Eνα υβριστικό κείμενο για τους πολιτικούς που απαρτίζουν τη δεξιά παράταξη στην Ελλάδα δημοσιεύει σήμερα το «Βήμα», με την υπογραφή του Αντώνη Καρακούση και τίτλο «Η μεγάλη κρίση της δεξιάς παράταξης».
Άρθρο που δημοσιεύθηκε έχει ως εξής:
«Στα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης ο ιδρυτής της Νέας Δημοκρατίας και επανιδρυτής της Δεξιάς παράταξης Κωνσταντίνος Καραμανλής, επηρεασμένος και από την γαλλική πολιτική κουλτούρα που απορρόφησε κατά τη μακρά διαμονή του στο Παρίσι στα χρόνια της χούντας των συνταγματαρχών, θέλησε να αναγεννήσει και εκσυγχρονίσει τον πολιτικό του χώρο.
Επιχείρησε να δώσει στη νεοσύστατη τότε Νέα Δημοκρατία φιλελεύθερα και κοινωνικά χαρακτηριστικά και υιοθέτησε προς τούτο τον όρο «κοινωνικός φιλελευθερισμός». Ταυτόχρονα προσπάθησε να συγκεντρώσει γύρω του διακεκριμένα πρόσωπα, να εντάξει και να φέρει κοντά του διανοούμενους της Δεξιάς που είχαν πρωταγωνιστήσει στην ιδεολογική επικράτηση της παράταξής του στα μεταπολεμικά χρόνια.
Μπορεί ταυτόχρονα να ενσωμάτωσε και να διέσωσε την ακροδεξιά παράταξη, αλλά τον τόνο έδιναν ο Τσάτσος, ο Ράλλης, ο Παπαληγούρας,ο Αβέρωφ, ο Κανελλόπουλος, ο Χορν, ο Λαμπρίας και άλλα ξεχωριστά πρόσωπα,που διακρίνονταν για την πνευματικότητα και την καλλιέργειά τους.
«Όλα τα σφάζουν κι όλα τα μαχαιρώνουν, χωρίς κανένα μέτρο και ουδένα σεβασμό απέναντι στους νόμους»
Είχαν διακριθεί για την αντιπαλότητά τους απέναντι στην Αριστερά,αλλά τους διέκρινε το ήθος, η αγωγή και γενικότερα η προσήλωσή τους στα δημοκρατικά ιδεώδη. Εκείνη η «πεφωτισμένη» δεξιά, όπως την είχε προσδιορίσει η Ελένη Βλάχου, ήταν απαλλαγμένη από το ιστορικό βάρος του βασιλικού κόμματος, είχε ξεπεράσει τον μαυραγοριτισμό και τον δωσιλογισμό της μετεμφυλιακής περιόδου, είχε ξεφύγει από το άγος του κομμουνιστικού κινδύνου, απομόνωσε τους νοσταλγούς της χούντας και γενικώς φάνταζε δύναμη ευρωπαϊκή και εκσυγχρονιστική.
Ωστόσο με την μετοίκηση του ιδρυτή της στην Προεδρία της Δημοκρατίας άρχισε σταδιακά να χάνει τη λάμψη της. Στα χρόνια του Ανδρέα Παπανδρέου ανέδειξε ως αντίπαλο δέος στην ηγεσία της τον Κώστα Μητσοτάκη, ο οποίος την έστριψε προς τον θατσερισμό και τον νεοφιλελευθερισμό. Και όταν αυτός εκρίθη «τούμπαρε» προς τη λαϊκή Δεξιά, αναδεικνύοντας στην ηγεσία της τον Μιλτιάδη Έβερτ.
Με τον καιρό υιοθέτησε επιχειρηματολογία και πρακτικές της παλαιάς Δεξιάς, έκανε κτήμα της το λαϊκισμό, διολίσθησε στο θρησκευτικό φανατισμό του Χριστόδουλου και δι’ αυτού νομιμοποίησε και εξέθρεψε στους κόλπους της εκδοχές της εθνικιστικής ακροδεξιάς. Πιεζόμενη μάλιστα κάποια στιγμή πολιτικά έφτιαξε περιβάλλον για την άνθηση των πιο ακραίων σχημάτων της ακροδεξιάς. Και μαζί συνδιαμόρφωσε κλίμα ξενοφοβίας και αστυνομοκρατίας, εντός του οποίου βρήκε γόνιμο έδαφος για την ανάπτυξή του το απεχθές νεοναζιστικό μόρφωμα.
Περνώντας τα χρόνια, η ευρύτερη δεξιά παράταξη παραμορφώθηκε. Στην πολυκατοικία της – για να θυμηθούμε και τον διωκόμενο πλέον Καρατζαφέρη – έφθασαν να συγκατοικούν μαχαιροβγάλτες, θρασύδειλοι ροπαλοφόροι, θεομπαίχτες μιζαδόροι, εθνικό – λαϊκιστές της συμφοράς, κάτι ξεπεσμένοι Καραμανλικοί, οι «Μοραΐτες» του αρχηγού και ένας απίθανος κύκλος επιχειρηματιών της Κολομβιανής σχολής που όλα τα σφάζουν κι όλα τα μαχαιρώνουν, χωρίς κανένα μέτρο και ουδένα σεβασμό απέναντι στους νόμους.
Αυτή η δεξιά παράταξη ουδεμία σχέση έχει με εκείνη του ιδρυτή της.
Η σημερινή κρίση της, συνδυαζόμενη με την απόλυτη αδυναμία της κεντροαριστεράς, αποδίδει το πολιτικό πρόβλημα της χώρας. Κακά τα ψέματα, χωρίς αναγέννηση της Δεξιάς παράταξης και χωρίς ανασυγκρότηση της Κεντροαριστεράς, η χώρα θα κινδυνεύσει να διέλθει της Εποχής των Τεράτων, με ότι αυτό συνεπάγεται για τη θέση της στον κόσμο και την προκοπή των πολιτών της.