Η ΕΙΣΗΓΗΣΗ ΤΗΣ ΠΕΚ ΣΤΙΣ ΓΕΝΙΚΕΣ ΣΥΝΕΛΕΥΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΛΜΕ

Η διεθνής οικονομική κρίση, η παγκόσμια βαριά σκιά της πανδημίας και η όλο και πιο έντονη κλιματική αλλαγή μετασχηματίζουν το πεδίο της πολιτικής σε σημαντικό βαθμό. Η επικυριαρχία των δυνάμεων της αγοράς έχει ήδη δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα στις κοινωνίες και στους λαούς. Η ίδια η άσκηση της πολιτικής και η κοινοβουλευτική δημοκρατία πλήττονται στον πιο βαθύ πυρήνα τους.

Έχει πλέον καταδειχτεί ότι ο νεοφιλελευθερισμός απαξιώνει πλήρως τον κόσμο της εργασίας αναιρώντας τα πιο θεμελιώδη στοιχεία του: τον μισθό, τη σύνταξη, την ασφάλιση. Ρημάζει τις ζωές των ανθρώπων με την περιθωριοποίηση και την οικονομική ανέχεια. Αποδομεί το κοινωνικό κράτος. Ερημώνει το φυσικό περιβάλλον και εμπορευματοποιεί κάθε φυσικό πόρο!

Όμως, αναπτύσσονται όλο και πιο δυναμικά κοινωνικά κινήματα που αντιτάσσονται στην εκπτώχευση της πολιτικής και στην αμφισβήτηση των βασικών κοινωνικών δικαιωμάτων μας.

Ο αγώνας μας πρέπει να είναι πολιτικός και ιδεολογικός! Γι’ αυτό και απαιτείται κοινός αγώνας όλων των εργαζομένων. Η αποδόμηση της δημόσιας παιδείας, η ιδιωτικοποίηση της γνώσης και το βάθεμα των ανισοτήτων είναι σκληρές ταξικές πολιτικές της δεξιάς κυβέρνησης της Ν.Δ. Οφείλουμε ως εκπαιδευτικό κίνημα να καταδείξουμε σε κάθε δράση μας ότι

ο νεοφιλελευθερισμός δεν αποδέχεται ούτε ως ιδέα τη Δημόσια και Δωρεάν Παιδεία. Την θέλει εμπόρευμα!

Ως εκ τούτου, ο κλάδος μας είναι σε «συνθήκες διωγμού».

Μόνο συσπειρωμένοι οι εκπαιδευτικοί και οι παρατάξεις τους πάνω στα κύρια διαχρονικά αιτήματα του αγωνιστικού και ιστορικού μας κλάδου – και όχι στην όποια παραταξιακή καθαρότητα ή στη δήθεν … πρωτοπορία ή στον αδιέξοδο ακτιβισμό – μπορούμε να φέρουμε αποτελέσματα. Οι παρατάξεις μας πρέπει να υπηρετούν τον κλάδο και τα αιτήματά του και όχι το αντίστροφο! Και εδώ απαιτείται σαφής και ολοκληρωμένη πολιτική πρόταση για την παιδεία και ευρεία συσπείρωση του κινήματός μας και των εκπαιδευτικών. Με διασπασμένο κλάδο δεν έχουμε προοπτική.

Η εκπαιδευτική πολιτική της κυβέρνησης της Ν.Δ. διαμορφώνεται με συστηματικό τρόπο από την αρχή της εξουσίας της σε μια κατεύθυνση συνολικής αντιμεταρρύθμισης. Ανατρέπει το σύνολο των εκπαιδευτικών πολιτικών των δεκαετιών του 1980, 1990, 2000 που θεμελίωσαν τον εκδημοκρατισμό και τον εκσυγχρονισμό του εκπαιδευτικού μας συστήματος.

Βασικοί της στόχοι είναι η ιδιωτικοποίηση της εκπαίδευσης, η απορρύθμιση του πολιτιστικού και διαπαιδαγωγικού ρόλου του σχολείου, η συρρίκνωση του μορφωτικού του περιεχομένου, ο ασφυκτικός έλεγχος των εκπαιδευτικών και η απομείωση της παιδαγωγικής ελευθερίας και αυτονομίας τους , η σκληρή δημοσιονομική πειθαρχία και η μείωση των δαπανών για την παιδεία.

