5 ΧΡΟΝΙΑ ΧΩΡΙΣ ΤΗ ΖΩΗ ΛΑΣΚΑΡΗ

Η γυμνή εμφάνιση στο θέατρο που προκάλεσε αντιδράσεις, η φωτογράφιση στο Playboy και η εμφάνιση στις Κάννες

Πέντε χρόνια συμπληρώνονται από την ημέρα που η Ζωή Λάσκαρη έφυγε από τη ζωή. Η σπουδαία ηθοποιός πέθανε αιφνιδίως στις 18 Αυγούστου 2017 στο εξοχικό της στο Πόρτο Ράφτη.

Η Ζωή Λάσκαρη υπήρξε ένα από τα πιο λαμπρά αστέρια της «χρυσής εποχής» του ελληνικού κινηματογράφου την δεκαετία του εξήντα, ενώ τα επόμενα χρόνια διέγραψε μια σημαντική πορεία στο θέατρο. Μέσα από τους ρόλους της στην μεγάλη οθόνη, διαμόρφωσε την εικόνα της δυναμικής αλλά και μοιραίας γυναίκας, όντας το σύμβολο του σεξ της εποχής της και το κρυφό απωθημένο πολλών ανδρών.

Πολλές φορές είχε κατηγορηθεί για την άνεση της με το γυμνό σώμα. Η ίδια είχε πει σε συνέντευξη της στον Λευτέρη Παπαδόπουλο: “Το ότι εμφανίζομαι γυμνή σε διάφορες ταινίες δεν το θεωρώ καθόλου πρόστυχο ή ανήθικο. Αγαπώ το κορμί μου, έχω συμφιλιωθείτε τη γύμνια μου και γυμνή κολυμπάω και στη θάλασσα. Όχι βέβαια στο Φάληρο, αλλά σε όλες τις απόμερες γωνιές της Μυκόνου”. Μια ακόμη άγνωστη ιστορία, που αφορά τη σχέση της με το γυμνό, είναι όταν ως θιασάρχισσα ανέβασε το έργο Φρύνη η Εταίρα, του Γιώργου Ρούσσου στο Θέατρο Διάνα, το 1980.

Στην τελευταία σκηνή του έργου απαιτείται να εμφανίζεται λίγα δευτερόλεπτα ολόγυμνη. «Δεν γδύνομαι για να γδυθώ. Το απαιτεί ο ρόλος. Δεν κάναμε με τον συγγραφέα ένα έργο για μπανιστιρτζήδες. Κάναμε ένα έργο που θα σατίριζε την ηθική των πολιτικών και των παπάδων» είχε αναφέρει η ίδια.

“Το κοινό δεν ήταν έτοιμο να δεχθεί έστω και για κλάσματα του δευτερολέπτου να βγω γυμνή. Η αντίδραση ήταν έντονη. Είχα μεγάλη επίθεση, όχι από τον κόσμο που ερχόταν στο θέατρο, αλλά από διάφορους, μεμονωμένα άτομα που φώναζαν. Μου έστελναν γράμματα, μου τηλεφωνούσαν στο σπίτι και ένα βράδυ έπεσα στη σκηνή, λιποθύμησα. Και αποφάσισα ότι έπρεπε να σταματήσω. Δεν άντεχα” είχε δηλώσει στο παρελθόν σε συνέντευξή της στον Νίκο Χατζηνικολάου και την εκπομπή Ενώπιος Ενωπίω.

Ζωή Λάσκαρη: Η φωτογράφιση που έμεινε στην ιστορία

Το 1985, όταν ήταν 41 ετών, η Ζωή Λάσκαρη δέχεται να φωτογραφηθεί γυμνή για το Playboy.  Η φωτογράφισή της είχε προκαλέσει αντιδράσεις, επειδή φωτογραφήθηκε σε αρχαιολογικό χώρο, χωρίς την άδεια των αρχών, με το θέμα να φτάνει μέχρι τη Βουλή. Βέβαια, το περιοδικό κυκλοφόρησε στα περίπτερα, καταγράφοντας μάλιστα κάνοντας ρεκόρ πωλήσεων.

