Ο Δημήτρης Μυστακίδης συζητά με τον Ευριπίδη Κουτσίνα για τους «33 χειμώνες» του στη μουσική και όχι μόνο…

Λίγο πριν ανέβει στη σκηνή του Circus στη Λάρισα, ο Δημήτρης Μυστακίδης μιλά για τη διαδρομή του στη μουσική, τις συνεργασίες που τον σημάδεψαν και τη φιλοσοφία που διέπει τη δημιουργία του. Με αφορμή τους «33 Χειμώνες» του στη μουσική σκηνή, μοιράζεται σκέψεις για την εξέλιξη της ελληνικής μουσικής, την αναβίωση της λαϊκής κιθάρας και τη δύναμη της αισιοδοξίας μέσα από τον ρεαλισμό των τραγουδιών του.

Μια συζήτηση γεμάτη εμπειρίες, αναζητήσεις και τη διαρκή ανάγκη για συνεύρεση μέσα από τη μουσική, με τον Ευριπίδη Κουτσίνα, που τον φιλοξενεί στις interview stories του The performart – Larissa:

«33 χειμώνες» δεν είναι λίγοι, όπως αναφέρετε. Τι κρατάτε πιο ζωντανό από αυτά τα χρόνια στη μουσική σας πορεία, και πώς νιώθετε ότι έχουν διαμορφώσει τον καλλιτεχνικό σας χαρακτήρα;

Ήμουν πολύ τυχερός στη ζωή μου μέχρι τώρα. Από πολύ νωρίς βρέθηκα με αξιόλογους ανθρώπους. Όχι μόνο συνεργάτες μουσικούς ή τραγουδιστές, αλλά μέσα από αυτή τη δουλειά συναντήθηκα με ανθρώπους που καταφέρνουν η κάθε συνάντηση να σε κάνει λίγο καλύτερο, να μαλακώνουν τις γωνίες σου να σε ταρακουνάνε να σε κάνουν να σκέφτεσαι λίγο περισσότερο και λίγο πιο «ευρυγώνια». Όλα αυτά φυσικά περνάνε και σε αυτό που κάνεις σαν μουσικός γιατί δυστυχώς ή ευτυχώς σε εμάς, η ζωή και η δουλειά δεν ξεχωρίζουν. Είναι ένα ενιαίο πράγμα.

Ο τίτλος «33 χειμώνες» φέρει μια αίσθηση συνέχειας και μνήμης. Πώς βλέπετε την εξέλιξη της ελληνικής μουσικής σκηνής κατά τη διάρκεια της καριέρας σας, και πού πιστεύετε ότι κατευθύνεται σήμερα;

Η οπτική που έχουμε στα πράγματα είναι τελείως υποκειμενική. Εξαρτάται κάθε φορά από τη θέση από την οποία κοιτάμε. Επίσης η «σημαντικότητα» των πραγμάτων είναι τελείως υποκειμενική. Άλλο πράγμα είναι σημαντικό για εμένα και άλλο για εσάς. Καμιά φορά μπορεί και να ταυτιζόμαστε. Το μόνο σίγουρο είναι ότι η μουσική προχωράει. Αυτό έκανε πάντα και αυτό θα συνεχίσει να κάνει. Πόσοι μπορούμε να την παρακολουθήσουμε στην εξέλιξή της είναι άλλο θέμα. Είναι όμως τόσο μεγάλη που όλοι μπορούμε να βρούμε ένα κομμάτι της και να ταυτιστούμε μαζί του. Η μουσική επίσης έχει και μια τεράστια ικανότητα. Την αυτοκάθαρση. Ότι δεν την βοηθάει να εξελιχθεί το πετάει. Αυτό που έχουμε να κάνουμε και οι μουσικοί αλλά και το κοινό είναι να σκεφτόμαστε καμιά φορά που βρισκόμαστε. Στο σαλόνι ή στα σκουπίδια;

Στη μακρόχρονη πορεία σας ως καθηγητής και μουσικός, έχετε συμβάλει στην αναβίωση της λαϊκής κιθάρας και της ιδιαίτερης τεχνικής της. Πώς βιώσατε την ανταπόκριση της νεότερης γενιάς μουσικών σε αυτή την προσπάθεια, και πώς πιστεύετε ότι η λαϊκή κιθάρα μπορεί να εξελιχθεί στο μέλλον;

Δεν χρειάζεται να σας πω πως το βίωσα εγώ. Αυτό που έχει σημασία είναι ότι μέσα από όλη αυτή την διαδικασία έχουν βγει πάρα πολλοί και καλοί μουσικοί, και η λαϊκή κιθάρα στέκεται σήμερα ολόφρεσκη και δυνατή οπουδήποτε σχεδόν υπάρχει ζωντανή μουσική. Σε ότι αφορά την εξέλιξη της, υπάρχουν αρκετά σημαντικά κομμάτια της τεχνικής της που δεν έχουν ακόμη διερευνηθεί όσο χρειάζεται όπως για παράδειγμα η τεχνική της τσιμπιτής κιθάρας που αφορά μια ολόκληρη περίοδο της δημιουργίας του ρεμπέτικου. Ήδη υπάρχουν νέες συνθέσεις που στηρίζονται πάνω στο όργανο και η θέση της στις καινούργιες ενορχηστρώσεις συνεχώς ισχυροποιείται. Οπότε όλα βαίνουν καλώς!

