ΓΡΑΦΕΙ Ο Γιώργος Παπανικολάου
Σε συνέχεια της καταγγελίας μου για την σύλληψη/προσαγωγή της κόρης μου (για τη δημοσίευση της οποίας σας ευχαριστώ), παίρνω το θάρρος να κάνω κατάχρηση της φιλοξενίας σας.
Ψάχνοντας λοιπόν το θέμα, έμαθα πράγματα που με εξόργισαν ακόμη περισσότερο απ όσο είχα εξοργιστεί την ημέρα της σύλληψης/προσαγωγής, αν και ανενημέρωτος για το θέμα.
Σε άρθρο του Χρήστου Ζέρβα στην «Ελευθεροτυπία» στις 13/12/2009, αναφέρεται:
«…Σε ανύποπτο χρόνο (2003), ο Συνήγορος του Πολίτη αλλά και το αρχηγείο της ΕΛ.ΑΣ. με προσεγμένη εγκύκλιό του, είχαν επισημάνει ότι, κατά τον νόμο (Π.Δ. 141/1991), προσαγωγή επιτρέπεται μόνο σε δύο περιπτώσεις: αν ο πολίτης δεν έχει δελτίο ταυτότητας (υπόψη ότι η κόρη μου είχε την ταυτότητά της μαζί της) και αν η εξατομικευμένη συμπεριφορά του -και όχι απλώς ο χρόνος, ο τόπος ή οι περιστάσεις- κινεί υπόνοιες διάπραξης συγκεκριμένου εγκλήματος. Η προσαγωγή στην αστυνομία άλλωστε έχει σοβαρές συνέπειες για τον πολίτη. Οχι μόνο λόγω ταλαιπωρίας και ανησυχίας αλλά και επειδή η καταχώριση των στοιχείων του σ’ έναν κατάλογο υπόπτων μπορεί να τον βαραίνει καθοριστικά στο μέλλον…».
Και ο καθηγητής συνταγματικού δικαίου Κ. Χρυσόγονος είναι κατηγορηματικός:
«Το άρθρο 6 παρ. 1 του συντάγματος ορίζει ότι κανένας δεν συλλαμβάνεται ούτε φυλακίζεται χωρίς αιτιολογημένο δικαστικό ένταλμα, εκτός αν πρόκειται για αυτόφωρο έγκλημα. “Σύλληψη” κατά την έννοια αυτής της διάταξης είναι γενικά η υποβολή προσώπου στη φυσική εξουσία κρατικών οργάνων με σκοπό ή αποτέλεσμα την (προσωρινή έστω) στέρηση της ελευθερίας του. Επομένως περιλαμβάνεται εδώ η βίαιη προσαγωγή υπόπτου ή μάρτυρα και απαιτείται να συντρέχουν και γι’ αυτή οι ίδιες προϋποθέσεις, δηλαδή δικαστικό ένταλμα ή αυτόφωρο έγκλημα. Είναι άρα αντισυνταγματική η πρόβλεψη του άρθρου 74 παρ. 5 π.δ. 141/1991 ότι ο αστυνομικός υπάλληλος “οδηγεί στο αστυνομικό κατάστημα για εξέταση άτομα τα οποία στερούνται στοιχείων αποδεικτικών της ταυτότητάς τους ή εξαιτίας του τόπου, του χρόνου, των περιστάσεων και της συμπεριφοράς τους δημιουργούν υπόνοιες διάπραξης εγκληματικής ενέργειας”.
Η παραπάνω διάταξη επιχείρησε απλώς να περιβάλει με έναν, μάλλον διάτρητο, μανδύα νομιμοφάνειας τη συνήθη, όσο και αντισυνταγματική, πρακτική βίαιης προσαγωγής (στην ουσία προσωρινής σύλληψης και κράτησης) υπόπτων στα αστυνομικά τμήματα. Ολα αυτά συνιστούν διαρκή καταστρατήγηση του άρθρου 6 παρ. 1 του συντάγματος και ενδεχομένως και του άρθρου 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (εξευτελιστική μεταχείριση)».
