στηρίζει και ο ΣΥΡΙΖΑ, επιχειρώντας να πείσει ότι θα είναι καλύτερος διαχειριστής της. Ταυτόχρονα, «κλείνει το μάτι» προς εκπροσώπους ντόπιων επιχειρήσεων και μονοπωλίων, όπως έδειξε και η στάση του στη διάρκεια του σκληρού ανταγωνισμού που εκδηλώθηκε, τελευταία, μέσα στο καρτέλ του γάλακτος.
Η λύση βρίσκεται στην πρόταση του ΚΚΕ για μια διαφορετική αγροτική ανάπτυξη, που θα στηρίζεται στον κεντρικό σχεδιασμό, στις καθετοποιημένες κρατικές επιχειρήσεις και στους παραγωγικούς συνεταιρισμούς, για να εξασφαλίζει καλό εισόδημα στους παραγωγούς και φτηνά και ποιοτικά προϊόντα για την διατροφή του ελληνικού λαού.
Οι σκληροί αγροτικοί αγώνες, με τα μπλόκα στις εθνικές οδούς, συνέδεαν, ως ένα βαθμό, το άμεσο που είναι η απόκρουση των χειρότερων, με το μακροπρόθεσμο που είναι μια άλλη αγροτοκτηνοτροφική οργάνωση της οικονομίας προς όφελος των μικρών και σε βάρος των μεγάλων.
Στη χώρα μας υπάρχουν όλες οι αντικειμενικές προϋποθέσεις για την κάλυψη των διατροφικών αναγκών με φθηνά και ασφαλή τρόφιμα, αλλά αυτό δεν γίνεται γιατί η παραγωγή είναι υποταγμένη στο καπιταλιστικό κέρδος. Μόνο σε μια κοινωνία όπου τα μέσα παραγωγής θα είναι κοινωνική περιουσία και η οικονομία θα αναπτύσσεται σχεδιασμένα, με βάση τις λαϊκές ανάγκες, μπορεί να εξασφαλίζεται η ικανοποίηση των συνεχώς διευρυνόμενων ανθρώπινων αναγκών. Γι’ αυτή την κοινωνία καλεί το λαό να παλέψει, το ΚΚΕ.”