ΧΑΝΙΑ-ΠΑΝΔΟΧΕΙΑ ΣΤΟΝ ΤΥΡΝΑΒΟ

Μια ιστορική περιήγηση για τα χάνια που εμφανίστηκαν στον Τύρναβο από το 1400 και μετά, από τον Τάσο Ψύρρα

Χάνια ονομάζονταν οι χώροι που διανυκτέρευαν οι ταξιδιώτες και τα ζώα τους. Η λέξη «χάν» είναι περσική και σημαίνει ξενώνας. Χάνια υπήρχαν σαν πανδοχεία από την αρχαιότητα, και διατηρήθηκαν μέχρι το Βυζάντιο.

Στην αρχαία Ελλάδα ο Παυσανίας αναφέρει στις περιηγήσεις του για τα πανδοχεία, στην Καινή Διαθήκη επίσης αναφέρονται στην παραβολή του καλού Σαμαρείτη, ενώ την περίοδο της τουρκοκρατίας είχαν μεγάλη ανάπτυξη.

Τα χάνια ήταν λιθόκτιστα και ήταν συνήθως έξω από την πόλη. Στον Τύρναβο τα τέσσερα τελευταία χάνια που καταγράψαμε ήταν μέσα στην πόλη και ήταν πλινθόκτιστα και υπήρχαν στις αρχές του 20 αιωνα.

Τα χάνια έπρεπε να είχαν νερό. Γι’ αυτό και η δημιουργία ενός πηγαδιού ήταν το πρώτο που έπρεπε να γίνει και μετά προχωρούσαν στην κατασκευή οικοδομικών συγκροτημάτων αν μπορούμε να το ονομάσουμε έτσι. Ήταν παραλληλόγραμμα διώροφα κτίρια με περιφραγμένη αυλή και οι υπηρεσίες που προσφέραν ήταν τροφή, στέγη, και ασφάλεια .

Στο κατώι ήταν το μαγειρειό με έναν σοφρά και οι πελάτες ταξιδιώτες κάθονταν σε μαξιλάρια. Το φαγητό που προσφέραν ήταν όσπρια, μαύρο ψωμί, κρεμμύδια και χορτόπιτες .Πάντα όμως υπήρχε κρασί και ντόπιο τσίπουρο.

Στο ανώι ήταν οι ξενώνες που κοιμόντουσαν οι ταξιδιώτες. Στον οντά διανυκτέρευαν συνήθως γυναίκες και υπήρχε κινητή αφαιρούμενη σκάλα ,για να είναι ασφαλείς.

Ο στάβλος είχε «πάχνες» η «παχνιά» για το τάισμα, και μασγαλια κρίκους δηλ. για το δέσιμο των ζώων. Υπήρχε αποθήκη με ζωοτροφές και καυσόξυλα.

Στην αυλή που ήταν κλεισμένη με ψηλή μάντρα υπήρχε ο χαλές η απόπατος ή αποχωρητήριο, μια βρύση και μια ποτίστρα. Οι πιο οργανωμένοι βέβαια είχαν και πεταλωτήρια ,σιδηρουργεία, σαμαράδικα. Τα πάντα για την εξυπηρέτηση του πελάτη.

Κουμανταδόρος ήταν ο ιδιοκτήτης ,αλλά αν υπήρχε ενοικιαστής λεγόταν χαντζής, η χανιτζής.

Βοηθούσαν και οι ψυχογιοί και οι ψυχοκόρες όταν υπήρχε δουλειά.

Ο χαντζής ήταν το πρακτορείο Ρωυτερ της εποχής γιατί μάθαινε τα πάντα. Εκεί γίνονταν όλα τα αλισβερίσια, αλλά και τα προξενιά.

