Πώς είναι δυνατόν ένα έθνος να συγκλονίζεται από το μακελειό στο Κολοράντο με θύματα 12 νεκρούς και 58 τραυματίες, ο πρόεδρός του να κηρύσσει εξαήμερο εθνικό πένθος με την αστερόεσσα να κυματίζει πλησίστια, ενώ την ίδια στιγμή επιτρέπει στον καθένα να εφοδιαστεί ελεύθερα από το διαδίκτυο ή με άλλους τρόπους 6.000 σφαίρες, πιστόλια, ημιαυτόματα, καραμπίνες, αντιασφυξιογόνες μάσκες και αλεξίσφαιρα;…
Πώς είναι δυνατόν η κοινή γνώμη να απορεί με τις απονενοημένες πράξεις των κάθε λογής μακελάρηδων – του Όσλο πριν καιρό, του Κολοράντο τώρα – όταν η ίδια είναι φορέας-καταναλωτής ενός νοητικού περιβάλλοντος βίας και νοσηρότητας, προωθούμενου από μία ολόκληρη πολιτισμική βιομηχανία (μουσική, κινηματογράφος, διαδίκτυο, τηλεόραση) και των παράπλευρων επικοινωνιακών διαύλων της (μάρκετινγκ), βασική λειτουργία των οποίων είναι η διαμόρφωση του γούστου και η ανακύκλωση του;
Όχι μόνο είναι δυνατόν, αλλά επιπλέον αυτός είναι ο κυρίαρχος τρόπος και το κυρίαρχο μοντέλο παραγωγής και κατανάλωσης: να ωθηθεί ο παθητικός καταναλωτής να καταλάβει θέση ενεργού παραγωγού, μέσα σε μία επίφαση ελευθερίας, μετέχοντας στο ίδιο το σύστημα. Με άλλα λόγια, ο θεατής να γίνει δρων υποκείμενο, ο δέκτης να γίνει πομπός, ο κατά συρροή καταναλωτής κινηματογραφικά εξιδανικευμένων κατά συρροή δολοφόνων να μετατραπεί σε κατά συρροή δολοφόνος καταναλωτών κινηματογραφικών εικόνων.
Όπως είχε διαπιστώσει ήδη τον προηγούμενο αιώνα ο Καρλ Μαρξ, δεν υπάρχει διαδικασία παραγωγής που να μην είναι την ίδια στιγμή και διαδικασία κατανάλωσης. Ομοίως, δεν υπάρχει διαδικασία κατανάλωσης που να μην είναι την ίδια στιγμή και διαδικασία παραγωγής. Παράδειγμα το ίδιο το σώμα και ο οργανισμός του: για να παράξει τον εαυτό του και να αναπτυχθεί, πρέπει αναγκαστικά να καταναλώσει χημικά στοιχεία. Είναι την ίδια στιγμή παραγωγός και καταναλωτής.
Ό,τι συνέβη στο Κολοράντο συνιστά μέγιστη τραγική ειρωνεία, ικανή να προκαλέσει ξεσπάσματα βροντερού καγχασμού, και κάτι το απόλυτα φυσικό: ένας λάτρης των κινηματογραφικών κατά συρροή δολοφόνων εισέρχεται σε έναν κινηματογράφο που προβάλλεται η νέα ταινία Μπάτμαν και, μεταμφιεσμένος σε «κακό» Τζόκερ, προβαίνει σε μαζικές εκκαθαρίσεις: κοντολογίς, γίνεται αυτό που είναι, όντας την ίδια στιγμή αυτό που γίνεται. Κλείνει το φαύλο κύκλο, διανοίγοντας τον. Τον ολοκληρώνει, διαιωνίζοντάς τον. Το φαντασιακό συμπίπτει με το πραγματικό και η κινηματογραφική αίθουσα γίνεται ο τόπος εκτύλιξης ενός – κυριολεκτικά – αληθινού και όχι πια αληθοφανούς ολικού έργου τέχνης, το οποίο δεν θα περάσει ποτέ στην ιστορία ως τέτοιο.
Ό,τι ξεκίνησε ως εξωτερική κινηματογραφική προ-βολή, πυροδοτώντας μία σειρά από εσωτερικές ψυχικές ενδο-βολές, κατέληξε σε acting-out (εκδραμάτιση) εντός ενός χώρου προβολής, για να αποτελέσει αντικείμενο νέας προβολής, έντυπης, τηλεοπτικής, ειδησεογραφικής, ενδεχομένως στο μέλλον ΚΑΙ κινηματογραφικής, συμβάλλοντας έτσι σε μία στυγνή συστημική αναπαραγωγή του όμοιου.
Τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια η ποπ κουλτούρα έχει πλημμυρίσει από αφηγήσεις βασισμένες σε αληθινές ιστορίες εγκλήματος, βιογραφίες, λογοτεχνικά μπεστ-σέλλερς, βίντεο παιχνίδια και ντοκυμαντέρ εστιασμένα στο θέμα των κατά συρροή δολοφονιών.
Μόνο στη διαδικτυακή βάση δεδομένων κινηματογραφικών ταινιών (Internet Movie Data Base) έχουν καταγραφεί πάνω από 1.000 τίτλοι, αφιερωμένοι στις αινιγματικές προσωπικότητες των κατά συρροή δολοφόνων, με τους περισσότερους εξ αυτών να έχουν παραχθεί από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 και δώθε: Χάνιμπαλ Λέκτερ, Γεννημένοι δολοφόνοι, Αμερικανική ψύχωση, Seven, το καλοκαίρι του Σαμ, Ζόντιακ κ.ο.κ.
Στη μαζική κουλτούρα οι διαδικασίες πραγμοποίησης, φετιχοποίησης και εμπορευματοποίησης της βίας είναι δομικά πλεγμένες με την ίδια τη βία των διαδικασιών πραγμοποίησης, φετιχοποίησης και εμπορευματοποίησης.
Σαν μια Λωρίδα του Μέμπιους, όπου οι φαινομενικά δύο επιφάνειες ουσιαστικά αποτελούν μία ενιαία, σαν ένα χαρακτικό του Έσερ, όπου μπορείς να κινηθείς παντού μέσα στον τρισδιάστατο χώρο του, ενώ την ίδια στιγμή δεν υπάρχει τίποτα έξω από το «παντού», ή πιο απλά σαν το σχήμα του ίδιου του Σύμπαντος…
Υπό το καθεστώς του καπιταλισμού και της σχιζοφρένειας, όπου τα πάντα μπορούν να υπόκεινται σε εμπορευματοποίηση, συμβολικοποίηση και σημασιοδότηση, καταλύοντας έτσι την ίδια τη σημασία, η τερατώδης εγκληματική βία δεν είναι παρά η αδιαφανής όψη των κανονικών, νορμάλ επιθυμιών που κυκλοφορούν ελεύθερα μέσα στο δίκτυο σημείων της καταναλωτικής κοινωνίας, έτοιμες να επενδυθούν με κάθε προτεινόμενο περιεχόμενο.
Σε τελική ανάλυση, ο κατά συρροή δολοφόνος δεν είναι παρά η άλλη όψη, ο αποτρόπαιος σωσίας του κατά συρροή καταναλωτή…
Πηγή: iefimerida.gr/