Η πρωτόγνωρη απαξίωση των πτυχίων με την εξίσωσή τους με τα διπλώματα των κολεγίων, η θέσπιση της ελάχιστης βάσης εισαγωγής και η αποψίλωση των πανεπιστημίων, η αποδόμηση της επαγγελματικής εκπαίδευσης και η παράλληλη τροφοδότηση των κολεγίων και των ιδιωτικών ΙΕΚ είναι ακραία μορφή ταξικής πολιτικής. Είναι μια άκρως νεοφιλελεύθερη και συντηρητική εκπαιδευτική πολιτική. Επιλεκτική εκπαίδευση και εκπαίδευση με οικογενειακά έξοδα είναι το κεντρικό δόγμα της.

Αυτές οι κυβερνητικές επιλογές όχι μόνο δεν έχουν καμιά σχέση με τα αιτήματα των εποχών μας, των κοινωνιών της γνώσης και της μάθησης και του αιτήματος για καθολική μόρφωση του λαού, αλλά μας απομακρύνουν και από το ευρωπαϊκό κεκτημένο.

Επί διακυβέρνησης ΝΔ αναδεικνύεται το δόγμα «νόμος και τάξη» ως κεντρικός άξονας διαμόρφωσης πολιτικής.

Η πολιτική της Νέας Δημοκρατίας στην εκπαίδευση υλοποιείται μέσα από την λογική της  «συμμόρφωσης» και της «επιβολής».

Με την επιβαλλόμενη συμμόρφωση αυτού του τύπου η κοινωνία και η εκπαίδευση αλλάζουν επί τα χείρω.

Οι αντιφάσεις και οι παλινωδίες στις οδηγίες του Υπουργείου για το υποτιθέμενο ασφαλές άνοιγμα των σχολείων γκρεμίζουν την αξιοπιστία του συστήματος και δημιουργούν τις προϋποθέσεις όχι για το άνοιγμα αλλά για το επόμενο κλείσιμο των σχολείων.

Από την άλλη πλευρά η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας δεν έχει κάνει τίποτα για το βασικό εκπαιδευτικό αλλά και κοινωνικό ζήτημα του μαθησιακού κενού και του παιδαγωγικού ελλείμματος που έχουν δημιουργηθεί στη διάρκεια της πανδημίας. Βασικό αίτημά μας είναι πρέπει να είναι η διαμόρφωση ενός σχεδίου για την αναπλήρωση των κενών αυτών, παράλληλα με τη φυσική λειτουργία των σχολείων.

Δεν πρέπει να αφήσουμε να προστεθούν νέες ανισότητες λόγω της πανδημίας στις ήδη υπάρχουσες κοινωνικές ανισότητες στην εκπαίδευση.

Ζητάμε να προσληφθούν επιπλέον αναπληρωτές για την υλοποίηση αυτού του προγράμματος. Να διατεθεί πρόσθετη δημόσια χρηματοδότηση. Να καλέσουμε κόμματα και κοινωνικούς φορείς με μοναδικό θέμα το πρόβλημα αυτό και την πρότασή μας για την αντιμετώπισή του. Μπορούμε να συμβάλλουμε δημιουργικά για τη διαμόρφωση σχετικής πρότασης. Με αυτό τον τρόπο – εκτός των άλλων – δυναμώνουμε το κοινωνικό στάτους του κλάδου μας.

H αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου, όπως και κάθε εκπαιδευτικό ζήτημα, έχει πολιτικο-ιδεολογική αναφορά. H παρουσία ή η απουσία της δε συνιστά εξ ορισμού προοδευτικό ή συντηρητικό γεγονός.

Αυτό που έχει σημασία είναι «για ποια αξιολόγηση μιλάμε, για ποιο σκοπό γίνεται, από ποιους γίνεται και πώς συνδέεται με τα μεγάλα προβλήματα της εκπαίδευσης και τις επιλογές του εκπαιδευτικού κινήματός μας».

Η σημερινή ενεργοποίηση της αυτοαξιολόγησης των σχολικών μονάδων με το μαύρο σκηνικό των τιμωρητικών διατάξεων, των απειλών και των εκφοβισμών, αποτελεί μια απόλυτα απαξιωτική ενέργεια για τους εκπαιδευτικούς. Δεν έχει κανέναν δημιουργικό χαρακτήρα. Δεν έχει καμιά σχέση με το περιεχόμενο της δικής μας πρότασης.

Ως παράταξη είμαστε υπέρ της αυτοαξιολόγησης από τη δεκαετία του 1990 αποφασισμένη και ψηφισμένη σε Συνέδριο της ΟΛΜΕ, ως απόφαση του κλάδου μας. Είναι μια ολοκληρωμένη και απόλυτα τεκμηριωμένη εκπαιδευτική πρόταση. Τη θεωρούμε ως αναγκαία λειτουργία για τη βελτίωση του εκπαιδευτικού μας συστήματος. Θέτει στο πεδίο αναφοράς της όλους τους συντελεστές του εκπαιδευτικού έργου και όχι μόνο τους εκπαιδευτικούς. Δεν έχει κανέναν τιμωρητικό χαρακτήρα. Είναι μια  εκπαιδευτική  πρωτοβουλία και σταθερό αίτημα για να βελτιώσουμε το σχολείο, για να ενισχύσουμε τα γενικότερα αιτήματα του κλάδου μας.