Την δεκαετία του τριάντα τα μοναδικά μεταφορικά μέσα ήταν άμαξες ,κάρα και πεζοί με ζώα. Όμως κανένα ταξίδι δεν θα ήταν δυνατό, αν δεν υπήρχαν τα ταπεινά και φιλόξενα χάνια που φιλοξενούσαν όλον αυτόν τον κόσμο. γιατί ήταν κάτι πολύ περισσότερο από ένα απλό κατάλυμα. Ηταν η συνύπαρξη όλων των κοινωνικών τάξεων από αγωγιάτες, αμαξηλάτες, κτηνοτρόφους, εύπορους εμπόρους- γυρολόγους ταχυδρόμους, συμπεθεριά.

Φτωχολογιά, και αριστοκρατία ,εργατιά και κεφάλαιο χωροφύλακες και ληστές ,ήταν το πέρασμα από τα χάνια.

Χάνια, πανδοχεία και ξενοδοχεία στον Τύρναβο

 

Όπως προαναφέρθηκε, οι πρώτες αναφορές για την ύπαρξη χανίων στον Τύρναβο εντοπίζονται το 1446 στο αφιερωτήριο του κατακτητή της Θεσσαλίας Τουρχάν Βέη. Σύμφωνα με αυτό, ο τελευταίος ίδρυσε ένα τέμενος (μετζήτι) μέσα στον Τύρναβο το οποίο προίκισε με λουτρό, καταστήματα (εργαστήρια) και ένα μεγάλο καραβάν σεράγι (χάνι).

Κατά τη διάρκεια των πρώτων χρόνων της Τουρκοκρατίας (17ος-18ος αιώνας), ο Τύρναβος ήταν μία πλούσια πόλη γεμάτη μεγαλοπρεπή μέγαρα, επαύλεις (κονάκια) και στρατώνες. Ο Εβλιγιά Τσελεμπή που επισκέφθηκε την πόλη το 1668, είδε «3.500 σπίτια ρωμνιών. Επίσης αναφέρει την λειτουργία έντεκα μικρών και μεγάλων χανίων καθώς και 1060 καταστημάτων.

Υποπτευόμαστε όμως ότι ο αριθμός των χανίων που ανέφερε είναι φανταστικός, αφού ο EdwardBraun που επισκέφθηκε τον Τύρναβο την επόμενη χρονιά (1669) δεν παρατήρησε τίποτα σχετικό. Ο ίδιος μάλιστα διανυκτέρευσε στην κατοικία του Έλληνα εμπόρου Δημητρίου.

Το μεγάλο Καραβάν Σεράι του Τυρνάβου και τα όποια χάνια υπήρχαν κατά τα πρώτα χρόνια της Τουρκοκρατίας, με το πέρασμα των ετών, είτε καταστράφηκαν, είτε ερημώθηκαν με αποτέλεσμα στις αρχές του 19ου αιώνα να μην υπάρχει κανένα χάνι ή πανδοχείο στην πόλη.

Οι επίσημοι ξένοι ταξιδιώτες διανυκτέρευαν στο μεγαλοπρεπές ανάκτορο (σεράι) που είχε αναγείρει ο Βελή πασάς, ενώ αγωγιάτες, έμποροι και λοιπής φύσεως ταξιδιώτες αναζητούσαν καταλύματα στα γειτονικά χωριά. Στα «εξόχως επιπλωμένα διαμερίσματα-ξενώνες» του ανακτόρου του Βελή πασά κατέλυσε το 1817 ο R. T. Jolliffe, ενώ το 1830 ο David Urquhart προτίμησε να διανυκτερεύσει στην κατοικία του μητροπολίτη της Λάρισας.

Το ανάκτορο του Βελή πασά πυρπολήθηκε το 1822, ενώ την ίδια περίοδο άρχισαν να κτίζονται κάποια χάνια στα οποία κατέλυαν συνήθως τα διερχόμενα τούρκικα στρατεύματα.