Πολλή συζήτηση είχε γίνει και για την αμοιβή της ηθοποιού. Οι φήμες που κυκλοφορούσαν τότε έκαναν λόγο για 15 εκατ. δραχμές, ποσό που ήταν αστρονομικό για την εποχή. Η Ζωή Λάσκαρη έχει διαψεύσει κατηγορηματικά ότι έλαβε την οποιαδήποτε αμοιβή για τη συγκεκριμένη φωτογράφιση.

“Θα πω κάτι πολύ μάταιο και εγωιστικό. Δεν μπορούσα να αξιολογήσω το κορμί μου με τίποτα, οπότε είπα θα το κάνω έτσι. Δεν μπορούσα εγώ να το αξιολογήσω για να ζητήσω” είχε πει η Ζωή Λάσκαρη σε συνέντευξή της στο “Ενώπιος Ενωπίω”.

“Ηταν ο επίλογος. Δεν το είδα σαν σκάνδαλο. Είπα ότι τελειώνει ένας κύκλος και θα κλείσει έτσι. Μου προσέφεραν όλα τα μέσα, τους ανθρώπους που εγώ ζήτησα” είχε αναφέρει, σημειώνοντας μάλιστα πως για την συγκεκριμένη φωτογράφιση δεν είχε αντιδράσει ο σύζυγός της Αλέξανδρος Λυκουρέζος, καθώς δεν έχει τέτοια ταμπού.

Ζωή Λάσκαρη

Ζωή Λάσκαρη
Ζωή Λάσκαρη

Η εμφάνιση της Λάσκαρη στις Κάννες που άφησε εποχή – ΦΩΤΟ

Η ταινία «Οι θαλασσιές οι χάντρες» του 1967, με πρωταγωνιστές τους Κώστα Βουτσά, Φαίδωνα Γεωργίτση, Ζωή Λάσκαρη, Μάρθα Καραγιάννη και άλλους, έκανε τεράστια επιτυχία στην Ελλάδα και η Φίνος Φίλμ έστειλε την ταινία στις Κάννες.

Η εμφάνιση της Ζωής Λάσκαρη προκαλεί ιδιαίτερη αίσθηση, καθώς εμφανίζεται με ένα πολύ αποκαλυπτικό διχτυωτό φόρεμα. Οι Γάλλοι βέβαια ήταν συνηθισμένοι σε τέτοιες παρουσίες , αλλά στην συντηρητική Ελλάδα της δεκαετίας του ΄60 προκλήθηκε σκάνδαλο. Κάποιοι έγραψαν για «άστοχη κίνηση», που δεν τιμά την ηθοποιό και επιτέθηκαν σε όσους την συμβούλεψαν να ξεχάσει τα «χειμερινά» της ρούχα στην Αθήνα. Φυσικά υπήρξαν και θετικές κριτικές για το ερωτικό ταμπεραμέντο της, ενώ δεν έλειψαν τα σχόλια για τα βλέμματα των φωτορεπόρτερ. Άλλοι την κοιτούσαν εντυπωσιασμένοι και άλλοι γελούσαν αμήχανα.

Η ταινία μετείχε στο Φεστιβάλ αλλά όχι στο διαγωνιστικό σκέλος. Οι διάλογοι ήταν ντουμπλαρισμένοι στα γαλλικά. Ήταν μια πάγια τακτική της εποχής για όλες τις ξένες ταινίες, που δεν «μιλούσαν» τις διεθνείς γλώσσες. Έτσι, οι Γάλλοι δεν άκουσαν ποτέ την αληθινή φωνή της Ζωής Λάσκαρη στη μεγάλη οθόνη.