Η θέση μας αυτή είναι σταθερή και δεν την εμφανίζουμε ανάλογα με το ποιο κόμμα είναι στην κυβέρνηση. Την έχουμε στηρίξει και τη στηρίζουμε διαχρονικά.

Πρόγραμμα Δράσης

Είμαστε αντίθετοι στην επιχειρούμενη εφαρμογή αυτής της μορφής αυτοαξιολόγησης της ηγεσίας του Υπουργείου και ειδικά στις εξοντωτικές τιμωρητικές διατάξεις  που δεν έχουν ιστορικό προηγούμενο και μαρτυρούν απροκάλυπτα τις αυταρχικές αντιλήψεις της κυβέρνησης της Ν.Δ.  και του Υπουργείου Παιδείας.

Θα στηρίξουμε τους συναδέλφους μας με τη συλλογική μας δράση και σε όποια μορφή αγώνα επιλέξει ο κλάδος.

Θέληση, επιδίωξη και στόχος μας είναι η πραγματική συσπείρωση και ενότητα του κλάδου όρος απαραίτητος για την αντιμετώπιση της σημερινής αντιεκπαιδευτικής επίθεσης.

Για τη διασφάλιση της συσπείρωσης και κινητοποίησης  όμως του κλάδου  είναι απαραίτητος ο προσεκτικός σχεδιασμός,  η σωστή ενημέρωση,  η εκτίμηση των πραγματικών συνθηκών.

Έχει ιδιαίτερη σημασία να διαφυλάξουμε  το κεφάλαιο της δυναμικής και της αγωνιστικότητας του κλάδου σε μία συγκυρία που πολύ πιο δυσμενείς ρυθμίσεις οι οποίες έχουν  εξάλλου προαναγγελθεί, όπως η εκχώρηση των σχολείων στους δήμους, πρόκειται να εφαρμοστούν στο άμεσο μέλλον.

Εκτίμησή μας είναι ότι, στις σημερινές συνθήκες που είναι αρκετά διαφοροποιημένες από αυτές του Φεβρουαρίου όταν με κλειστά τα σχολεία η κυβέρνηση νομοθέτησε σειρά αντιεκπαιδευτικών μέτρων,  χρειάζεται επανεπιβεβαίωση   της απόφασης για απεργία αποχή.

Θεωρούμε ως απαραίτητες προϋποθέσεις για την ανανέωση αυτής της εντολής:

  • Την αντικειμενική και ολόπλευρη ενημέρωση των συναδέλφων σχετικά με τις διατάξεις του νόμου 4823/21
  • Τη μαζική συμμετοχή  στις διαδικασίες των Γενικών Συνελεύσεων των ΕΛΜΕ.   Μόνον μέσα από μαζικές και συλλογικές διαδικασίες στις οποίες θα διασφαλιστεί αυξημένη συμμετοχή των συναδέλφων, μπορεί ο αγώνας να είναι αποτελεσματικός.
  • Την αντικειμενική εκτίμηση των σημερινών δυνατοτήτων μαζικής συμμετοχής

Προτείνουμε 24ωρη απεργιακή κινητοποίηση στις 28/9/21 ως πρώτο βήμα για να εκφράσουμε μαζικά και αγωνιστικά την αντίθεσή μας απέναντι στην αυταρχικότητα της επιβολής της αυτοαξιολόγησης από την κυβέρνηση της ΝΔ. Αμέσως μετά νέες Γ.Σ. για επαναξιολόγηση των δεδομένων, για κλιμάκωση του αγώνα, με πρόταση για απεργία – αποχή από τις διαδικασίες αυτοαξιολόγησης. Η λύση δεν θα προκύψει από κάποια μορφή εφόδου αλλά από τη συνεχή δράση μας.

Θέση μας είναι ότι πρέπει να στηρίζουμε και να στηριζόμαστε στα βασικά εργαλεία δράσης του κινήματός μας αλλά και του συνδικαλισμού γενικότερα: την ενότητα, τη μαζική συμμετοχή, την συσπείρωση, την κινητοποίηση, την απεργία.

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ ΤΩΝ ΤΕΛΕΥΤΑΙΩΝ ΗΜΕΡΩΝ