Κατά το τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα η πόλη άρχισε να ξαναβρίσκει την παλιά της αίγλη . Ο επιτελής αξιωματικός του Μηχανικού Ιφικράτης Κοκκίδης, που επισκέφθηκε τον Τύρναβο το 1778 (3 χρόνια πριν την απελευθέρωση) αναφέρει ότι «η πόλις έχει 5 χάνια χωρητικότητας 300 ίππων και 300 ανδρών. Το 1884-1885 ο ταγματάρχης του Μηχανικού Νικόλαος Σχοινάς (εξ ου και το στρατόπεδο που φέρει το όνομά του) κατέγραψε 9 χάνια με χωρητικότητα 225 ίππους, και 31 δωμάτια.

Πάντως το μεγαλύτερο χάνι που λειτούργησε στον Τύρναβο ήταν του Κωνσταντίνου Ανακατωμένου το 1867, την διαχείριση του οποίου συνέχισε ο γιος του Αδάμ έως το 1904 . Χρησιμοποιήθηκε το 1886 σαν στρατώνας του ελληνικού στρατού. Το 1886 το πούλησε στον Λαρισαίο κτηματία Νικόλαο Παπακώστα.

Το 1882 λειτουργούσε και το «Χάνι του Στρατώνα» που ήταν απέναντι από το χάνι του Ανακατωμένου.

Στην κεντρική τώρα πλατεία του Τυρνάβου υπήρχαν 3 χάνια .Το πρώτο ανήκε στον Αβδουραχμαν Εφενδη Μουσταφά, και είχε αίθουσες ζυθοπωλείου και καφενείου.

Το 1891 το νοικιάζει ο Αθανάσιος Βούλγαρης . Μετά το 1901 μετονομάσθηκε σε ξενοδοχείο «Όλυμπος» . Νοικιάστηκε κατά πρώτοις στον Νούλη Ιωάννη το 1901, μετά στον Ηρακλή Τσίκο το 1904 και μετά στον Απόστολο Καψάλη η Καψιμαλη το 1904-1907.

Τα άλλα δυο χάνια διευθύνονταν από τους Αθανάσιο Σιμοπουλο και Αθανάσιο Χατζημπαρμπα . Το ξενοδοχείο του Σιμοπουλου ήταν ένα από τα πέντε πρώτα κτίρια του Τυρνάβου που φωτίστηκαν από το «γλυκύτατο φως της ασετιλίνης» ,όπως έγγραφε ο τύπος της εποχής. Τον φωτισμό εγκατέστησε η Γαλλοελληνικη Εταιρεία Ασετιλίνης Αθηνών (εφημερίδα Όλυμπος φύλλο 107 5/5/1900)

Το 1902 έχουμε το χάνι των αδελφών Τότσιου που ήταν ακριβώς απέναντι από το τότε κτίριο της αστυνομίας.

Το 1905 έχουμε το πανδοχείο «Σύνταγμα» που ανήκε στον ιερό ναό του Προφήτη Ηλία. Το είχε νοικιάσει ο Ιωάννης Νουλης.

Το 1909 έχουμε το πανδοχείο του Αστέριου Πλιάκα που είχε καφενείο και δινόταν και θεατρικές παραστάσεις. Εκεί παίχτηκε με μεγάλη επιτυχία και η «Γκολφω»).

Το 1912 έχουμε τον πανδοχέα Ιωάννη Σίσκο ενώ το 1930 έχουμε 2 ξενοδοχεία πανδοχεία των Νικολάου Καραΐσκου και του Ιωάννη Λεβέντη {Τα στοιχεία για τα χάνια αποτελούν μέρος της εισήγησης που έκανε ο Αλέξανδρος Γρηγορίου στο συνέδριο «Ψηφίδες τοπικής ιστορίας το 2017.)

Τα τελευταία χάνια είναι αυτά τα τέσσερα που υπήρχαν στον εικοστό αιώνα και δεν υπάρχουν πλέον, και για αυτά θα κάνουμε πιο εκτενέστερη παρουσίαση.

