Τις προϋποθέσεις ώστε ο Κυριάκος Μητσοτάκης να μην μπορεί να «δραπετεύσει» από τις ευθύνες του για το ζήτημα της διαχείρισης των πυρκαγιών που συνεχίζουν για 10η ημέρα να καίνε την χώρα, φαίνεται πως θέλησε να δημιουργήσει με την χθεσινή του παρέμβαση ο Αλέξης Τσίπρας.
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ –όπως πολλοί παρατήρησαν- δεν «βάδισε» τους συνήθεις δρόμους των κομμάτων που βρίσκονται στην αντιπολίτευση αξιώνοντας την παραίτηση των συναρμόδιων υπουργών για τις πυρκαγιές. Παρότι θεωρεί πως υφίσταται το υπόβαθρο της λαϊκής δυσαρέσκειας για να το πράξει. Διαφοροποιήθηκε έτσι από τις πρακτικές της Νέας Δημοκρατίας όταν ήταν κυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ και δεν ακολούθησε το παράδειγμα της Φώφης Γεννηματά που έχει από χθες ζητήσει να αντικατασταθούν ο Μιχάλης Χρυσοχοίδης και ο Νίκος Χαρδαλιάς. Αντιθέτως στην συνέντευξη τύπου που παραχώρησε, επέλεξε να θέσει δυο δύσκολα ερωτήματα στον Κυριακό Μητσοτάκη: Αρχικά το γιατί δεν εφάρμοσε το τεκμηριωμένο σχέδιο δασοπροστασίας –παρακαταθήκη του ΣΥΡΙΖΑ από το 2018, αν και το είχε αποδεχθεί. Επίσης το αν η κυβέρνηση προτίθεται να εγκαταλείψει τις εμμονές της και κάνει διακομματικό διάλογο για την κλιματική αλλαγή και τις αναγκαιότητές της.
Στην Κουμουνδούρου εκτιμούν ότι ο «κλοιός στενεύει» γύρω από το Μέγαρο Μαξίμου. Θεωρώντας ότι οι τελευταίες εξελίξεις στα πύρινα μέτωπα εξέθεσαν ανεπανόρθωτα τον «μύθο» του άρτιου επιτελικού σχεδιασμού που προσπαθεί να οικοδομήσει ο σκληρός κυβερνητικός πυρήνας. Μάλιστα η επιβεβαίωση των καταγγελιών του ΣΥΡΙΖΑ για την ένδεια πτητικών μέσων ώστε να αντιμετωπιστούν οι πυρκαγιές από τον υφυπουργό Πολιτικής Προστασίας Νίκο Χαρδαλιά μόλις χθες, διέψευσαν τα όσα έλεγε περί επάρκειας πριν λίγα 24ωρα ο Ακης Σκέρτσος, δηλαδή το «δεξί χέρι» του Κυριάκου Μητσοτάκη και επιτελάρχης του Μαξίμου. Θυμίζουμε ότι σε δηλώσεις του ο Νίκος Χαρδαλιάς παραδέχθηκε ότι σε επιχειρησιακή ετοιμότητα ήταν μόλις 20 πτητικά μέσα, ενώ ο Άκης Σκέρτσος μίλησε για 74.
«Δεν ακολουθώ την πεπατημένη»
Όπως άλλωστε σχολίασε ο Αλέξης Τσίπρας «δεν ακολουθώ την πεπατημένη σε τέτοιες κρίσιμες στιγμές. Ο λόγος είναι ότι θεωρώ πως η βασική ευθύνη, όχι μόνο για τη διαχείριση των 7-8 ημερών αλλά για τα λάθη και τις παραλείψεις στη στρατηγική, την αγνόηση των προτάσεων που είχε στα χέρια του, ανήκει στον Πρωθυπουργό. Όπως και η ευθύνη τούτη την ώρα να κατανείμει την ευθύνη στους υφισταμένους του». Εξηγώντας το γιατί δεν ζήτησε ευθέως αποπομπή των κ.κ Χρυσοχοίδη και Χαρδαλιά, των αρμόδιων υπουργών. είπε: «Αν ο κ. Μητσοτάκης είναι ικανοποιημένος από έναν Υπουργό που την κρίσιμη ώρα που καίγεται η μισή Ελλάδα βγαίνει και δηλώνει ότι ο κρατικός μηχανισμός λειτουργεί υποδειγματικά, είναι δικό του ζήτημα, δικό του πρόβλημα».
Παράλληλα ο Αλέξης Τσίπρας εξήγησε το γιατί θεωρεί πιο σημαντική την κατάθεση δέσμης 7 προτάσεων σε σχέση με την γενικόλογη κριτική. Όπως είπε «δεν έχω ιδιαίτερη εμπιστοσύνη και εκτίμηση στις δυνατότητες του επιτελικού κράτους, του κ. Μητσοτάκη, ακριβώς γι` αυτό σήμερα κατέθεσα μια δέσμη προτάσεων, ακριβώς επειδή θεωρώ ότι είναι αναποτελεσματικό, ξεχαρβαλωμένο, αργό, δυσκίνητο».