Η λαμπερή καριέρα

Η Ζωή Κουρούκλη, όπως ήταν το πραγματικό της όνομα, γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, στις 12 Δεκεμβρίου 1942 (κατ’ άλλους το 1940, το 1941 ή το 1944, σύμφωνα με το επίσημο βιογραφικό της) και μεγάλωσε υπό την σκέπη των παππούδων της. Ήταν η μοναχοκόρη του βασιλόφρονα στρατιωτικού Δημητρίου Κουρούκλη, ο οποίος σκοτώθηκε από άνδρες του ΕΛΑΣ το 1943, κατά την διάρκεια της Κατοχής, ενώ και η μητέρα της υπήρξε θύμα των κομμουνιστών, κατά την διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου.

Φοίτησε στο εκπαιδευτήριο θηλέων Βαλαγιάννη και στην ελληνογαλλική σχολή καλογραιών Καλαμαρί στην Θεσσαλονίκη, καθώς και στη δραματική σχολή του Πέλου Κατσέλη στην Αθήνα. Στις 20 Ιουνίου 1959, πήρε μέρος στα καλλιστεία, που διοργάνωσε η εφημερίδα «Απογευματινή» και στέφθηκε σταρ Ελλάς και στις 26 Ιουλίου του ίδιου χρόνου εκπροσώπησε την Ελλάδα στον διαγωνισμό της «Μις Υφήλιος», που έγινε στο Λονγκ Mπιτς των ΗΠΑ.

Το 1961, ο Φιλοποίμην Φίνος την επέλεξε για πρωταγωνίστρια στην δραματική ταινία «Κατήφορος» σε σκηνοθεσία Γιάννη Δαλιανίδη και υπέγραψε μαζί της αποκλειστικό συμβόλαιο συνεργασίας. Η ταινία ήταν η πιο επιτυχημένη εμπορικά τη σεζόν 1961-1962, καθιερώνοντας τη Ζωή Λάσκαρη ως πρωταγωνίστρια και ως μια από τις πιο λαμπρές σταρ της «χρυσής εποχής» του κινηματογράφου. Για να μην γίνεται σύγχυση με την εξαδέλφη της Ζωή Κουρούκλη, η οποία ήταν ήδη γνωστή τραγουδίστρια, ο Φίνος την «βάφτισε» Λάσκαρη εμπνευσμένος από το όνομα ενός Ιταλού.

Τα επόμενα χρόνια θα πρωταγωνιστήσει σε πολλές από τις μεγάλες επιτυχίες της Φίνος Φιλμ και θα συνεργαστεί με όλους τους σταρ της εποχής της (Αλέκος Αλεξανδράκης, Νίκος Κούρκουλος, Φαίδων Γεωργίτσης, Ρένα Βλαχοπούλου, Ντίνος Ηλιόπουλος, Κώστας Βουτσάς, Μάρθα Καραγιάννη, Μαίρη Χρονοπούλου, κ. ά). Στις μεγάλες της επιτυχίες συγκαταλέγονται οι ταινίες: «Νόμος 4000» (1962), «Μερικοί το προτιμούν κρύο» (1963), «Κορίτσια για φίλημα» (1965), «Στεφανία» (1966), «Οι Θαλασσιές οι χάντρες» (1967) και «Μια κυρία στα μπουζούκια» (1968), όλες σε σκηνοθεσία του Γιάννη Δαλιανίδη.

Η «Στεφανία» και ο «Κατήφορος» έκαναν διεθνή καριέρα, διευρύνοντας την φήμη της Λάσκαρη στο εξωτερικό, ενώ «Οι θαλασσιές οι χάντρες» έκλεψαν, εκτός συναγωνισμού, τις εντυπώσεις στο κινηματογραφικό φεστιβάλ των Κανών το 1967, την ώρα που ο γαλλικός Τύπος έπλεκε το εγκώμιο της Ελληνίδας πρωταγωνίστριας.

Στα τέλη της δεκαετίας του εξήντα, μαζί με την Αλίκη Βουγιουκλάκη και την Τζένη Καρέζη, θεωρούνταν οι μεγαλύτερες ντίβες και πιο εμπορικές σταρ στην Ελλάδα. Η Ζωή Λάσκαρη είχε διαμορφώσει με τους ρόλους της την εικόνα της δυναμικής αλλά και μοιραίας γυναίκας και ήταν το νούμερο ένα σύμβολο του σεξ της εποχής της.