ΤΟ ΧΑΝΙ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΜΠΕΝΗ (1900-1982) και του ΗΛΙΑ ΝΙΑΝΙΟΥ η ΝΙΑΝΙΑ (1884-1957)

Ήταν το πανδοχείο «Αγάπη», που βρισκόταν στην τρίγωνη πλατεία, εκεί που λειτουργούσε η λαϊκή αγορά και πιο συγκεκριμένα εκεί που ήταν το καπηλειό του Σκρόπιου. Άρχισε να λειτουργεί το 1928 και έκλεισε το 1968 αφού πρώτα πέθανε ο Νιάνιας και μετά βγήκε στη σύνταξη ο Μπένης. Ύστερα από 40 χρόνια λειτουργίας..

Συνόρευε με την ταβέρνα που είχε ο Σακκελάρης Αντρέας (Σκρέτας). Δίπλα του ήταν η καρβουναποθήκη του Ζαγκανά.

Βρισκόταν ακριβώς δίπλα από το μπακάλικο του Αγραφιώτη και του Μηλιουλη

Απαρτιζόταν από εστιατόριο ,ταβέρνα, με πρωινό φαγητό (μενού) πατσά, τηγανητά συκωτάκια ,μπακαλιάρος και σκέπες (κοιλίτσες).Με λίγα λόγια: Η τέλεια μεσογειακή κουζίνα!!!!!!!!

Παρεμπιπτόντως ο Ηλίας Νιάνιος η Νιάνιας έφτιαχνε πολύ καλό πατσά.

Έφτιαχνε επίσης πλεμόνι σε κορδέλα που το έπλεκε. Το μενού το μεσημέρι ήταν φασόλια πλακί, κοκκινιστό κρέας, κρέας με μακαρόνια, πατάτες ραγού. Το απόγευμα μέχρι το βράδυ γαρδούμπα, κοκορέτσι σπληνάντερο και αρνί ψητό.

Στο χάνι υπήρχε ένα μεγάλο υπόστεγο και ένας στάβλος 30 θέσεων για μεγάλα ζώα.

Είχε αποθήκη ζωοτροφών

Είχε ένα δωμάτιο για 4 άτομα που βρίσκονταν πίσω από το εστιατόριο, ενώ στο άλλο δωμάτιο είχε κρέατα.(σαν αποθήκη ψυγείο).

Πολλές φορές στους στάβλους και την πίσω αυλή σταβλίζονταν κοπάδια από πρόβατα, γίδια η μοσχάρια που την επόμενη οδηγούνταν στα σφαγεία. Σήμερα δεν υπάρχει. Τα τελευταία χρόνια δούλεψε μετά μόνο σαν ταβέρνα

ΤΟ ΧΑΝΙ ΤΩΝ ΑΔΕΛΦΩΝ ΓΚΟΥΛΕΤΣΑ

Φωτογραφία με το ζεύγος Γκουλέτσα Βασίλη και Κωνσταντίνα-2η γενιά ιδιοκτητών στο χάνι.(Αρχείο οικογένειας Ν. Γκουλέτσα)

Βρισκόταν στον πεζόδρομο της Αγίας Παρασκευής εκεί που είναι το κατάστημα του Παπαναγιώτου και έφτανε μέχρι το πρώην κατάστημα του Γκαρλεμου. Το χάνι ήταν διώροφο και βρισκόταν στο πίσω μέρος του οικοπέδου. Το είχε κατά πρώτοις ο Νικόλαος Γκουλέτσας μαζί με τον Αποστόλη. Ο Νικόλαος Γκουλέτσας (1885-1922) πέθανε σε ηλικία 37 χρονών και αιτία ήταν ένα «κακό σπυρί» στην πλάτη. Από το χάνι, δεν έχει σωθεί τίποτα εκτός από ένα ελβετικό ρολόι τοίχου που αγόρασε ο παππούς Νικόλαος τότε, και βρίσκεται τώρα στο σπίτι του Νίκου Γκουλέτσα .Το χάνι δούλεψε μετά τον θάνατο και του Αποστόλη ,από τον Βασίλη(1909-1990) και τον Τάκη Γκουλέτσα(1900-1972).