Πώς επιλέγετε το ρεπερτόριό σας κάθε φορά; Τι ρόλο παίζουν τα καινούργια σας τραγούδια αλλά και τα παλιά γνώριμα στις εμφανίσεις σας;

Τα καινούργια κομμάτια πάντα είναι ο σκελετός ενός προγράμματος. Εκεί πάνω στήνω την ιστορία που θέλω να αφηγηθώ. Όλα τα άλλα τραγούδια συμπληρώνουν το αφήγημα που προσπαθώ να έχει νοηματική αρχή, μέση και τέλος. Και φυσικά να προκαλεί όλα τα συναισθήματα. Να χαροποιεί, να προβληματίζει, να εκτονώνει αλλά πάντα κάτι να αφήνει και για την επόμενη μέρα. Θέλω να υπάρχει κάτι που θα το σκέφτεσαι και την επόμενη μέρα. Να μην τελειώνουν όλα όταν φεύγεις από την παράσταση.

Αναφέρετε ότι τα τραγούδια είναι αφορμή. Ποια είναι τα συναισθήματα ή οι σκέψεις που θέλετε να προκαλείτε μέσα από αυτά στους ακροατές σας;

Τα τραγούδια είναι η αφορμή για την πολύ σημαντική για μένα συνεύρεση και συν-κίνηση. Μέσα από την συνεύρεση προκύπτουν όλα τα άλλα που ανέφερα στην προηγούμενη απάντηση.

Μιλάτε για το καθάριο βλέμμα ενός παιδιού και τη δύναμη να ξορκίζουμε τα σκοτάδια. Ποια είναι η δική σας πηγή έμπνευσης για να διατηρείτε αυτή την αισιοδοξία μέσα από τη μουσική;

Η αισιοδοξία και ο αγώνας για εμένα είναι μονόδρομος. Τα τραγούδια μου δεν είναι χαρούμενα. Είναι ρεαλιστικά. Θεωρώ ότι ο μόνος τρόπος για να λύσεις οποιοδήποτε πρόβλημα είναι η αναγνώριση του. Μόλις αναγνωρίσεις ότι υπάρχει πρόβλημα ξεκινάει και η διαδικασία για να το λύσεις. Εγώ αυτό προσπαθώ μέχρι τώρα να κάνω με τα τραγούδια μου. Να υπενθυμίσω το πρόβλημα. Γιατί η πιο ανώδυνη συμπεριφορά είναι η παράβλεψη του προβλήματος και η μετάθεση της λύσης του σε κάποιους άλλους. Επειδή όμως οι «κάποιοι άλλοι» που μεταβιβάζουμε την λύση είναι κυρίως τα παιδιά μας προσπαθώ να αναλάβω την ευθύνη μου και να μην λειτουργήσω έτσι. Για να απαντήσω όμως και στο αρχικό σας ερώτημα, το βλέμμα των παιδιών είναι αυτό που δίνει την δύναμη.

Μέσα από τις συνεργασίες σας με εμβληματικούς καλλιτέχνες όπως ο Νίκος Παπάζογλου και ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου, ποια θεωρείτε ότι ήταν η πιο καθοριστική στιγμή για τη διαμόρφωση της μουσικής σας ταυτότητας;

Η πιο καθοριστική στιγμή έχει να κάνει με την νίκη της αισιοδοξίας επί της ανασφάλειας. Σαφώς και οι μακρόχρονες συνεργασίες μου με αυτούς τους σπουδαίους καλλιτέχνες ενίσχυσαν το πνεύμα αισιοδοξίας και με βοήθησαν να πάρω την σημαντικότατη για μένα απόφαση που με βοήθησε να γίνω αυτό που είμαι τώρα. Ήταν η στιγμή που βρήκα το θάρρος να σταματήσω να παίζω στα μαγαζιά. Μια συνθήκη που μου έδινε οικονομική ασφάλεια αλλά με κατέτρωγε συναισθηματικά. Από εκεί και μετά άρχισε η πραγματική καλλιτεχνική «ζωή».

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ ΤΩΝ ΤΕΛΕΥΤΑΙΩΝ ΗΜΕΡΩΝ