Ο δικηγόρος Κώστας Παπαδάκης στα «ΝΕΑ» στις 8/12/2009: «Οι προσαγωγές (800 σε τρεις μέρες) αποτελούν παράνομες απαγωγές, που αν γίνονταν από ιδιώτες θα διώκονταν σε βαθμό κακουργήματος».
Σύμφωνα με απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων δεν επιτρέπεται η κράτηση πολιτών χωρίς κάποιο λόγο που να τον δικαιολογεί επαρκώς. Μαζικές δήθεν προσαγωγές, που αποτελούν στην ουσία ολιγόωρες συλλήψεις για καταγραφή στοιχείων και λήψη δακτυλικών αποτυπωμάτων, δεν είναι νόμιμες ενέργειες. Η επίκληση των λόγων για την έρευνα και την προσωρινή σύλληψη των πολιτών, πρέπει να αφορά συγκεκριμένους, εξατομικευμένους λόγους που να τους καθιστούν ύποπτους για τέλεση συγκεκριμένων παράνομων πράξεων. Δεν αρκεί δηλαδή η γενική αναιτιολόγητη αστυνομική έκφραση κλισέ «κινούσε υποψίες», γιατί αυτό παραπέμπει σε αόριστες έννοιες και υποκειμενικές αντιλήψεις, που είναι πιθανό να καθορίζονται από το χρώμα, την εμφάνιση ή την περιοχή στην οποία κινείται ο δήθεν «ύποπτος».
Επίσης σχετικά με τις προσαγωγές, έκθεση του ΟΗΕ καταδικάζει πλήρως τις αναίτιες συλλήψεις και έρευνες πολιτών στο δρόμο υπό το πρόσχημα της ασφάλειας και της αντιμετώπισης της τρομοκρατίας. «Τα στάνταρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων έχουν δοκιμασθεί και παραβιασθεί κατά τη διάρκεια αυτών των ακινητοποιήσεων και ερευνών πολιτών στο δρόμο», τονίζει ο Martin Scheinin, ειδικός εισηγητής του ΟΗΕ στα θέματα προστασίας των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ελευθεριών.
Βλέπουμε λοιπόν ότι «οι νόμιμες» (κατά τους αστυνομικούς) προσαγωγές πολιτών όχι μόνο είναι αντισυνταγματικές, αλλά έχουν καταδικαστεί και από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και από τον ΟΗΕ. Το καθεστώς της Ελλάδας συνεχίζει όμως την πρακτική του και ο αρμόδιος υπουργός σε βίντεο στο διαδίκτυο δηλώνει ότι δεν ξέρει, δεν είδε και ότι αυτός είναι μόνο…πολιτικός προϊστάμενος…
Μπροστά σ αυτή την κατάσταση τι κάνουν οι φορείς της πόλης και οι πολίτες;
Νομίζω ότι το θέμα είναι καθαρό: μας αρνούνται τη δημοκρατία. Να την επιβάλλουμε!
Προτείνω με πρωτοβουλία του Δικηγορικού Συλλόγου (στον πρόεδρο του οποίου κ. Κατσαρό κάνω έκκληση γνωρίζοντας τη δημοκρατική του ευαισθησία) να τοποθετηθούν οι φορείς της πόλης σε μια απλή δήλωση: η Λάρισα ανακηρύσσεται πόλη ελεύθερη προσαγωγών. Κάθε καταγγελία πολίτη για αντισυνταγματική προσαγωγή, θα συναντά την ομόθυμη αντίδραση της πόλης και των φορέων της. Αλλά για να λειτουργήσει αυτό, χρειάζεται απαραίτητα και την ενημέρωση και ευαισθητοποίηση των πολιτών. Γι αυτό το θέμα κάνω έκκληση σε όλους τους δημοσιογράφους της πόλης:
δεσμευτείτε και αναλάβετε την πρωτοβουλία ότι θα ενημερώσετε και τον τελευταίο πολίτη της Λάρισας για την παραβίαση του συντάγματος και προσβολή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που συνεπάγονται οι αυθαίρετες προσαγωγές πολιτών, ιδίως νεολαίων. Η κοινωνία της Λάρισας μπορεί ν αντισταθεί. Να επιβάλλει τη Δημοκρατία!