Φωτογραφία του ρολογιού, το μόνο που σώθηκε από το χάνι των αδερφών Γκουλέτσα. (Αρχείο οικογένειας Ν. Γκουλέτσα}

Το σίγουρο ήταν ότι το χάνι έκλεισε με την πλημμύρα γιατί έπεσαν τα πλίθινα κτίσματα το 1935. Τότε πουλήθηκε σαν οικόπεδο στον Νούλη τον φαρμακοποιό.

Το χάνι είχε 1 σπίτι διώροφο και στάβλους περιμετρικά. Το οικόπεδο ήταν 2 στρέμματα.

Στο πατρικό σπίτι του Νίκου Γκουλέτσα κατά τα λεγόμενα του Κοκονού (με το γνωστό κονάκι του) που ήταν καπνέμπορος ζούσε ο Δουλαμαν εφέντης.

Ο Βύρων Σκρουμπης αναφέρει λανθασμένα ότι έκλεισε το 1930. Υπάρχουν στοιχεία που αναφέρουν πως το 1934 λειτουργούσε και μάλιστα είχε μιλήσει εκεί ο υποψήφιος τότε δήμαρχος Κωνσταντίνος Αρίδας της αριστεράς.

Ενδεικτικά αναφέρουμε τι είχε γράψει η «Ελευθερία» της εποχής.

« Ίσως σε κάποιους αυτά φανούν υπερβολικά, όπως και ο έπαινος του δημοσιογράφου Βαφείδη προς το νέο κοινοτικό συμβούλιο κομμουνιστών, για την ιδεολογία των οποίων δεν γράφει θετικά σχόλια σε μερικά φύλλα της εφημερίδας. Όμως, δέκα ημέρες πριν τις εκλογές επισημαίνει ότι «ο συνδυασμός του Κομμουνιστικού Κόμματος κατηρτίσθη πλέον οριστικώς και περιλαμβάνει πρόσωπα απολύτως ικανά και ανήκοντα εις τας πτωχάς και πασχούσας τάξεις», ενώ οι οπαδοί των άλλων παρατάξεων αλληλοφαγώνονται καθημερινά και δεν μπορούν να συνεννοηθούν τα ικανά στοιχεία της κοινωνίας του Τυρνάβου, για να καταρτισθεί ένα κοινό ψηφοδέλτιο, επειδή ενδιαφέρονται περισσότερο για «τα πάμπολα χιλιόδραχμά των». Μάλιστα προβλέπει και νίκη των κομμουνιστών, αν συνεχιστεί αυτή η κατάσταση, καθώς την Κυριακή, δεκαπέντε ημέρες πριν τις εκλογές, «όλοι οι ασπαζόμενοι τας αριστεράς αρχάς» έκαναν, με όλα τα κατάλληλα μέτρα της αστυνομίας, την πρώτη προεκλογική συγκέντρωση στον περίβολο του πανδοχείου του Γκολέτσα, η οποία ήταν «ογκωδεστάτη και έλαβον μέρος και πολλοί αστοί οι οποίοι μετέβησαν δια να ακούσουν τους λόγους των ερυθρών ρητόρων».