Η δύση του ελληνικού εμπορικού κινηματογράφου θα σηματοδοτήσει τη ενασχόλησή της Ζωής Λάσκαρη με το θέατρο. Το 1966, σε συνεργασία με τον Αντρέα Ντούζο, περιόδευσε στην Κύπρο με τα έργα «Μιας πεντάρας νιάτα» των Γιαλαμά – Πρετεντέρη, την «Παγίδα» του Ρόμπερτ Τόμας και την «Βαθιά γαλάζια θάλασσα» του Τέρενς Ράτιγκαν.

Το 1970, κάνει την πρώτη της θεατρική εμφάνιση στην Αθήνα με το μιούζικαλ του Γιάννη Δαλιανίδη «Μαριχουάνα Στοπ», το οποίο μεταφέρθηκε ένα χρόνο αργότερα στον κινηματογράφο με συμπρωταγωνιστή της τον Τόλη Βοσκόπουλο. Κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων, δημιουργήθηκε και το μεταξύ τους φλογερό ειδύλλιο, που αποτυπώθηκε στο τραγούδι του Βοσκόπουλου «Ξανθή Αγαπημένη Παναγιά», με το οποίο συμμετείχε στο Φεστιβάλ Τραγουδιού της Θεσσαλονίκης το 1972.

Στην συνέχεια η Ζωή Λάσκαρη, πρωταγωνίστησε στις μεγάλες θεατρικές επιτυχίες «Ξυπόλητη στο πάρκο» του Νιλ Σάιμον, «Η κυρία του Μαξίμ» του Ζορζ Φεϊντό και «Μις Πέπσι» της Πιερέτ Μπρινό. Η υποδοχή που την επιφύλαξαν οι θεατρικοί κριτικοί ήταν ενθουσιώδης.

Το 1982, πρωταγωνίστησε στην ταινία του Γιώργου Καρυπίδη «Αναμέτρηση» και το 1985 προκάλεσε σκάνδαλο, όταν έγινε η πρώτη ελληνίδα πρωταγωνίστρια που εμφανίσθηκε γυμνή σε φωτογράφηση της ελληνικής έκδοσης του περιοδικού «Playboy» (τεύχος Οκτωβρίου).

Το 1987, πρωταγωνίστησε σε δύο ποιοτικές βιντεοταινίες. Η πρώτη με τίτλο «H γυναίκα της πρώτης σελίδας», σε σκηνοθεσία Νίκου Φώσκολου, κυκλοφόρησε σε τρία μέρη και το 1990 προβλήθηκε από το Mega, ως σειρά 12 επεισοδίων. Στην δεύτερη με τίτλο «Αντίστροφη Πορεία» σε σκηνοθεσία Mανούσου Mανουσάκη, υποδυόταν μια εκδότρια μεγάλης εφημερίδας, με συμπρωταγωνιστή τον Aλέκο Aλεξανδράκη.

Πιστή λάτρης του θεάτρου συνεχίζει, αρχές δεκαετίας του ενενήντα, να παρουσιάζει μεγάλα έργα του παγκόσμιου ρεπερτορίου, σε συνεργασία με σπουδαίους Έλληνες σκηνοθέτες. Το 1990 ο Μίνως Βολανάκης την σκηνοθετεί στην «Καινούρια σελίδα» του Νιλ Σάιμον και την επόμενη σεζόν στο «Τρελοί για έρωτα» του Σαμ Σέπαρντ.