Οι 7 προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ
Θυμίζουμε ότι στο «πακέτο» των προτάσεων που κατέθεσε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ περιλαμβάνονται περιληπτικάτα εξής:
Να κηρυχθούν άμεσα, όπως το Σύνταγμα ορίζει, αναδασωτέες όλες οι καμένες εκτάσεις, να απαγορευτεί κάθε αλλαγή χρήσης γης
Να εκπονηθεί, σε συνεργασία με τα κόμματα, τους επιστημονικούς φορείς, ένα Εθνικό Σχέδιο για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης και των συνεπειών των φυσικών καταστροφών.
Να αξιοποιηθεί, έστω και τώρα, το πόρισμα Γκολντάμερ για την αντιμετώπιση των πυρκαγιών με έμφαση στην πρόληψη και τη διαχείριση των δασικών οικοσυστημάτων με την ενεργό συμμετοχή των τοπικών κοινωνιών.
Να υιοθετηθεί η ολοκληρωμένη πρόταση Νόμου που καταθέσαμε από το 2019 για την ίδρυση Εθνικής Αρχής Πολιτικής Προστασίας και Ανθεκτικότητας, που θα την στελεχώσουν πρόσωπα κοινής αποδοχής με συμφωνία των πολιτικών δυνάμεων, να παραμείνουν τα ίδια ανεξαρτήτως κυβερνητικής αλλαγής.
Είδικά για το πόρισμα Γκόλνταμερ ο Αλέξης Τσίπρας είπε οτι «το καλοκαίρι του ‘18, αμέσως μετά τη καταστροφική και φονική πυρκαγιά στο Μάτι, ζήτησα τη συνδρομή του καθηγητή Γκολντάμερ, Πρόεδρου του Διεθνούς Παρατηρητηρίου για τις πυρκαγιές στο Πανεπιστήμιο του Φράιμπουργκ. Του ζήτησα να είναι επικεφαλής μιας ανεξάρτητες Επιστημονικής Επιτροπής, που θα συντάξει ένα πόρισμα, εντοπίζοντας τις αδυναμίες, ώστε να αντιμετωπίζουμε αποτελεσματικά από δω και στο εξής τις δασικές πυρκαγιές. Ο καθηγητής Γκολντάμερ μου έθεσε τότε ως προϋπόθεση να έχει τη συναίνεση του τότε Αρχηγού της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, του κ. Μητσοτάκη, προκειμένου να είναι βέβαιος ότι δε θα ετοιμάσει κάτι που θα αμφισβητηθεί, ή που δεν θα αξιοποιηθεί σε περίπτωση κυβερνητικής αλλαγής. Συμφώνησα, μαζί του. Και τελικά συμφώνησε και ο κ. Μητσοτάκης». Στην συνέχεια όμως επισήμανε ότι μετά τις εκλογές «το σχέδιο δυστυχώς ματαιώθηκε από τη νέα κυβέρνηση. Ωστόσο, το Νοέμβρη του ‘19, καταθέσαμε στη Βουλή το πλήρες σχέδιο με τη μορφή πρότασης νόμου. Την οποία επίσης η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας αγνόησε».
Ανοιχτός στον κοινοβουλευτικό διάλογο
Ο Αλέξης Τσίπρας, δεν δίστασε να δηλώσει «ανοιχτός» στο διακομματικό διάλογο ζητώντας από τον Κ.Μητσοτάκη «να καλέσει με δική του ευθύνη σε συνεννόηση όλες τις πολιτικές δυνάμεις» και ξεκαθαρίζοντας ότι θα ανταποκριθεί εάν υπάρξει αίτημα συνάντησης από τον πρωθυπουργό. Μεταξύ άλλων (απαντώντας σε ερώτηση του News 24/7) επισήμανε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι έτοιμος να προσέλθει ακόμη και σε διακομματική συζήτηση στην Βουλή για την δημιουργία ενός κλιματικού νόμου ευρείας αποδοχής. Με μόνη προϋπόθεση να καταργηθεί το νομοσχέδιο για το περιβάλλον που ψηφίστηκε πριν έναν χρόνο με αρμόδιο υπουργό τον Κ. Χατζηδάκη και προκάλεσε την αντίθεση όλων των περιβαλλοντικών οργανώσεων.
Συνολικά επισήμανε αυτά είναι τα πεδία που ο Κυριάκος Μητσοτάκης καλείται να αποδείξει την αξιοπιστία των λεγομένων του ακόμη και της «συγγνώμης» που ζήτησε στο πρόσφατο διάγγελμά του. Όπως επισήμανε ο Αλέξης Τσίπρας το ερώτημα για είναι «αν θα συνεχίσει να είναι ο ίδιος εκτός πραγματικότητας και εκτός κλίματος κοινωνίας Πρωθυπουργός, ο οποίος αυτοθαυμάζεται ή αν θ’ αλλάξει στάση και θ’ αποκτήσει ενσυναίσθηση των ευθυνών του και της πολύ δύσκολης πραγματικότητας που βιώνει ο τόπος».