{2} Εφημερίδα «Ελευθερία», φ. 4112 (27 Απριλίου 1934) και φύλλα Ιανουαρίου, Φεβρουαρίου 1934

Για την ιστορία Οι εκλογές έγιναν στις 11/2/1934

Φωτο του Κωνσταντίνου Αρίδα Προέδρου κοινότητας Τυρνάβου από 1-4/1934-6ος του 1934 (Ήταν οι τελευταίες εκλογές πριν την δικτατορία της 4/8/ 1936. Πρώτη συμμετοχή γυναικών με προϋποθέσεις (άνω των 30 ετών, απόφοιτες δημοτικού σχολείου τουλάχιστον κλπ.) Για πρώτη φορά εκλέχθηκαν κομμουνιστές Δήμαρχοι – Κοινοτάρχες (Σέρρες, Καβάλα, Τύρναβος …)

ΤΟ ΧΑΝΙ ΤΩΝ ΑΔΕΛΦΩΝ ΜΙΧΗ

Τα αδέρφια Αδάμος(1879-1947), Αστέριος η Στεργιος(1887-1935), Αναστάσιος, η Σιούλης (1896-1975) και Γιάννης (Νάκης),(1896-1964) είχαν το χάνι κοντά στην πλατεία και ήταν ένα από τα καλλίτερα. Έγινε το 1905.

Αγοράστηκε από τους Μιχαιους που είχαν έρθει από την Αμερική. Ο Αδάμος αποχώρησε το 1932 και έμειναν οι τρεις. Ήταν πολυτελείας και διέθετε 10 δωμάτια ύπνου στον Β όροφο

2 μεγάλες αποθήκες ζωοτροφών

2 στάβλους για τα ζώα με τους αγωγιάτες

έναν στάβλο που τον είχε νοικιάσει η αστυνομία.

Υπάλληλος μόνιμος ήταν ο Στεργιος ο παππούς του γνωστού σερβιτόρου καφετζή Τεγου.

ΤΟ 1935 λειτουργούσε επίσης και σαν πατσατζίδικο το εστιατόριο του Μιχη.

Ο Τάσος Μιχης (1929-2023) ανέλαβε το 1944.

Έκλεισε το 1945.

ΤΟ ΧΑΝΙ ΤΩΝ ΑΔΕΡΦΩΝ ΡΙΖΟΥ

Το είχαν τα αδέρφια Θόδωρος(1901-1944), Απόστολος(1910-1944), Σωτήριος(1913-1978) , και Αστέριος(1897-1954). Το ξεκίνησαν ο Αστέριος και ο Θεόδωρος τον οποίο σκότωσαν οι Γερμανοί στην Τούμπα το Σεπτέμβριο του 1944. Το χάνι βρισκόταν στην πλατεία εκεί που είναι τώρα το ουζερί Αστορια και πριν καφενείο Πορτεση. Ιδρύθηκε το 1898 και στην πορεία αγοράστηκε από τα αδέρφια Ρίζου και έκλεισε το 1938, όταν κατεδαφίστηκε και στη θέση του έγιναν νέα κτίρια. Βρισκόταν δίπλα στου Παπαναγιώτου, προς την πλευρά της πλατείας. Στο τέλος το είχε ο πατέρας του Αποστόλη, της Καίτης και του Γαλάνη Σωτήρης Ρίζος.

Φίλοι συμπατριώτες η συνάντηση μας θα είναι τακτή, τώρα που τέλειωσαν και οι εκλογές. Θα ενημερώνεστε συνεχώς . Για να έχουμε μια πλήρη εικόνα της εποχής βασίζομαι και στις δικές σας αναμνήσεις και τις πιθανές φωτογραφίες που έχετε κρυμμένες στα συρτάρια του σπιτιού σας. Μαζί θα φτιάξουμε το καλλίτερο βιβλίο με καταγεγραμμένα στοιχεία των αναμνήσεών μας από την πόλη μας που αγαπήσαμε και αγαπάμε, που ερωτευτήκαμε και γιατί όχι ,που μεθύσαμε και γλεντήσαμε.

Περιμένω στο e-mail psiras@otenet.gr φωτογραφίες και ιστορίες ,η να επικοινωνήσουμε τηλεφωνικά στο 6937147899 στέλνοντας μηνύματα η επικοινωνώντας δια ζώσης.

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ ΤΩΝ ΤΕΛΕΥΤΑΙΩΝ ΗΜΕΡΩΝ