Την ίδια περίοδο ξεχωρίζουν οι εμφανίσεις της στα έργα: «Ποιος φοβάται την Βιρτζίνια Γούλφ» του Έντουαρντ Άλμπι (1992) , «Ορφέας στον Άδη» του Τένεσι Ουίλιαμς (1993), «Τρεις ψηλές γυναίκες» του Έντουαρντ Άλμπι (1995), και τα τρία σε σκηνοθεσία Ανδρέα Βουτσινά, καθώς και το «Ταξίδι μιας μεγάλης μέρας μέσα στη νύχτα» του Ευγένιου Ο’ Νηλ (1997), σε σκηνοθεσία Σταύρου Τσακίρη. Η συνεργασία της με τον Μιχάλη Κακογιάννη στις «Τρωάδες» του Ευριπίδη (1997) έτυχε θερμής υποδοχής από τον Τύπο. Η θεατρική συνεργασία της με τον Ανδρέα Βουτσινά και τον Σταύρο Τσακίρη συνεχίζεται και στις αρχές του 2000 με τα έργα «Συνάντηση» του Πέτερ Νάντας, όπου συμπρωταγωνιστούσε με τον Απόστολο Γκλέτσο και «Σκηνές Γάμου» του Έντουαρντ Άλμπι. Αποτίοντας ωστόσο έναν ιδιαίτερο φόρο τιμής στον Άλμπι θα ανεβάσει για δύο συνεχόμενες σεζόν την «Ευαίσθητη Ισορροπία» σε σκηνοθεσία Αθανασίας Καραγιαννοπούλου. Ήταν η τέταρτη φορά στην θεατρική της καριέρα που ανέβασε έργο του μεγάλου Αμερικανού συγγραφέα.

Tο 2003 ίδρυσε την δική της θεατρική σκηνή στον πολυχώρο «Αθηναΐδα» στην Αθήνα. Το 2005 ανέβασε το «Διαμάντια και μπλουζ» της Λούλας Αναγνωστάκη, σε σκηνοθεσία Ανδρέα Βουτσινά. Οι κριτικοί συμφωνούν για τον πρωτοποριακό τρόπο με τον οποίο «φώτισε» η ερμηνεία της αυτό το σπουδαίο έργο. Ακολούθησε, για δύο θεατρικές σεζόν, το έργο «Άλμα Μάλερ» του Ρον Χάρτ, σε σκηνοθεσία Αθανασίας Καραγιαννοπούλου. Τις σεζόν 2011-2013 παρουσίασε το έργο του Μάρτιν Σέρμαν «Ρόουζ» σε σκηνοθεσία του διεθνούς φήμης Ρώσου σκηνοθέτη Άντολφ Σαπίρο.

Το 2013, τιμήθηκε από την Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου, για τη συνολική προσφορά της στον κινηματογράφο. Το 2015, εμφανίστηκε για τελευταία φορά στην μεγάλη οθόνη στην ταινία του Δημήτρη Τζέτζα «The Republic» και τον επόμενο χρόνο στο θέατρο, στην παράσταση «Νύφη κουράγιο», σε κείμενο και σκηνοθεσία του Νίκου Μουτσινά, όπου μοιραζόταν τη σκηνή με την κόρη της Μαρία – Ελένη Λυκουρέζου.

Η Ζωή Λάσκαρη είχε ασχοληθεί και με την πολιτική ως δημοτικός σύμβουλος Αθηναίων,επί δημαρχίας Δημήτρη Αβραμόπουλου.

Στην προσωπική της ζωή, εκτός από την πολυθρύλητη σχέση της με τον Τόλη Βοσκόπουλο, παντρεύτηκε δύο φορές. Την πρώτη, το 1967, με τον καλαματιανό επιχειρηματία Πέτρο Κουτουμάνο (1935-2013), με τον οποίο απέκτησε μια κόρη, την Μάρθα Κουτουμάνου, Το ζευγάρι χώρισε οριστικά την άνοιξη του 1971. Το 1976 παντρεύτηκε τον δικηγόρο Αλέξανδρο Λυκουρέζο, με τον οποίο απέκτησε μια ακόμη κόρη, την Μαρία – Ελένη Λυκουρέζου, πρώην σύζυγο του ηθοποιού και πολιτικού Απόστολου Γκλέτσου. Το 1997 έγινε γιαγιά της Ζένιας από τον γάμο της Μάρθας με τον Βλάση Μπονάτσο.

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ ΤΩΝ ΤΕΛΕΥΤΑΙΩΝ ΗΜΕΡΩΝ